Είναι η κολίτιδα που σχετίζεται με αντιβιοτικά.
Προκαλείται από την τροποποίηση της φυσιολογικής εντερικής χλωρίδας του παχέος εντέρου από τη λήψη αντιβιοτικής θεραπείας.
Υπεύθυνο παθογόνο είναι το Clostridium difficile μέσω της παραγωγής των τοξινών Α και Β.
Η κλινδαμυκίνη, η αμπικιλλίνη και οι κεφαλοσπορίνες είναι τα συχνότερα ενοχοποιούμενα αντιβιοτικά.
Συμπτώματα μπορεί να αναπτυχθούν ακόμα και 6 εβδομάδες μετά από τη λήξη της αντιβιοτικής θεραπείας.
Επιδημιολογία
Μεταδιδόμενη νόσος σε νοσοκομειακό περιβάλλον ή σε περιβάλλον με στενό συγχρωτισμό ατόμων.
Επιδημίες παρατηρούνται σε χειρουργικές πτέρυγες νοσοκομείων. Το προσωπικό μπορεί να αποτελεί φορέα μετάδοσης της νόσου (χρήση γαντιών και πλύσιμο χεριών απαραίτητα).
Κλινική εικόνα
- Υδαρείς, διαρροϊκές, πρασινωπές κενώσεις, που μπορεί να είναι και αιμορραγικές.
- Κωλικοειδή κοιλιακά άλγη, πυρετός, έμετοι.
- Επιπλοκές: Τοξικό μεγάκολο και διάτρηση (σημεία περιτοναϊκού ερεθισμού).
Εργαστηριακά ευρήματα
Λευκοκυττάρωση, θετικές δοκιμασίες κοπράνων για την τοξίνη του clostridium difficile.
Eνδοσκοπικά ευρήματα
Στη σιγμοειδοσκόπηση υπεγερμένες πλάκες εντερικού βλεννογόνου, ψευδομεμβράνες και ερυθρός, οιδηματώδης βλεννογόνος.
Α. Κολονοσκοπική εικόνα φυσιολογικού βλεννογόνου παχέος εντέρου
Β. Κολονοσκοπική εικόνα παθολογικού βλεννογόνου με ψευδομεμβρανώδη κολίτιδα
Στη βιοψία: λευκοκύτταρα, ινική και νεκρωτικό επιθήλιο.
Θεραπεία
- Διακοπή της αντιβιοτικής θεραπείας.
- Βανκομυκίνη από το στόμα (ή και με τη μορφή υποκλυσμών) για 7-10 ημέρες.
- Μετρονιδαζόλη από του στόματος ή ενδοφλεβίως για 7-14 ημέρες.
- Αποφυγή αντιδιαρροϊκών φαρμάκων (εμποδίζουν την αποβολή της τοξίνης με τις διάρροιες).
- Χειρουργική θεραπεία: Σε επιδείνωση της κλινικής πορείας, σε εξέλιξη σε τοξικό μεγάκολο και σε διάτρηση/περιτονίτιδα.