Το σύνδρομο βραχέος εντέρου μπορεί να εκδηλωθεί μετά από εκτεταμένη εκτομή του λεπτού εντέρου στα πλαίσια τραύματος κοιλίας, θρόμβωσης ή εμβολής της μεσεντερίου αρτηρίας, με αποτέλεσμα εκτεταμένη ισχαιμία του εντέρου, νόσου Crohn που έχει αντιμετωπιστεί με επανειλημμένες εντερεκτομές, μετακτινικής εντερίτιδας, περιεσφιγμένης απόφραξης του λεπτού εντέρου ή εκτεταμένης διήθησης του εντέρου ή του μεσεντερίου του από νεοπλάσματα των κοιλιακών οργάνων.
Ασθενείς μετά από εκτεταμένες εκτομές ειλεού κινδυνεύουν να αναπτύξουν σύνδρομο βραχέος εντέρου
(Τροποποιημένο από: http://clinicalgate.com/short-bowel-syndrome)
Λόγω της σημαντικής λειτουργίας του δωδεκαδακτύλου στην απορρόφηση του ασβεστίου και του σιδήρου και του τελικού ειλεού στην απορρόφηση της βιταμίνης Β12 και των χολικών αλάτων, αλλά και άλλων λιποδιαλυτών στοιχείων, η απώλεια των περιοχών αυτών από αντίστοιχες χειρουργικές εκτομές μπορεί να μην είναι καλά ανεκτές από τον ασθενή με αποτέλεσμα σημαντικά κλινικά συμπτώματα (π.χ. στεατόρροια) και προβλήματα θρέψης. Αντίθετα η αφαίρεση έως και 40% της μεσότητας του λεπτού εντέρου μπορεί να αφαιρεθεί χωρίς να προκληθεί ιδιαίτερο πρόβλημα.
Γενικά, η αφαίρεση του 50% του λεπτού εντέρου προκαλεί σύνδρομο δυσαπορρόφησης, ενώ η εκτομή του 70% του λεπτού εντέρου είναι αυτόματα απειλητική για την ίδια τη ζωή του ασθενούς. Έτσι όταν παραμένουν 3 ή λιγότερα μέτρα λεπτού εντέρου αναπτύσσονται σοβαρές διαταραχές της θρέψης, ενώ όταν το λεπτό έντερο που παραμένει είναι 2 μέτρα ή λιγότερο η λειτουργικότητα είναι κλινικά διαταραγμένη στους περισσότερους ασθενείς.
Πολλοί ασθενείς με 1 μέτρο ή λιγότερο φυσιολογικού εντέρου χρειάζονται παρεντερική διατροφή στο σπίτι επ΄αόριστον. Το ελάχιστο μήκος, πάντως, του λεπτού εντέρου που είναι συμβατό με τη ζωή ποικίλει. Η ζωή απειλείται όταν έχουν παραμείνει λιγότερα από 60 εκ λεπτού εντέρου πέραν του δωδεκαδακτύλου. Η παραμονή άθικτης της ειλεοτυφλικής βαλβίδας θεωρείται σημαντικός παράγοντας στη βελτίωση της λειτουργικότητας του εναπομείναντος εντέρου. Η παραμονή του παχέος εντέρου είναι επίσης σημαντική στην πρόληψη της απώλειας ύδατος.
Οι ασθενείς με βραχύ έντερο παρουσιάζουν αδυναμία στην απορρόφηση ύδατος, ηλεκτρολυτών λιπών, πρωτεϊνών, υδατανθράκων και βιταμινών. Οι απώλειες υγρών μπορεί να είναι μεγαλύτερες από 5-10 λίτρα την ημέρα. Η απώλεια βάρους, η αδυναμία, η θερμιδική στέρηση, οι ηλεκτρολυτικές διαταραχές και οι ελλείψεις σε σημαντικές βιταμίνες αποτελούν χαρακτηριστικά του συνδρόμου του βραχέος εντέρου.
Θεραπεία
Η αρχική θεραπεία περιλαμβάνει τη διατήρηση του ισοζυγίου των υγρών και των ηλεκτρολυτών.
Η χορήγηση ενδοφλεβίως ολικής παρεντερικής διατροφής έχει συνήθως ένδειξη και, μάλιστα, μπορεί να χρειαστεί να διατηρηθεί για το υπόλοιπο της ζωής του ασθενούς.
Ολική παρεντερική διατροφή
Ακόμη και μικρές ποσότητες εντερικής διατροφής μπορεί να αποβούν ωφέλιμες, διότι η παρουσία θρεπτικών συστατικών μέσα στον αυλό του λεπτού εντέρου φαίνεται να αυξάνει την προσαρμογή του βλεννογόνου που έχει απομείνει. Ειδικά διαμορφωμένες στοιχειακές εντερικές δίαιτες, στις οποίες τα θρεπτικά συστατικά βρίσκονται στην άμεσα από το επιθήλιο απορροφήσιμη μορφή τους, ιδιαίτερα όταν είναι εμπλουτισμένες με το αμινοξύ γλουταμίνη, η οποία και αποτελεί το βασικό θρεπτικό συστατικό των εντεροκυττάρων, μπορεί να βοηθήσουν στη θρεπτική υποστήριξη τόσο του εντερικού βλεννογόνου όσο και του ίδιου του ασθενούς.
Τα αντιδιαρροϊκά φάρμακα και τα αντιόξινα του τύπου είτε των αναστολέων των Η2-υποδοχέων ή των αναστολέων της αντλίας Η+ για την ελάττωση της υπερέκκρισης του γαστρικού οξέως χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση του συνδρόμου. Η χολεστυραμίνη για τη δέσμευση των χολικών αλάτων και την πρόληψη της σοβαρής στεατόρροιας είναι χρήσιμη μετά από εντομές του τελικού ειλεού, που εκδηλώνονται με σοβαρή διάρροια.
Έχει χρησιμοποιηθεί μια ποικιλία επεμβάσεων στην αντιμετώπιση του βραχέος εντέρου, όπως επιμήκυνση του εντέρου, αντιστροφή βραχέων τμημάτων και πτύχωση διατεταμένων ελίκων λεπτού εντέρου, με μικρή σχετικά επιτυχία. Τα αποτελέσματα της μεταμόσχευση εντέρου είναι, επίσης, πολλές φορές, απογοητευτικά, λόγω των συχνών επεισοδίων απόρριψης, αν και τα σύγχρονα ανοσοκατασταλτικά φάρμακα μπορεί να αυξήσουν τα ποσοστά επιτυχίας.