Οι ενημερωτικές πληροφορίες που παρατίθενται είναι αντίστοιχες με εκείνες που η Αμερικάνικη Εταιρεία Χειρουργών Παχέος Εντέρου και Πρωκτού (American Society of Colon and Rectal Surgeons, ASCRS) έχει επιλέξει να βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών.  Σκοπό έχουν να ενημερώσουν το ευρύ κοινό για τις πιο κοινές παθολογίες (καλοήθεις και κακοήθεις) που αφορούν στο παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε ασθενής που θα ανατρέξει σε αυτές και, ενδεχομένως, θα αναγνωρίσει κάποια από τα δικά του συμπτώματα, αυτομάτως είναι και σε θέση με μόνη την ανάγνωσή τους να προβεί σε αυτοδιάγνωση, ή ίσως, και αυτοθεραπεία. Σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνεται η επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση του ασθενούς να προστρέξει σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό, αμέσως μόλις παρατηρήσει το παραμικρό σύμπτωμα.



TI EINAI O KAΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Ο όρος «καρκίνος» περιγράφει ένα σύνολο νόσων, στις οποίες τα φυσιολογικά κύτταρα του ανθρώπινου σώματος χάνουν την ικανότητά τους να πολλαπλασιάζονται κανονικά και να ελέγχουν την ανάπτυξή τους. Καθώς ο καρκίνος - επίσης γνωστός ως «κακοήθεια» ή «κακόηθες νεόπλασμα»- αναπτύσσεται, μπορεί να διηθήσει τους  ιστούς γύρω του και αυτή η διαδικασία ονομάζεται τοπική διήθηση. Δύναται, επίσης, να εξαπλωθεί, να εμφυτευθεί και εν τέλει να αναπτυχθεί και σε άλλα σημεία του σώματος μέσω των αιμοφόρων αγγείων ή του λεμφικού συστήματος. Αυτό το είδος της εξάπλωσης του καρκίνου ονομάζεται μετάσταση.

Ο πρωκτός ή πρωκτικό κανάλι είναι το μικρού μήκους (4 εκατοστών) άνοιγμα στο τέλος του πεπτικού σωλήνα μέσα από το οποίο περνούν τα κόπρανα προκειμένου  να αποβληθούν από το σώμα μέσω των περισταλτικών κινήσεων του εντέρου.

 

Το πρωκτικό κανάλι

(Τροποποιημένο από: https://www.fascrs.org)

 

Ο καρκίνος του πρωκτού προέρχεται από τα κύτταρα γύρω από το πρωκτικό άνοιγμα ή από  το πρωκτικό κανάλι ακριβώς μέσα από το πρωκτικό άνοιγμα.  Το συχνότερο είδος καρκίνου πρωκτού είναι το «καρκίνωμα εκ πλακωδών κυττάρων». Υπάρχουν και οι πιο σπάνιες μορφές καρκίνου του πρωκτού, όπως οι στρωματικοί όγκοι του γαστρεντερικού ή "GIST" και το μελάνωμα. Καρκίνος μπορεί, επίσης, να αναπτυχθεί και στο δέρμα έως και 5 εκατοστά γύρω από το άνοιγμα του πρωκτού, οπότε και αντιμετωπίζεται περισσότερο σαν ένα καρκίνος του δέρματος.

 

Καρκίνωμα πρωκτού εκ πλακωδών κυττάρων

 

Κύτταρα που γίνονται καρκινικά ή "προκαρκινικά," αλλά δεν εισβάλλουν βαθύτερα στο δέρμα δημιουργούν αλλοιώσεις, που συχνά αναφέρονται ως «υψηλού βαθμού/ υψηλόβαθμη ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία» ή HGAIN (“high-grade anal intraepithelial neoplasia”). Ενώ αυτή η κατάσταση είναι πιθανώς πρόδρομη του καρκίνου του πρωκτού, δεν συνιστά καρκίνο του πρωκτού και δεν αντιμετωπίζεται ως τέτοια. Ένας εξειδικευμένος χειρουργός παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ο πλέον αρμόδιος για να διευκρινίσει τέτοιες σημαντικές διαφορές στις διάφορες προκαρκινικές και καρκινικές βλάβες στην περιοχή του πρωκτού. Ο κίνδυνος τέτοιου είδους προκαρκινικών βλαβών να εξαλλαγούν και να εξελιχθούν σε καρκίνο δεν έχει επαρκώς προσδιοριστεί, αλλά πιστεύεται ότι είναι χαμηλός, ιδιαίτερα σε ασθενείς με φυσιολογικό ανοσοποιητικό σύστημα.

 

Η ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Ο καρκίνος του πρωκτού είναι αρκετά ασυνήθιστος, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 1-2% του συνόλου των καρκίνων που επηρεάζουν τον πεπτικό σωλήνα. Ένας στους 600 άνδρες και γυναίκες θα προσβληθεί από καρκίνο του πρωκτού στη διάρκεια της ζωής του (σε σύγκριση με τον 1 σε 20 άνδρες και γυναίκες που θα αναπτύξει καρκίνο του παχέος εντέρου και  του ορθού στη διάρκεια της ζωής του). Σχεδόν 6.000 νέες περιπτώσεις καρκίνου του πρωκτού διαγιγνώσκονται πλέον κάθε χρόνο στις ΗΠΑ, με περίπου τα 2/3 των περιπτώσεων να αφορούν γυναίκες. Περίπου 800 άνθρωποι στη χώρα αυτή θα πεθάνουν από τη νόσο κάθε χρόνο.

 

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΠΟΥ ΣΧΕΤΙΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Ένας παράγοντας κινδύνου είναι μία κατάσταση, μία συνθήκη ή μία συνήθεια που αυξάνει τις πιθανότητες ενός ατόμου να εμφανίσει μία ασθένεια. Ο καρκίνος του πρωκτού  συνδέεται κυρίως με λοίμωξη από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (Human Papilloma Virus, HPV), ο οποίος είναι ο υπεύθυνος ιός για τα κονδυλώματα, το πιο κοινό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός διαφορετικών τύπων του HPV, με μερικούς από αυτούς να είναι πιο πιθανό να σχετίζονται με την ανάπτυξη καρκίνου σε σύγκριση με άλλους. Οι τύποι HPV που σχετίζονται με την ανάπτυξη καρκίνου συνήθως οδηγούν σε μακροχρόνια και υποκλινική μόλυνση (που δεν έχει εκδηλωθεί και άρα δεν παρουσιάζονται συμπτώματα ή κονδυλώματα που να επιβεβαιώνουν τη λοίμωξη με HPV) των ιστών μέσα και γύρω από τον πρωκτό, καθώς και σε άλλες γειτονικές περιοχές. Αυτοί οι τύποι του HPV σχετίζονται και με τις προκαρκινικές αλλοιώσεις που αναφέρθηκαν παραπάνω (υψηλόβαθμη ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία του πρωκτού ή HGAIN). Είναι οι ίδιοι οι τύποι του HPV, που συνδέονται επίσης με αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του τραχήλου της μήτρας, του αιδοίου και  του κόλπου στις γυναίκες και καρκίνου του πέους στους άνδρες. Έχοντας μία ασθενής  καρκίνο ή ακόμα και προκαρκινικές βλάβες των γεννητικών οργάνων, ιδίως του τραχήλου της μήτρας ή του αιδοίου, αυτόματα αντιμετωπίζει μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξει  καρκίνο του πρωκτού, πιθανότατα λόγω της  αλληλεπίδρασης  με τους ογκογόνους τύπους του ιού  HPV.

 

Ογκογόνοι τύποι του ιού HPV

 

Είναι ενδιαφέρον ότι, οι ασθενείς με καρκίνο του πρωκτού δεν φαίνεται να έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν καρκίνο του παχέος εντέρου και του ορθού ή άλλους καρκίνους σε όργανα της κοιλιακής χώρας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο καρκίνος του πρωκτού δεν συνδέεται αποκλειστικά και μόνο με τη λοίμωξη από HPV. Ορισμένες φορές αναπτύσσεται χωρίς σαφή αιτία.

 

ΑΛΛΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

  • Ηλικία – Αν και ως επί το πλείστον ο καρκίνος του πρωκτού παρουσιάζονται σε άτομα ηλικίας άνω των 55 ετών, πάνω από το 1/3 των ασθενών είναι νεότεροι. Η συχνότητα εμφάνισης καρκίνου του πρωκτού σε σχέση με την ηλικία είναι η ακόλουθη: 0% των ασθενών κάτω από την ηλικία των 20 ετών, 1,1% των ασθενών μεταξύ 20 και 34 ετών,  9,4% των ασθενών μεταξύ 35 και 44 ετών,  24,7% των ασθενών μεταξύ 45 και 54 ετών,  25,0% των ασθενών μεταξύ 55 και 64 ετών,  18,0% των ασθενών μεταξύ 65 και 74 ετών,  15,2% των ασθενών μεταξύ 75 και 84 ετών και 6,6% των ασθενών άνω των 85 ετών. Η συχνότητα εμφάνισης του  καρκίνου του πρωκτού σε νεότερους άνδρες σχετίζεται και με τη λοίμωξη από τον HIV (ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας, τον ιό του AIDS) και έχει αυξηθεί σε ορισμένα μέρη του κόσμου.
  • Πρωκτική σεξουαλική επαφή - Οι άνθρωποι που επιδίδονται σε πρωκτικό σεξ, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο.
  • Σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα - Ασθενείς με πολλαπλούς συντρόφους διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων, όπως HPV και HIV και είναι, ως εκ τούτου, πιο πιθανό να αναπτύξουν καρκίνο του πρωκτού.
  • Κάπνισμα - Επιβλαβείς χημικές ουσίες από το κάπνισμα αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης των περισσότερων μορφών καρκίνου, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του πρωκτού.
  • Ανοσοκαταστολή - Οι ασθενείς με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα, όπως οι μεταμοσχευμένοι ασθενείς που λαμβάνουν φάρμακα για να καταστείλουν το ανοσοποιητικό τους σύστημα και οι ασθενείς με λοίμωξη από HIV, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
  • Χρόνια τοπική φλεγμονή - Οι ασθενείς με μακροχρόνια πρωκτικά συρίγγια ή ανοιχτές πληγές στην περιοχή του πρωκτού διατρέχουν ελαφρώς υψηλότερο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου στην περιοχή της φλεγμονής.
  • Πυελική ακτινοβολία - Άτομα που έχουν υποβληθεί σε ακτινοβολία στην πύελο για καρκίνο του πρωκτού, του προστάτη, της ουροδόχου κύστης ή του τραχήλου επίσης κινδυνεύουν περισσότερο.

 

Η ΠΡΟΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Λίγοι καρκίνοι μπορούν να αποφευχθούν εντελώς, αλλά ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του πρωκτού μπορεί να μειωθεί σημαντικά με την αποφυγή των παραγόντων κινδύνου που αναφέρονται παραπάνω και τη διενέργεια τακτικών εξετάσεων. Η διακοπή του καπνίσματος μειώνει τον κίνδυνο πολλών τύπων καρκίνου, συμπεριλαμβανομένου του καρκίνου του πρωκτού. Αποφεύγοντας το πρωκτικό σεξ και τη μόλυνση από HPV και HIV μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου του πρωκτού. Η χρήση προφυλακτικού σε κάθε είδους σεξουαλική επαφή μπορεί να μειώσει, αλλά όχι και να εξαλείψει, τον κίνδυνο της HPV λοίμωξης. Τα προφυλακτικά δεν εμποδίζουν πλήρως τη μετάδοση του ιού HPV, επειδή ο ιός εξαπλώνεται με την επαφή στο δέρμα και μπορεί να επιβιώσει σε περιοχές που δεν καλύπτονται από το προφυλακτικό.

Τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται έναντι των τύπων HPV που έχουν συσχετιστεί με τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας (ογκογόνοι τύποι) έχουν επίσης αποδειχθεί ότι μειώνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης HGAIN και καρκίνου του πρωκτού (σε άνδρες και γυναίκες), ιδιαίτερα σε εκείνους τους ασθενείς που διατρέχουν τον υψηλότερο κίνδυνο (βλέπε τους παράγοντες κινδύνου που αναφέρονται παραπάνω). Αυτά τα εμβόλια είναι πιο αποτελεσματικά σε άτομα που δεν έχουν ακόμα σεξουαλικές επαφές ή, ακόμα κι αν έχουν, δεν έχουν μέχρι στιγμής μολυνθεί με τον ιό HPV. Το ποια είναι τα καλύτερα εμβόλια HPV, το πόσο συχνά θα πρέπει να γίνονται και το ποιοι θα πρέπει τελικά  να κάνουν τα εμβόλια παραμένει ένα θέμα συζήτησης.

Οι άνθρωποι που έχουν αυξημένες πιθανότητες για καρκίνο του πρωκτού με βάση τους παραπάνω παράγοντες κινδύνου, θα πρέπει να συμβουλευτούν το γιατρό τους σχετικά με το διαθέσιμο προσυμπτωματικό έλεγχο, αν και αυτό δεν έχει πλήρως αποδειχθεί ότι βελτιώνει τα αποτελέσματα σε όλους τους ασθενείς. Οι προσυμπτωματικές εξετάσεις περιλαμβάνουν την κυτταρολογική εξέταση του πρωκτού (μελέτη των  κυττάρων του πρωκτού υπό μικροσκόπιο, αφού προηγουμένως έχει γίνει λήψη δείγματος ιστού από τον πρωκτό με τη χρήση ειδικού βαμβακοφόρου στυλεού – «μπατονέτας» - ή ψήκτρας –«βούρτας»), επίσης γνωστό ως τεστ Παπανικολάου (μοιάζει πολύ με το Pap τεστ, στο οποίο υποβάλλονται οι γυναίκες για την πρόληψη του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας), καθώς και την, υπό μεγέθυνση με τη χρήση ειδικού μικροσκοπίου, πρωκτοσκοπική αξιολόγηση του πρωκτικού αυλού, ο οποίος έχει «βαφτεί» με ειδικά διαλύματα (πρωκτοσκόπηση υψηλής ανάλυσης, High Resolution Anoscopy, HRA). Έτσι, σε εξωτερική βάση ή στο χειρουργείο, μπορούν να ανευρεθούν και να εκτιμηθούν οι προκακοήθεις και οι κακοήθεις αλλοιώσεις του πρωκτού.

 

To Pap τεστ του πρωκτού

 

Ο έγκαιρος εντοπισμός και η θεραπεία των προκακοήθων αλλοιώσεων στον πρωκτό μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη του καρκίνου του πρωκτού. Αν και η αποτελεσματικότητα αυτού του προσυμπτωματικού ελέγχου στην πρόληψη του καρκίνου του πρωκτού δεν έχει πλήρως επιβεβαιωθεί, εντούτοις θεωρείται ότι είναι ανάλογη με εκείνη που προσφέρει η διενέργεια του τεστ Παπανικολάου στην πρόληψη  του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Δεν είναι σαφές πόσο συχνά θα πρέπει να γίνεται το τεστ Παπανικολάου ή η HRA στον πρωκτό ώστε να προλαμβάνεται επαρκώς ο καρκίνος του πρωκτού.

Αν εντοπιστούν προκαρκινικές αλλοιώσεις στον πρωκτό, όπως η HGAIN, τότε αυτές μπορούν να αντιμετωπιστούν με μια σειρά μεθόδων ούτως ώστε να αποτραπεί η ανάπτυξή τους σε καρκίνο του πρωκτού, αν και δεν πρόκειται όλες αυτές οι αλλοιώσεις να μετεξελιχθούν σε καρκίνο. Μάλιστα, το ποσοστό του καρκίνου που αναπτύσσεται σε έδαφος HGAIN πιστεύεται ότι είναι μικρότερο από το 10% σε άτομα με φυσιολογικό ανοσοποιητικό σύστημα, αλλά μπορεί να φτάσει έως και το 50% σε ασθενείς με HIV. Στις μεθόδους θεραπείας περιλαμβάνονται η εκτομή, η ηλεκτροκαυτηρίαση (εστιασμένη εφαρμογή του ηλεκτρικού ρεύματος), το λέιζερ, οι υπέρυθρες θεραπείες, η φωτοθεραπεία, η ακτινοθεραπεία, οι κρέμες χημειοθεραπείας (5-φθοριοουρακίλη ή 5-FU), ή η τοπική εφαρμογή άλλων φαρμάκων. Καμία από αυτές τις θεραπείες δεν έχει μελετηθεί εκτενέστατα και  καμία δεν είναι ολοκληρωτικά αποτελεσματική. Όλες τους έχουν πιθανές παρενέργειες, ενώ απαιτούν μακροχρόνια παρακολούθηση για να επιβεβαιωθεί η επιτυχία τους. Ο ασθενής πρέπει να συμβουλεύεται τον χειρουργό παχέος εντέρου και πρωκτού  προκειμένου να καταλήξουν από κοινού στην κατάλληλη θεραπεία εφόσον έχουν εντοπιστεί προκαρκινικές αλλοιώσεις στον πρωκτό.

 

ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Ενώ μέχρι και το 20% των ασθενών με  καρκίνο του πρωκτού ενδέχεται να μην παρουσιάζουν καθόλου συμπτώματα, σε πολλές περιπτώσεις ο καρκίνος μπορεί να διαγνωσθεί νωρίς, επειδή ο πρωκτός είναι το τελικό τμήμα του πεπτικού σωλήνα, και, επομένως εύκολα προσβάσιμος στην απλή κλινική εξέταση που διενεργεί ο γιατρός. Δυστυχώς, πολλές φορές συμπτώματα δεν εμφανίζονται μέχρι ο καρκίνος να έχει αναπτυχθεί αρκετά ή και να έχει εξαπλωθεί. Είναι επομένως, πολύ σημαντικό οι ασθενείς να γνωρίζουν εκ των προτέρων τα συμπτώματα που σχετίζονται με τον καρκίνο του πρωκτού, έτσι ώστε μόλις παρατηρήσουν ορισμένα από αυτά να προστρέξουν στον εξειδικευμένο χειρουργό και να γίνει άμεσα και έγκαιρα η διάγνωσή του.

Τα συχνότερα συμπτώματα που προκαλεί ο καρκίνος του πρωκτού είναι:

  • Η αιμορραγία από το ορθό ή τον πρωκτό
  • Η αίσθηση μίας μάζας, ενός «μπουκώματος» στο πρωκτικό άνοιγμα
  • Ο επίμονος ή επαναλαμβανόμενος πόνος στην περιοχή του πρωκτού
  • Η επίμονη ή υποτροπιάζουσα φαγούρα
  • Η αλλαγή στη συνήθη λειτουργία του εντέρου (περισσότερες ή λιγότερες κινήσεις του εντέρου) ή παρατεταμένη προσπάθεια κατά την κένωση
  • Η αλλαγή στο σχήμα των κοπράνων (γίνονται πιο λεπτά)
  • Παρουσία βλέννης ή πύου στον πρωκτό
  • Πρησμένοι λεμφαδένες στη βουβωνική χώρα

Αυτά τα συμπτώματα μπορεί επίσης να συνοδεύουν λιγότερο σοβαρές παθήσεις, όπως αιμορροΐδες, αλλά δεν πρέπει ποτέ κάτι τέτοιο να θεωρείται δεδομένο και να καθησυχάσει τον ασθενή αποφεύγοντας με τον τρόπο αυτό την επίσκεψή του στο γιατρό. Περισσότερο από το 50% των περιστατικών καρκίνου του πρωκτού έχουν καθυστερημένη ή λανθασμένη διάγνωση, επειδή τα συμπτώματα δεν λαμβάνονται ορθώς υπ’ όψιν ή ακόμα επειδή δεν παρουσιάζεται κανένα σύμπτωμα. Αν έχετε κάποιο από τα συμπτώματα που αναφέρονται παραπάνω, επικοινωνήστε με το γιατρό σας ή απευθείας με έναν εξειδικευμένο χειρουργό παχέος εντέρου και πρωκτού.


Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Ο καρκίνος του πρωκτού ανευρίσκεται συνήθως στην εξέταση του πρωκτικού σωλήνα με τη δακτυλική εξέταση, όταν παρουσιάζονται τα συμπτώματα που αναφέρονται παραπάνω. Μπορεί επίσης να βρεθεί στα πλαίσια ενός ελέγχου ρουτίνας, όπως είναι για παράδειγμα στη δακτυλική εξέταση του ορθού για έλεγχο του προστάτη, στην κοινή γυναικολογική εξέταση, καθώς και σε απεικονιστικές ή άλλες εξετάσεις που συνιστώνται για την πρόληψη ή τη διάγνωση καρκίνου του παχέος εντέρου (κολονοσκόπηση, ανάλυση κοπράνων), ή ακόμη και κατά τον χρόνο μίας χειρουργικής επέμβασης στον πρωκτό για άλλη πάθηση, όπως είναι οι αιμορροΐδες. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχουν εξετάσεις αίματος για τη διάγνωση του καρκίνου του πρωκτού.

 

Η δακτυλική εξέταση του πρωκτού

 

Εάν ανευρεθεί μία μη φυσιολογική μάζα ή άλλη αλλοίωση στον πρωκτό πραγματοποιείται αρχικά μία πρωκτοσκόπηση, δηλαδή εξέταση του πρωκτικού σωλήνα με ένα κοντό, άκαμπτο ενδοσκόπιο. Εάν μία ανώμαλη περιοχή επιβεβαιωθεί, μπορεί να πραγματοποιηθεί βιοψία για να προσδιοριστεί η ακριβής διάγνωση. Η λήψη δείγματος ιστού για  να σταλεί προς βιοψία μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε σε εξωτερική βάση με τοπική αναισθησία είτε μέσα στη χειρουργική αίθουσα με ολική αναισθησία. Εάν ο καρκίνος του πρωκτού επιβεβαιωθεί παθολογοανατομικά, θα πρέπει να γίνουν επιπλέον εξετάσεις για να διαπιστωθεί η έκτασή του καρκίνου, οι οποίες θα βοηθήσουν στην σταδιοποίησή του. Οι εξετάσεις αυτές βοηθούν στον καθορισμό του σταδίου του καρκίνου στο πρωκτό και, ως εκ τούτου, θα βοηθήσουν  το γιατρό  να διαμορφώσει το τελικό θεραπευτικό πλάνο.


Η ΣΤΑΔΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Το στάδιο του καρκίνου δείχνει πόσο προχωρημένος είναι ο καρκίνος, σε ό,τι αφορά τόσο την τοπική του ανάπτυξη (το μέγεθος του όγκου και το κατά πόσο έχει εξαπλωθεί τοπικά, έχει δηλαδή διηθήσει  άλλες σημαντικές δομές πλησίον του αρχικού σημείου εμφάνισής του), όσο και την απομακρυσμένη του εξάπλωση, όταν ο καρκίνος έχει κάνει μετάσταση σε άλλα όργανα ή απομακρυσμένους λεμφαδένες. Μόλις ο καρκίνος διαγνωστεί, ο γιατρός μπορεί να εκτελέσει μια σειρά από εξετάσεις για τον προσδιορισμό του σταδίου του καρκίνου. Η σταδιοποίηση βοηθά στο να καθοριστεί η προσδοκώμενη πορεία και η επιβίωση του ασθενούς  μέσω των θεραπειών που θα πρέπει, κατά περίπτωση, να ακολουθηθούν. Όταν ο καρκίνος του πρωκτού εξαπλώνεται, τότε μπορεί να προσβάλει λεμφαδένες της βουβωνικής χώρας ή λεμφαδένες στην κοιλιά ή άλλα όργανα όπως το ήπαρ, τους πνεύμονες και τα οστά.  Περίπου στο 15% - 30% των ασθενών που θα διαγνωσθούν, ο καρκίνος του πρωκτού θα έχει ήδη εξαπλωθεί στους λεμφαδένες, ενώ στο 10 - 17% των ασθενών θα έχει εξαπλωθεί σε άλλα όργανα.

Ο καρκίνος αρχικά σταδιοποιείται  με τη δακτυλική εξέταση, οπότε ο γιατρός εξετάζει τον πρωκτικό σωλήνα για  να εκτιμήσει το μέγεθος του όγκου και προς ποια κατεύθυνση μεγαλώνει. Επίσης, ελέγχει εάν στη βουβωνική περιοχή ή σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του σώματος  υπάρχουν διογκωμένοι λεμφαδένες, οπότε μπορεί να χρησιμοποιήσει μία μικρή βελόνα για να λάβει δείγμα για κυτταρολογική εξέταση (αναρρόφηση με λεπτή βελόνα, Fine Needle Aspiration, FNA). H γυναικολογική εξέταση θα πρέπει να γίνεται σε όλες τις γυναίκες με καρκίνο του πρωκτού, λόγω της σχέσης του καρκίνου του πρωκτού με εκείνον του τραχήλου της μήτρας. Οι ασθενείς με καρκίνο πρωκτού, πρέπει να υποβάλλονται σε κολονοσκόπηση, ειδικά εάν δεν είχαν ποτέ κολονοσκοπηθεί, παρά το γεγονός ότι,  λόγω ηλικίας ή άλλων παραγόντων κινδύνου για ανάπτυξη καρκίνου παχέος εντέρου, θα έπρεπε κάτι τέτοιο να είχε ήδη γίνει.

Χρήσιμες εξετάσεις είναι το ενδοπρωκτικό υπερηχογράφημα του πρωκτού (Endoanal Ultrasound, EUS) και η μαγνητική τομογραφία (Magnetic Resonance Imaging, MRI) για να εκτιμηθεί το μέγεθος του καρκίνου, η εξάπλωσή του σε άλλες δομές, και η διόγκωση των λεμφαδένων. Επίσης, η αξονική τομογραφία κοιλίας, πυέλου και θώρακος είναι απαραίτητη για την ανίχνευση  εστιών καρκίνου  και σε άλλα σημεία του σώματος. Τέλος, αν υπάρχουν στην αξονική τομογραφία (CT) ασαφείς περιοχές που προκαλούν ανησυχία, τότε μπορεί να ζητηθεί από τον ασθενή να υποβληθεί σε ΡΕΤ scan  για να διαπιστωθεί εάν πρόκειται για μεταστάσεις ή όχι.

 

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Η θεραπεία στις περισσότερες περιπτώσεις καρκίνου του πρωκτού είναι πολύ αποτελεσματική. Υπάρχουν 3 τύποι θεραπείας που χρησιμοποιούνται:

  • Χειρουργική: Πρόκειται για επέμβαση κατά τη διάρκεια της οποίας πραγματοποιείται η αφαίρεση του καρκίνου. Σε ορισμένες περιπτώσεις εάν πρόκειται για ένα πολύ μικρό ή αρχικού σταδίου όγκο, αυτός μπορεί να αφαιρεθεί χειρουργικά με τοπική εκτομή, χωρίς να υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω ενέργειες και με ελάχιστη βλάβη των μυών του σφιγκτήρα που είναι σημαντικοί για τον έλεγχο του εντέρου και την εγκράτεια. Άλλοτε απαιτείται μία πιο εκτεταμένη χειρουργική επέμβαση που με τη σειρά της μπορεί να οδηγήσει στην αφαίρεση του πρωκτού, του ορθού και του σφιγκτήρα και συνακόλουθα στη δημιουργία μίας μόνιμης κολοστομίας (όπου το παχύ έντερο - κόλον φέρεται έξω στο δέρμα του κοιλιακού τοιχώματος και συνδέεται με ένα σακουλάκι, όπου συλλέγονται τα κόπρανα). Αυτή η εκτεταμένη επέμβαση ονομάζεται  κοιλιοπερινεϊκή εκτομή και μέχρι τη δεκαετία του 1970, οπότε και διαπιστώθηκε η αποτελεσματικότητα της ακτινοβολίας και της χημειοθεραπείας στον καρκίνο του πρωκτού, ήταν η κύρια θεραπεία για τον καρκίνο του πρωκτού. Η χειρουργική επέμβαση εκτελείται, όταν οι άλλες θεραπείες, δηλαδή ο συνδυασμός της χημειοθεραπείας με την ακτινοθεραπεία αποτύχουν και ο καρκίνος εξακολουθεί να υπάρχει τοπικά στον πρωκτό μέσα σε διάστημα 6 μηνών από την ολοκλήρωσή τους, ή όταν ο καρκίνος υποτροπιάζει, δηλαδή επανεμφανίζεται σε τοπικό επίπεδο στον πρωκτό σε διάστημα μεγαλύτερο των 6 μηνών, αν και αρχικά φάνηκε ότι είχε θεραπευθεί επιτυχώς, ή όταν ο ασθενής δεν είναι υποψήφιος για άλλες θεραπευτικές επιλογές, πιθανότητα λόγω του όγκου και της έκτασης του καρκίνου (καθυστερημένη διάγνωση, άρα προχωρημένο στάδιο). Ο κίνδυνος επιπλοκών μετά από μείζονα χειρουργική επέμβαση είναι υψηλότερος, καθώς παρατηρούνται κυρίως λοίμωξη και προβλήματα επούλωσης της τομής σε ποσοστό έως 80% των ασθενών που υποβλήθηκαν σε χημειοθεραπεία και ακτινοβολία λόγω καρκίνου στον πρωκτό και τελικά χρειάστηκαν κοιλιοπερινεϊκή εκτομή, λόγω της επιμονής ή της επανεμφάνισης του καρκίνου. Ενώ η ποιότητα της ζωής μπορεί να επηρεαστεί αρνητικά από την παρουσία της κολοστομίας, παρά ταύτα πολλοί ασθενείς θα ζήσουν μία φυσιολογική ζωή, θα διατηρήσουν ένα δραστήριο τρόπο ζωής και θα εργάζονται κανονικά. Με τη χειρουργική επέμβαση μπορεί μερικές φορές επίσης να αφαιρεθούν περιοχές στον πρωκτό όπου έχει εξαπλωθεί ο καρκίνος, συμπεριλαμβανομένων των λεμφαδένων στη βουβωνική χώρα και σε άλλα όργανα. Δεν είναι όλοι οι ασθενείς υποψήφιοι να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση, ειδικά αν άλλα προβλήματα υγείας καθιστούν μία τέτοια απόφαση επισφαλή.

Κοιλιοπερινεϊκή εκτομή

(Τροποποιημένο από: https://www.fascrs.org)

 

  • Ακτινοθεραπεία: Υψηλής δόσης ακτίνες Χ χρησιμοποιούνται για να καταστρέψουν τα καρκινικά κύτταρα. Ο καρκίνος του πρωκτού είναι μια μορφή καρκίνου πολύ ευαίσθητη στην ακτινοβολία, που σημαίνει ότι ανταποκρίνεται καλά σε αυτό το είδος της θεραπείας (ειδικά όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με τη χημειοθεραπεία). Συνήθως, παράλληλα με την πάσχουσα περιοχή ακτινοβολούνται και η βουβωνική χώρα, σε μία προσπάθεια να καταστραφούν τυχόν καρκινικά κύτταρα που ενδέχεται να έχουν εξαπλωθεί στους λεμφαδένες της περιοχής αυτής. Επιπλοκές από την ακτινοβολία εμφανίζονται σε έως και 40-60% των ασθενών και μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν βλάβες και εγκαύματα του δέρματος, στένωση του πρωκτικού καναλιού από ουλές, έλκη στον πρωκτό ή στο ορθό, διάρροια  ακόμη και ακράτεια, φλεγμονές στην ουροδόχο κύστη (κυστίτιδα), ή αποφράξεις του εντέρου από βλάβες της ακτινοβολίας (εντερίτιδα). Υπάρχει, επίσης, ο κίνδυνος ανάπτυξης άλλων τύπων καρκίνων σε δεύτερο χρόνο λόγω της ακτινοθεραπείας. Οποιαδήποτε από τις επιπλοκές της ακτινοβολίας μπορεί να συμβεί τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα μετά το πέρας των θεραπειών. Μερικοί νεότεροι τύποι θεραπείας με ακτινοβολία (όπως για παράδειγμα, η διαμορφούμενης έντασης ακτινοθεραπεία ή IMRT) μπορεί να θεωρηθεί ότι επιχειρούν να περιορίσουν τις ως άνω παρενέργειες της ακτινοβολίας.
  • Χημειοθεραπεία: Κατά τη διάρκειά της χορηγούνται φάρμακα συνήθως ενδοφλεβίως (απευθείας στη φλέβα), για να εξοντώσουν τα καρκινικά κύτταρα. Αυτές οι θεραπείες αποδείχθηκε ότι εξασφαλίζουν πρόσθετο όφελος όταν συνδυάζονται με ακτινοβολία και έτσι αυξάνεται η πιθανότητα να αποφευχθεί τελικά η χειρουργική επέμβαση. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται συνήθως για τον καρκίνο του πρωκτού περιλαμβάνουν τη 5-φθοροουρακίλη ή 5-FU, τη μιτομυκίνη C, και την cis-πλατίνη. Αυτά τα φάρμακα έχουν παρενέργειες, όπως ναυτία, εμετό, διάρροια, απώλεια μαλλιών, ελάττωση της ανοσολογικής ικανότητας του μυελού των οστών, πνευμονικές βλάβες, αλλαγές στη νευρική λειτουργία των χεριών και των ποδιών κ.ά. Ακόμη και θάνατος μπορεί να επέλθει από τη χρήση αυτών των φαρμάκων, αλλά αυτό είναι σπάνιο (λιγότερο από 5%) και συνήθως εμφανίζεται σε ασθενείς που αντιμετωπίζουν και άλλες παθήσεις ήδη πριν από τη θεραπεία. Η συνδυασμένη θεραπεία δηλαδή η ταυτόχρονη χορήγηση της ακτινοβολίας και της χημειοθεραπείας θεωρείται πλέον η τυπική θεραπεία για τους περισσότερους καρκίνους του πρωκτού. Αν και αυτός ο συνδυασμός μπορεί να έχει υψηλότερο κίνδυνο παρενεργειών, έχει επιδείξει το καλύτερο ποσοστό μακροχρόνιας επιβίωσης από τον  καρκίνο του πρωκτού, με έως και 70-90% των ασθενών να ζουν ελεύθεροι νόσου για τουλάχιστον 5 χρόνια μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας. Εάν ο καρκίνος επανεμφανίζεται ή επιμένει, η χειρουργική επέμβαση, όπως η κοιλιοπερινεϊκή εκτομή, μπορεί  ενδεχομένως να θεραπεύσει τον καρκίνο, αλλά όχι με την ίδια επιτυχία (μελέτες δείχνουν ότι μετά την αποτυχία χημειοθεραπείας και ακτινοβολίας, το ποσοστό των ασθενών που ζουν ελεύθεροι νόσου  για τουλάχιστον 5 έτη από τη χειρουργική επέμβαση κυμαίνεται από 24% έως 69%). Παρά ταύτα, η πλειονότητα των ασθενών με καρκίνο του πρωκτού είναι σε θέση να αποφύγουν την ανάγκη για μόνιμη κολοστομία. Σε περίπτωση που ο ασθενής δεν υποβληθεί σε καμία θεραπεία,  ο καρκίνος θα συνεχίσει να μεγαλώνει και πιθανότατα να  εξαπλώνεται. Εάν ο καρκίνος αναπτύσσεται σε τοπικό επίπεδο, μπορεί να προκαλέσει απόφραξη του εντέρου, συρίγγιο μεταξύ του πρωκτού και άλλων οργάνων (για παράδειγμα, με  τον κόλπο ή την ουροδόχο κύστη), πόνο καθώς διηθεί νεύρα ή άλλες δομές, αιμορραγία, ακράτεια και άλλα συμπτώματα. Από τη στιγμή που ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί, οι περισσότεροι ασθενείς δεν θα ζήσουν για περισσότερο από 1-2 χρόνια χωρίς θεραπεία. Παυσίπονα, παρηγορικές  χειρουργικές επεμβάσεις και υποστηρικτική φροντίδα μπορούν συχνά να βοηθήσουν τους ασθενείς να αντέξουν σε ικανοποιητικό βαθμό τις επιπτώσεις ενός προχωρημένου  καρκίνου του πρωκτού.



Η ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

 Η επισταμένη, επιμελής και τυπική παρακολούθηση προκειμένου να   αξιολογούνται τα αποτελέσματα της θεραπείας και να ελέγχεται η τυχόν εμφάνιση υποτροπής  είναι πολύ σημαντική. Οι περισσότεροι καρκίνοι του πρωκτού αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά με συνδυασμένη θεραπεία (ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία) ή/και με χειρουργική επέμβαση, όπως αναφέρεται παραπάνω. Παράλληλα, ακόμα και όταν ο καρκίνος επανεμφανίζεται παρά τη θεραπεία, μπορεί με επιτυχία να αντιμετωπιστεί με χειρουργική επέμβαση, εάν διαγνωσθεί εγκαίρως, γεγονός που σημαίνει ότι υπάρχει απόλυτη ανάγκη οι ασθενείς να αναφέρουν τυχόν σχετικά συμπτώματα στους θεράποντες ιατρούς τους αμέσως. Μια προσεκτική δακτυλική εξέταση και, εάν χρειάζεται, η πρωκτοσκόπηση καθώς και η κλινική εξέταση από έναν έμπειρο παθολόγο ή από το χειρουργό του παχέος εντέρου και του πρωκτού σε τακτά χρονικά διαστήματα είναι η πιο σημαντική μέθοδος παρακολούθησης. Η παρακολούθηση πρέπει να γίνεται κάθε 3-6 μήνες για τα πρώτα 2 έτη μετά τη διάγνωση, στη συνέχεια, κάθε 6-12 μήνες μέχρι 5 χρόνια από τη διάγνωση και, μετά το πέρας της 5ετίας, μία φορά το χρόνο. Συμπληρωματικές εξετάσεις που επίσης προτείνονται, ειδικά εάν υπάρχει υποψία για  επανεμφάνιση του καρκίνου, συμπεριλαμβάνουν  το ενδοπρωκτικό υπερηχογράφημα, την αξονική τομογραφία, τη μαγνητική τομογραφία και το PET scan.

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Οι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ειδικοί στη χειρουργική και στη μη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού. Έχουν ολοκληρώσει ένα πλήρως δομημένο πρόγραμμα εξειδίκευσης και προηγμένης χειρουργικής εκπαίδευσης στη θεραπεία των ασθενειών αυτών, ενώ προηγουμένως έχουν πλήρως καταρτιστεί στη γενική χειρουργική και έχουν λάβει το σχετικό τίτλο ειδικότητας. Συνήθως έχουν πιστοποιηθεί ως ειδικοί χειρουργοί, έχοντας λάβει τίτλο εξειδίκευσης μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε σχετικές Ευρωπαϊκές ή Αμερικανικές εξετάσεις εξειδίκευσης. Είναι εξαιρετικά έμπειροι στην αντιμετώπιση τόσο των καλοήθων, όσο και των κακοήθων νόσων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού και είναι σε θέση να αξιολογήσουν διαγνωστικά, να οργανώσουν τον απαραίτητο έλεγχο των ασθενών, να προτείνουν την κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική  και να προβούν στην εξειδικευμένη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων που άπτονται του ειδικότερου γνωστικού τους αντικειμένου.

Οι ενημερωτικές πληροφορίες που παρατίθενται είναι αντίστοιχες με εκείνες που η Αμερικάνικη Εταιρεία Χειρουργών Παχέος Εντέρου και Πρωκτού (American Society of Colon and Rectal Surgeons, ASCRS) έχει επιλέξει να βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών.  Σκοπό έχουν να ενημερώσουν το ευρύ κοινό για τις πιο κοινές παθολογίες (καλοήθεις και κακοήθεις) που αφορούν στο παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε ασθενής που θα ανατρέξει σε αυτές και, ενδεχομένως, θα αναγνωρίσει κάποια από τα δικά του συμπτώματα, αυτομάτως είναι και σε θέση με μόνη την ανάγνωσή τους να προβεί σε αυτοδιάγνωση, ή ίσως, και αυτοθεραπεία. Σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνεται η επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση του ασθενούς να προστρέξει σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό, αμέσως μόλις παρατηρήσει το παραμικρό σύμπτωμα.

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ;

Τα κονδυλώματα πρωκτού (ονομάζονται επίσης "οξυτενή κονδυλώματα") είναι μία πάθηση που προσβάλει την περιοχή γύρω και μέσα  στον πρωκτό. Τα κονδυλώματα μπορεί να προσβάλουν και το δέρμα των γεννητικών οργάνων. Εμφανίζονται για πρώτη φορά ως μικροσκοπικές κηλίδες ή δερματικές υπερπλασίες, συνήθως καφέ χρώματος, με μέγεθος από τόσο μικρό όσο το κεφάλι μιας καρφίτσας έως τόσο εκτεταμένο, ώστε τα κονδυλώματα να καλύπτουν ολόκληρη την περιοχή του πρωκτού. Ως επί το πλείστον δεν προκαλούν πόνο ή δυσφορία και οι ασθενείς μπορεί να αγνοούν την παρουσία κονδυλωμάτων. Ορισμένοι ασθενείς θα εμφανίσουν συμπτώματα όπως κνησμό, αιμορραγία, βλέννη ή θα παραπονεθούν για ένα αίσθημα ξένου σώματος στην περιοχή του πρωκτού.

 

Κονδυλώματα πρωκτού

(Τροποποιημένο από: https://www.fascrs.org)

 

ΤΙ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΠΡΩΚΤΟ;

Τα κονδυλώματα προκαλούνται από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων (HPV), ο οποίος μεταδίδεται από άτομο σε άτομο με άμεση επαφή. Ο ιός HPV θεωρείται ότι είναι το πιο κοινό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα. Η πρωκτική επαφή δεν είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη των πρωκτικών κονδυλωμάτων. Κάθε είδους επαφή με την πρωκτική περιοχή (επαφή με το χέρι, εκκρίσεις από έναν σεξουαλικό σύντροφο) μπορεί να οδηγήσει σε μόλυνση από τον ιό HPV. Η έκθεση στον ιό θα μπορούσε να έχει συμβεί πριν από πολλά χρόνια ή και από προηγούμενους ερωτικούς συντρόφους, ωστόσο μόλις πρόσφατα μπορεί να εκδηλωθεί με τη μορφή των κονδυλωμάτων.

 

ΠΩΣ ΔΙΑΓΙΓΝΩΣΚΟΝΤΑΙ  ΤΑ ΠΡΩΚΤΙΚΑ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ;

Παρά το γεγονός ότι είναι, ίσως, ένα ευαίσθητο και δύσκολο θέμα συζήτησης, ο γιατρός σας στην προσπάθειά του να λάβει ένα αναλυτικό ιστορικό, ενδέχεται να συμπεριλάβει ερωτήσεις που αφορούν σε παράγοντες κινδύνου, όπως προγενέστερες  πρωκτικές επαφές, ένα θετικό τεστ HIV ή ένα χρονίως εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα (φάρμακα για τους μεταμοσχευμένους ασθενείς, φλεγμονώδης νόσος του εντέρου , ρευματοειδής αρθρίτιδα, κλπ).

Η κλινική εξέταση πρέπει να επικεντρωθεί στην ορθοπρωκτική περιοχή και στο περίνεο, δηλαδή την περιοχή που περιλαμβάνει το πέος ή την περιοχή του κόλπου προκειμένου την αναζήτηση των κονδυλωμάτων. Η δακτυλική εξέταση είναι απαραίτητη για να αποκλειστεί οποιαδήποτε μάζα. Η πρωκτοσκόπηση συνήθως εκτελείται για να κοιτάξουμε μέσα στο πρωκτικό κανάλι για επιπλέον κονδυλώματα. Αυτό περιλαμβάνει την εισαγωγή ενός μικρού οργάνου, μεγέθους ενός δακτύλου, στον πρωκτό για να βοηθήσει την απεικόνιση της περιοχής. Η κολπική εξέταση των γυναικών είναι επίσης απαραίτητη.


ΠΩΣ ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΘΩ ΑΠΟ ΤΑ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ;

Ο ασφαλέστερος τρόπος για να προστατεύσετε τον εαυτό σας από την έκθεση στον ιό HPV ή σε οποιοδήποτε άλλο σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα, είναι να χρησιμοποιείτε προφυλάξεις κατά τη διάρκεια της ερωτικής επαφής. Αποφύγετε τη σεξουαλική επαφή με άτομα που έχουν πρωκτικά ή κονδυλώματα των γεννητικών οργάνων. Επειδή πολλά άτομα μπορεί να μην γνωρίζουν ότι είναι φορείς του ιού, η χρήση προφυλακτικού ή ο περιορισμός της σεξουαλικής επαφής με ένα σύντροφο θα μειώσει την μεταδοτικότητα του ιού που προκαλεί κονδυλώματα. Ωστόσο, η χρήση προφυλακτικού κάθε φορά που έχετε οποιοδήποτε είδος επαφής μπορεί να μειώσει, αλλά όχι να εξαλείψει εντελώς, τον κίνδυνο της μόλυνσης από τον ιό HPV, καθώς αυτός μεταδίδεται από την επαφή με το δέρμα και μπορεί να ζήσει σε περιοχές που δεν καλύπτονται από το προφυλακτικό.

Το εγκεκριμένο εμβόλιο Gardasil είναι το εμβόλιο ενάντια σε ορισμένους τύπους του ιού HPV που είναι υπεύθυνοι για τον  καρκίνο του τραχήλου της μήτρας και άλλους καρκίνους σχετιζόμενους με τον ιό HPV. Ενδείκνυται σε άτομα ηλικίας 9 έως 26 ετών, κατά προτίμηση πριν από την έκθεση στον ιό HPV μέσω της σεξουαλικής δραστηριότητας για την πρόληψη της ανάπτυξης των καρκίνων που σχετίζονται με τον ιό HPV, αλλά και συναφών προκαρκινικών βλαβών. Ο γιατρός σας θα σας ενημερώσει σχετικά με το εμβόλιο. Ωστόσο, η συμβολή του εμβολίου για την πρόληψη των κονδυλωμάτων και του καρκίνου του πρωκτού είναι άγνωστη.

 

ΠΡΕΠΕΙ ΠΑΝΤΑ ΝΑ ΑΦΑΙΡΟΥΝΤΑΙ ΤΑ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Ναι, γιατί αν δεν αφαιρεθούν, τα κονδυλώματα συνήθως μεγαλώνουν και πολλαπλασιάζονται. Εάν αφεθούν χωρίς θεραπεία, συντρέχει αυξημένος κίνδυνος καρκίνου του πρωκτού στην πάσχουσα περιοχή. Παρά ταύτα, ο καρκίνος του πρωκτού είναι πολύ σπάνιος.

 

ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΟΝΤΑΙ ΤΑ ΚΟΝΔΥΛΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Τα κονδυλώματα που βρίσκονται εσωτερικά του πρωκτού ενδέχεται να μην ανταποκριθούν σε τοπική θεραπεία, έτσι μπορεί να απαιτηθεί χειρουργική επέμβαση. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν:

  • Εφαρμογή σκευασμάτων τοπικά: στην ουσία πρόκειται για κρέμες ή αλοιφές που όμως, λειτουργούν αποτελεσματικότερα εφόσον τα κονδυλώματα είναι πολύ μικρά και βρίσκονται μόνο στο δέρμα γύρω από τον πρωκτό.
  • Κρυοπηξία: μέθοδος που καταστρέφει τα κονδυλώματα με το ψύχος που προκαλείται από την εφαρμογή υγρού αζώτου.
  • Τοπική χρήση φαρμάκων που θα καυτηριάσουν τα κονδυλώματα (τριχλωρο-οξεικό οξύ, ποδοφυλλίνη).
  • Χειρουργική επέμβαση: Όταν τα κονδυλώματα είναι είτε πολύ μεγάλα για τις προαναφερθείσες θεραπείες ή είναι στο εσωτερικό του πρωκτού, προτείνεται η χειρουργική τους αφαίρεση. Κατά τη διάρκειά της, ο ασθενής βρίσκεται υπό αναισθησία, το είδος της οποίας εξαρτάται από τον αριθμό και την ακριβή θέση των κονδυλωμάτων που αφαιρούνται. Όταν υπάρχουν πολλά κονδυλώματα, ο χειρουργός σας μπορεί να εκτελέσει τη χειρουργική επέμβαση σε στάδια. Μία λεπτομερής εξέταση του πρωκτικού καναλιού είναι απαραίτητη, ούτως ώστε να εντοπισθούν και θεραπευθούν τυχόν επιπλέον αλλοιώσεις.

 

ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ

Γενικά ένας ήπιος πόνος και μία αναμενόμενη δυσφορία διαρκούν μερικές ημέρες. Ασθενείς που έλαβαν θεραπεία σε εξωτερική βάση και δεν χρειάστηκε να νοσηλευτούν, μπορούν να επιστρέψουν στην εργασία τους αμέσως. Εκείνοι που υπεβλήθησαν σε χειρουργική επέμβαση, μπορούν συνήθως να επιστρέψουν στην εργασία τους την επόμενη μέρα, ενώ άλλοι που υπεβλήθησαν σε μία πιο εκτεταμένη χειρουργική επέμβαση, θα χρειαστεί να παραμείνουν στο σπίτι για αρκετές ημέρες έως εβδομάδες.

Τα κονδυλώματα μπορεί να επανεμφανισθούν μετά την επιτυχή αφαίρεσή τους. Αυτό συμβαίνει επειδή ο ιός HPV παραμένει αδρανής για ένα χρονικό διάστημα στους ιστούς του σώματος. Όταν τα κονδυλώματα παρουσιαστούν εκ νέου, συνήθως αντιμετωπίζονται με τοπικές θεραπείες. Εάν, όμως, η κατάσταση παραμεληθεί και ο αριθμός των κονδυλωμάτων αυξηθεί, τότε πιθανότατα ο ασθενής να χρειαστεί να χειρουργηθεί.

Είναι σημαντικό να συζητήσετε με τον εξειδικευμένο χειρουργό παχέος εντέρου και πρωκτού,  πόσο συχνά θα πρέπει να προγραμματίζετε τις τακτικές επισκέψεις παρακολούθησης. Κατά τις επισκέψεις αυτές, θα υποβάλλεστε σε λεπτομερή κλινική εξέταση, ώστε να βεβαιωθεί ο γιατρός σας ότι όλα τα κονδυλώματα έχουν αφαιρεθεί, ενώ ταυτόχρονα δεν έχουν σχηματισθεί νέα.

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Οι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ειδικοί στη χειρουργική και στη μη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού. Έχουν ολοκληρώσει ένα πλήρως δομημένο πρόγραμμα εξειδίκευσης και προηγμένης χειρουργικής εκπαίδευσης στη θεραπεία των ασθενειών αυτών, ενώ προηγουμένως έχουν πλήρως καταρτιστεί στη γενική χειρουργική και έχουν λάβει το σχετικό τίτλο ειδικότητας. Συνήθως έχουν πιστοποιηθεί ως ειδικοί χειρουργοί, έχοντας λάβει τίτλο εξειδίκευσης μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε σχετικές Ευρωπαϊκές ή Αμερικανικές εξετάσεις εξειδίκευσης. Είναι εξαιρετικά έμπειροι στην αντιμετώπιση τόσο των καλοήθων, όσο και των κακοήθων νόσων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού και είναι σε θέση να αξιολογήσουν διαγνωστικά, να οργανώσουν τον απαραίτητο έλεγχο των ασθενών, να προτείνουν την κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική  και να προβούν στην εξειδικευμένη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων που άπτονται του ειδικότερου γνωστικού τους αντικειμένου.

Οι ενημερωτικές πληροφορίες που παρατίθενται είναι αντίστοιχες με εκείνες που η Αμερικάνικη Εταιρεία Χειρουργών Παχέος Εντέρου και Πρωκτού (American Society of Colon and Rectal Surgeons, ASCRS) έχει επιλέξει να βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών.  Σκοπό έχουν να ενημερώσουν το ευρύ κοινό για τις πιο κοινές παθολογίες (καλοήθεις και κακοήθεις) που αφορούν στο παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε ασθενής που θα ανατρέξει σε αυτές και, ενδεχομένως, θα αναγνωρίσει κάποια από τα δικά του συμπτώματα, αυτομάτως είναι και σε θέση με μόνη την ανάγνωσή τους να προβεί σε αυτοδιάγνωση, ή ίσως, και αυτοθεραπεία. Σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνεται η επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση του ασθενούς να προστρέξει σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό, αμέσως μόλις παρατηρήσει το παραμικρό σύμπτωμα.

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΠΡΩΚΤΙΚΟ ΠΡΩΚΤΙΚΟ ΑΠΟΣΤΗΜΑ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΡΙΓΓΙΟ;

Το περιπρωκτικό απόστημα είναι μια μολυσμένη κοιλότητα γεμάτη με πύον που βρίσκεται κοντά στον πρωκτό ή στο ορθό. Ενενήντα τοις εκατό των αποστημάτων είναι το αποτέλεσμα μιας οξείας λοίμωξης στους εσωτερικούς αδένες του πρωκτού. Εντερικά μικρόβια, κόπρανα ή ξένα σώματα ενδέχεται να φράξουν έναν πρωκτικό αδένα και να οδηγήσουν στη δημιουργία μιας «σήραγγας» στους ιστούς γύρω από τον πρωκτό και το ορθό, η οποία καταλήγει στο σχηματισμό μιας κοιλότητας που ονομάζεται περιπρωκτικό ή περιεδρικό απόστημα.

 

Περιπρωκτικό απόστημα

 

Το πρωκτικό συρίγγιο, συνήθως, είναι το αποτέλεσμα ενός προϋπάρχοντος ή εν ενεργεία  αποστήματος. Παρατηρείται σε ποσοστό έως και 50% των ασθενών με αποστήματα. Το συρίγγιο είναι το υπόλειμμα της «σήραγγας» που είχε σχηματιστεί ανάμεσα στους φραγμένους, μολυσμένους πρωκτικούς αδένες και το δέρμα. Ένα συρίγγιο μπορεί να υφίσταται με ή χωρίς την παρουσία αποστήματος και εντοπίζεται κάτω από το δέρμα της περιοχής των γλουτών, κοντά στο άνοιγμα του  πρωκτού. Η αρχική λοίμωξη του πρωκτικού αδένα, που είχε δημιουργήσει το απόστημα, «παροχετεύτηκε» προς τον πρωκτικό αυλό και το δέρμα, δημιουργώντας την επικοινωνία αυτή μεταξύ του εντέρου και του δέρματος, που ονομάζεται συρίγγιο. Έτσι το συρίγγιο είναι η «χρόνια» έκφραση του περιπρωκτικού αποστήματος και διαθέτει ένα έσω στόμιο, δηλαδή μία οπή – ένα άνοιγμα στον πρωκτικό αυλό ή το ορθό, ένα έξω στόμιο, δηλαδή μία οπή – ένα άνοιγμα στο περιπρωκτικό δέρμα και ένα συριγγώδη πόρο, δηλαδή ένα «σωληνάκι» επικοινωνίας μεταξύ του έσω και του έξω στομίου.

 

Περιπρωκτικό συρίγγιο

 

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΡΩΚΤΙΚΩΝ ΑΠΟΣΤΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΣΥΡΙΓΓΙΩΝ

Τα περιπρωκτικά αποστήματα ταξινομούνται ανάλογα με  τη θέση τους σε: περιπρωκτικά (υποδόρια), ισχιοορθικά (ευθυϊσχιακά), ενδοσφιγκτηριακά και υπερσφιγκτηριακά (ορθοπυελικά). Τα περιπρωκτικά αποστήματα είναι  τα πιο συχνά και τα υπερσφιγκτηριακά τα πιο σπάνια. Εάν ένα απόστημα επεκταθεί και στην άλλη πλευρά του πρωκτού ή του ορθού, καλείται πεταλοειδές απόστημα.

 


Ταξινόμηση περιπρωκτικών αποστημάτων

 

Τα συρίγγια ταξινομούνται ανάλογα με τη θέση και τη σχέση τους με τις δομές του πρωκτικού σωλήνα (έσω σφιγκτήρας, έξω σφιγκτήρας, βλεννογόνος) σε: μεσοσφιγκτηριακά, διασφιγκτηριακά, υπερσφιγκτηριακά και εξωσφιγκτηριακά. Τα μεσοσφιγκτηριακά είναι τα πιο κοινά και τα εξωσφιγκτηριακά είναι τα λιγότερο συχνά. Η ταξινόμηση αυτή  είναι πολύ σημαντική, γιατί βοηθά το χειρουργό στο σχεδιασμό της χειρουργικής θεραπείας.

 


Ταξινόμηση περιπρωκτικών συριγγίων

 


ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ

Ο πόνος στην ορθοπρωκτική περιοχή, το πρήξιμο, η κυτταρίτιδα (ερυθρότητα του δέρματος)  περιπρωκτικά  και ο πυρετός είναι τα πιο κοινά συμπτώματα του αποστήματος. Σπανιότερα μπορεί να παρουσιαστεί αιμορραγία από το ορθό ή ακόμα και ουρολογικά συμπτώματα, όπως, για παράδειγμα,  προβληματική έναρξη της ούρησης ή πόνος κατά την ούρηση.

Στους ασθενείς με συρίγγια υπάρχει συνήθως ιστορικό  πρωκτικού αποστήματος. Τα συμπτώματα που προκαλούνται από  τα συρίγγια είναι, ως επί το πλείστον, ο πόνος στην ορθοπρωκτική περιοχή, η εκροή ρυπαρού, πυώδους ή και κοπρανώδους υλικού από το περιπρωκτικό δέρμα, ο ερεθισμός του περιπρωκτικού δέρματος, και, μερικές φορές, η αιμορραγία από το ορθό.


Η ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ

Η λήψη ενός λεπτομερέστατου ιατρικού ιστορικού και η συνακόλουθη φυσική εξέταση είναι άκρως απαραίτητες για μία ορθή και εμπεριστατωμένη διάγνωση.  Τα πλέον κοινά ευρήματα, που οδηγούν στη διάγνωση ενός περιεδρικού αποστήματος είναι ο πυρετός, η ερυθρότητα, το οίδημα και η ευαισθησία στην ψηλάφηση. Ωστόσο, αν και τα περισσότερα αποστήματα είναι ορατά στην εξωτερική πλευρά του δέρματος γύρω από τον πρωκτό, ενδέχεται μία περιπρωκτική διόγκωση να μην αποτελεί εκδήλωση ενός αποστήματος, ακόμα και αν ο ασθενής παραπονιέται για πόνο στον πρωκτό. Εξάλλου και ο πρωκτικός πόνος έχει πολλές αιτίες και δεν οφείλεται πάντα στην παρουσία ενός αποστήματος.

Κατά τη  διάγνωση ενός πρωκτικού συριγγίου, εκείνο που συνήθως παρατηρείται στην κλινική εξέταση είναι ένα εξωτερικό άνοιγμα από όπου εκρέει  πύον, αίμα ή κόπρανα. Η πάχυνση του δέρματος γύρω από το έξω στόμιο καταδεικνύει την ύπαρξη ενός πλήρως ανεπτυγμένου συριγγίου. Η δακτυλική εξέταση μπορεί να προκαλέσει την έξοδο πύου από το εξωτερικό άνοιγμα. Σε μερικά συρίγγια το έξω στόμιο μπορεί να κλείσει αυτόματα, οπότε η εκροή ρυπαρού υλικού να είναι διαλείπουσα ή και απούσα, γεγονός που  καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό τους κατά τη στιγμή της εξέτασης από τον χειρουργό.


ΟΙ ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ

Τα περισσότερα περιπρωκτικά αποστήματα και συρίγγια διαγιγνώσκονται και, τελικά, αντιμετωπίζονται με βάση την κλινική εξέταση. Σε ορισμένες περιπτώσεις, απεικονιστικές μελέτες μπορούν να βοηθήσουν στη διάγνωση ή στη χαρτογράφηση του πόρου του συριγγίου. Σήμερα, τόσο το δύο διαστάσεων, όσο και το  τριών διαστάσεων ενδοπρωκτικό υπερηχογράφημα είναι μία πολύ αποτελεσματική δοκιμασία στη διάγνωση ενός βαθιά ευρισκόμενου και δύσκολα αντιληπτού στη δακτυλική εξέταση περιπρωκτικού αποστήματος, στον εντοπισμό μίας πεταλοειδούς επέκτασης του αποστήματος, και στην οριοθέτηση της διαδρομής ενός συριγγίου. Το υπερηχογράφημα μπορεί να συνδυαστεί με έγχυση υπεροξειδίου του υδρογόνου μέσα στην πορεία του συριγγίου (μέσω του εξωτερικού ανοίγματος του) προκειμένου να αυξηθεί η ακρίβεια της εξέτασης.

 

Το ενδοπρωκτικό υπερηχογράφημα

 

Η αξονική τομογραφία μπορεί να είναι χρήσιμη για τους ασθενείς με επιπλεγμένες λοιμώξεις ή με άλλες παθολογικές οντότητες που μπορούν να εμφανίζονται με παρόμοια συμπτωματολογία, όπως η νόσος του Crohn. Η μαγνητική τομογραφία της πυέλου έχει αποδειχθεί ότι παρέχει ακρίβεια έως και 90%, όσον αφορά τη χαρτογράφηση της πορείας του συριγγίου και τον εντοπισμό των εσωτερικών στομίων ή τυχόν προεκτάσεών τους.


Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΠΡΩΚΤΙΚΟΥ ΑΠΟΣΤΗΜΑΤΟΣ

 Η θεραπεία ενός αποστήματος είναι κατά κύριο λόγο  η χειρουργική διάνοιξη και παροχέτευσή του. Γίνεται μία τομή στο δέρμα κοντά στον πρωκτό για την παροχέτευση του συγκεντρωμένου ρυπαρού υλικού και την εκτόνωση της τοπικής λοίμωξης. Αυτό μπορεί να γίνει στα εξωτερικά ιατρεία ενός νοσοκομείου με τοπική αναισθησία ή μέσα στο χειρουργείο  με γενική αναισθησία. Η παροχέτευση οδηγεί στην άμεση ανακούφιση του ασθενούς. Η συνήθως αναποτελεσματική πολυήμερη χορήγηση αντιβιοτικών και η καθυστέρηση της διάνοιξης του αποστήματος με χειρουργικό τρόπο, παρατείνει τη νοσηρή κατάσταση που βιώνει ο ασθενής και μπορεί να αποβεί και ιδιαίτερα επιβαρυντική, ειδικά στους ασθενείς με επηρεασμένο ανοσολογικό σύστημα ή με πολλά συμπαρομαρτούντα νοσήματα. Η νοσηλεία που απαιτείται στο πλείστο των περιπτώσεων δεν ξεπερνά τη μία ημέρα, αλλά δύναται να παραταθεί κυρίως εάν πρόκειται για ασθενείς ανοσολογικά επηρεασμένοι, όπως είναι οι διαβητικοί, οι μεταμοσχευμένοι, οι νεφροπαθείς, οι ανοσοκατεσταλμένοι, κλπ.

Παρά ταύτα, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από τότε που ένα απόστημα έχει παροχετευτεί, είναι πιθανό να παραμείνει η «σήραγγα» - ο πόρος, δηλαδή το συρίγγιο που συνδέει το μολυσμένο πρωκτικό αδένα με την εξωτερική επιδερμίδα. Αυτό, βέβαια, διασφαλίζει κάποιο είδος παροχέτευσης από το εξωτερικό άνοιγμα. Αν το άνοιγμα στο δέρμα επουλώνεται, ενώ υφίσταται  ένα συρίγγιο, τότε μπορεί να αναπτυχθεί ένα υποτροπιάζον απόστημα. Μέχρι να εξαλειφθεί το συρίγγιο, πολλοί ασθενείς θα παρουσιάζουν εναλλάξ περιόδους πόνου, πρηξίματος και παροχέτευσης του συριγγίου, με παρεμβαλλόμενες περιόδους εμφανούς - αλλά μόνο φαινομενικής -  επούλωσης.

Τα αντιβιοτικά, από μόνα τους, είναι μία περιορισμένων δυνατοτήτων εναλλακτική λύση για την καταπολέμηση της λοίμωξης. Η καθιερωμένη προσθήκη των αντιβιοτικών στο πλαίσιο της χειρουργικής αντιμετώπισης δεν βελτιώνει το χρόνο επούλωσης ούτε μειώσει την πιθανότητα υποτροπών στα κοινά  αποστήματα. Υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως σε περιπτώσεις ασθενών με μειωμένη ανοσία ή με εκτεταμένη κυτταρίτιδα (εξάπλωση της λοίμωξης στο δέρμα), συστήνεται η χρήση αντιβιοτικών. Οι συστάσεις των καρδιολογικών εταιρειών (όπως της American Heart Association) περιλαμβάνουν τη χρήση των αντιβιοτικών σε ασθενείς με προσθετικές βαλβίδες, προηγούμενη βακτηριακή ενδοκαρδίτιδα, συγγενή καρδιοπάθεια και λήπτες μοσχεύματος καρδιάς με βαλβιδική παθολογία. Το ατομικό ιστορικό του ασθενούς και η κλινική εξέταση θα καθορίσουν το εάν τα αντιβιοτικά ενδείκνυνται στην περίπτωση του εκάστοτε ασθενούς.

 .

Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΠΡΩΚΤΙΚΟΥ ΣΥΡΙΓΓΙΟΥ

Επί του παρόντος, δεν υπάρχει καμία άλλη ιατρική θεραπεία διαθέσιμη για αυτό το πρόβλημα πέραν της χειρουργικής επέμβασης, η οποία είναι σχεδόν πάντοτε αναγκαία για να θεραπεύσει ένα πρωκτικό συρίγγιο. Αν το συρίγγιο είναι απλό (επηρεάζοντας ελάχιστο μυϊκό ιστό από τον σφιγκτήρα), μπορεί να πραγματοποιηθεί μία συριγγοτομή. Με αυτόν τον τρόπο στην ουσία καταστρέφεται ο πόρος του συριγγίου, το οποίο και καταργείται, συνδέοντας το εσωτερικό άνοιγμα μέσα στο πρωκτικό κανάλι με το εξωτερικό άνοιγμα στο δέρμα. Έτσι δημιουργείται ένα αυλάκι που θα επουλωθεί σταδιακά, συνήθως μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα,  «κατά δεύτερο σκοπό», από μέσα προς τα έξω.

Η χειρουργική επέμβαση μπορεί να εκτελεστεί ταυτόχρονα με την παροχέτευση του αποστήματος, αν και στις περισσότερες περιπτώσεις το συρίγγιο δεν εμφανίζεται μήνες ή και χρόνια μετά την αρχική αντιμετώπιση του περιπρωκτικού αποστήματος. Η συριγγοτομή προσφέρει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα με πολύ υψηλό ποσοστό επιτυχίας (92-97%). Αυτό το υψηλό ποσοστό επιτυχίας πρέπει να αντισταθμίζεται, ωστόσο, με τις πιθανές διαταραχές στην εγκράτεια του ασθενούς (ικανότητα να ελέγχει τα κόπρανα), καθώς ο σφιγκτήρας σε περίπτωση συριγγοτομής διατέμνεται κι επομένως είναι  μεγαλύτερος ο κίνδυνος κάποιου βαθμού ακράτειας αερίων ή κοπράνων. Ως εκ τούτου, ο χειρουργός πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσον μία συριγγοτομή είναι κατάλληλη για τον εκάστοτε ασθενή. Στην πραγματικότητα η συριγγοτομή πρέπει να διαφυλάσσεται ως χειρουργική θεραπευτική επιλογή στις περιπτώσεις που το συρίγγιο είναι «πολύ χαμηλό» και δεν περιλαμβάνει στην ππορεία του σημαντικό τμήμα των σφιγκτήρων.

Μια σειρά άλλων «σφιγκτηροσωστικών» επιλογών χειρουργικής θεραπείας υφίστανται στη φαρέτρα του εξειδικευμένου χειρουργού, οι οποίες και δεν περιλαμβάνουν διαίρεση ή διατομή των μυών του σφιγκτήρα. Η έγχυση «κόλλας ινικής» είναι μία τέτοια επιλογή, κατά την οποία μία ειδική κόλλα εγχέεται εντός του πόρου του συριγγίου για να τον εξαλείψει αφού ενσωματώνεται με τον περιβάλλοντα ιστό. Έχει το πλεονέκτημα ότι αποφεύγεται η διαίρεση του σφιγκτήρα,  διατηρώντας έτσι ανεπηρέαστη την εγκράτεια, ενώ ταυτόχρονα μπορεί και να επαναληφθεί. Η προσέγγιση αυτή, ωστόσο, συνοδεύεται από ένα σχετικά υψηλό ποσοστό αποτυχίας. Η τοποθέτηση ειδικού «βύσματος», δηλαδή ενός επιμήκους κομματιού βιολογικού υλικού, που τοποθετείται σε όλο το μήκος του πόρου του συριγγίου προκειμένου να γεμίσει τον αυλό του και να ενσωματώσει τον ιστό του συριγγίου με το φυσιολογικό ιστό γύρω από αυτό.  Μπορεί το βύσμα να έχει το πλεονέκτημα της μη διατομής του σφιγκτηριακού μυός, έχει, όμως,  όπως και η κόλλα ινικής, ένα σχετικά χαμηλό ποσοστό επιτυχίας, με την πλειονότητα των μελετών να αναφέρουν ποσοστό  επιτυχίας λιγότερο από 50%.

Η προώθηση βλεννογονικού κρημνού είναι μία τεχνική  που συνήθως εφαρμόζεται σε σύμπλοκα ή διασφιγκτηριακά συρίγγια ή σε ασθενείς με αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση ακράτειας αν εφαρμοστεί η παραδοσιακή συριγγοτομή. Εφαρμόζεται από εξειδικευμένους χειρουργούς παχέος εντέρου και πρωκτού και βασίζεται στην επικάλυψη του εσωτερικού ανοίγματος του συριγγίου με υγιή βλεννογόνο του ορθού, ο οποίος «κινητοποιείται» από ψηλά και κατέρχεται πέραν του σημείου εκβολής του συριγγίου, προκειμένου να καταργηθεί η τροφοδότηση του από εντερικό περιεχόμενο, ώστε αυτό τελικά να συγκλεισθεί και να επουλωθεί. Συνήθως συνδυάζεται μια με εκτομή της μοίρας του συριγγίου που βρίσκεται εκτός του σφιγκτήρα έως το δερματικό εξωτερικό άνοιγμά του (συριγγεκτομή). Τα ποσοστά επιτυχίας κυμαίνονται στο 70%.  Ορισμένες συνθήκες, όπως η παρουσία της νόσου Crohn, η κακοήθεια, η προηγηθείσα ακτινοβολία, τυχόν προηγούμενες προσπάθειες επιδιόρθωσης, καθώς και το κάπνισμα  αυξάνουν την πιθανότητα  αποτυχίας. Παρά το γεγονός ότι ο σφιγκτήρας δεν διαιρείται σε αυτή τη διαδικασία, ήπιου έως μέτριου βαθμού ακράτεια έχει κατά περιπτώσεις  αναφερθεί.

Ακόμα μια ιδιαίτερα σημαντική, σαφώς εξελιγμένη στη σύλληψή της και πλέον δημοφιλής, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, μη διαχωριστική του σφιγκτήρα  θεραπεία  για το πρωκτικό συρίγγιο είναι η απολίνωση της μεσοσφιγκτηριακής μοίρας του συριγγώδους πόρου (Ligation of Intersphincteric Fistula Tract, LIFT. H LIFT περιλαμβάνει την ανεύρεση του τμήματος του πόρου του συριγγίου στο μεσοσφιγκτηριακό διάστημα, δηλαδή στο χώρο ανάμεσα στον έσω και στον έξω σφιγκτήρα, όπου ακριβώς βρίσκονται και οι πρωκτικοί αδένες, δηλαδή οι δομές αυτές που πυροδότησαν αρχικά τη δημιουργία του πρωκτικού αποστήματος και, εν συνεχεία, το σχηματισμό του συριγγίου. Η τεχνική LIFT βασίζει την αποτελεσματικότητα της στην απολίνωση και τη διατομή, δηλαδή την πλήρη κατάργηση του πόρου του συριγγίου στο σημείο αυτό. Η μέθοδος σέβεται απόλυτα τους σφιγκτήρες, δεν ακολουθείται από ακράτεια και η επιτυχία της ξεπερνά το 90%. Επειδή όμως εφαρμόζεται μόλις από το 2009, δεν έχει ακόμη επαρκώς αξιολογηθεί σε βάθος χρόνου.

Πρωτίστως, όμως, θα πρέπει ο ασθενής να αναζητήσει έναν εξειδικευμένο χειρουργό παχέος εντέρου και πρωκτού, ο οποίος είναι απόλυτα εξοικειωμένος με όλες τις διαθέσιμες τεχνικές και μεθόδους αντιμετώπισης των συριγγίων και των ενδεχόμενων δυσκολιών που αυτές συνεπάγονται και, ο οποίος είναι ο πλέον κατάλληλος να προτείνει την καταλληλότερη επιλογή, αλλά και να ενημερώσει επαρκώς και ενδελεχώς τον ασθενή για τα υπέρ και τα κατά της κάθε τεχνικής.

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ  SETON;

Ένα σημαντικό τμήμα του σφιγκτήρα συνήθως περιβάλλει τον πόρο του  συριγγίου, οπότε η συριγγοτομή δεν είναι η ενδεικνυόμενη τεχνική. Ο χειρουργός μπορεί να προτείνει  την αρχική τοποθέτηση ενός seton (διασύρτη). Το seton είναι συχνά ένα νήμα από καουτσούκ ή ένα ράμμα που τοποθετείται καθ’ όλο το μήκος της πορείας του συριγγίου, ενώ ταυτόχρονα τα άκρα του δένονται μεταξύ τους, σχηματίζοντας έτσι ένα δακτύλιο γύρω από το τμήμα εκείνο του πρωκτικού σφιγκτήρα που έχει προσβληθεί από το συρίγγιο. Το seton μπορεί να αφεθεί στη θέση του για 8-12 εβδομάδες (ή  επί μακρόν και επ' αόριστον σε επιλεγμένες περιπτώσεις), με σκοπό την ελεγχόμενη παροχέτευση, επιτρέποντας, έτσι, η φλεγμονή να υποχωρήσει προοδευτικά καταλείποντας μία ισχυρή ουλή κατά μήκος της πορείας του συριγγίου. Μία τέτοια θεραπευτική επιλογή συνοδεύεται από ελάχιστο πόνο, ενώ παράλληλα δεν επηρεάζεται η φυσιολογική εντερική λειτουργία  του ασθενούς. Όταν η φλεγμονή έχει συνολικά υποχωρήσει και ένας «ώριμος» πόρος έχει σχηματιστεί, η αντιμετώπιση του συριγγίου επιτυγχάνεται με λιγότερο επιπλεγμένο τρόπο εφαρμόζοντας μία από τις προαναφερθείσες τεχνικές, όπως τη LIFT. Αυτή είναι η τεχνική του «χαλαρού» seton, που είναι πλέον αποδεκτή από τους χειρουργούς παχέος εντέρου και πρωκτού, αφού «προετοιμάζει» κατάλληλα τη σηπτική περιπρωκτική περιοχή.  Η τεχνική αυτή διαφέρει από την τεχνική του «κόπτοντος» seton, γνωστή από την εποχή του Ιπποκράτη. Αυτή η μάλλον απαρχαιωμένη μέθοδος, η οποία, ωστόσο, εφαρμόζεται από πολλούς γενικούς, μη εξειδικευμένους, χειρουργούς, συνίσταται στη διεκβολή του ράμματος seton δια του συριγγίου, και στην, εν συνεχεία, σφικτή περίδεση και προοδευτικό σφίξιμο, με σκοπό την προοδευτική διατομή των σφιγκτήρων και, συγχρόνως, την επούλωση του συριγγίου μέσω της ίνωσης που δημιουργείται από το σταδιακό «κόψιμο» του σφιγκτήρα. Όπως, είναι φυσικό, λόγω της διαίρεσης του σφιγκτήρα, τα φαινόμενα ακράτειας, αν και ήπιας δεν είναι σπάνια μετά το χειρουργείο.

 


Το «χαλαρό»
seton

 

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΡΙΓΓΙΩΝ ΣΤΗ ΝΟΣΟ CROHN

Περιπρωκτικά συρίγγια διαγιγνώσκονται πολύ συχνά σε ασθενείς με νόσο του Crohn, η οποία είναι μια χρόνια φλεγμονώδης πάθηση που μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε μέρος του γαστρεντερικού σωλήνα. Οι ασθενείς αυτοί έχουν αυξημένο κίνδυνο για ακράτεια κοπράνων λόγω της υποτροπιάζουσας ορθοπρωκτικής προσβολής από τη νόσο Crohn και των χειρουργείων στην περιοχή που μπορεί να επηρεάσουν δυσμενώς το σφιγκτήρα. Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η κύρια θεραπεία των περιπρωκτικων συριγγίων της νόσου του  Crohn είναι συντηρητική, με τη χειρουργική επέμβαση να περιορίζεται στην αντιμετώπιση της τοπικής σήψης και, περιστασιακά, ως συμπλήρωμα στην φαρμακευτική θεραπεία. Η θεραπεία πρέπει να είναι εξατομικευμένη και να αφορά αποκλειστικά και μόνο  στον συγκεκριμένο ασθενή που ο χειρουργός έχει κάθε φορά ενώπιόν του και, βεβαίως, αφού προηγουμένως έχουν ληφθεί υπ’ όψιν όλοι οι επιμέρους παράγοντες.

 

ΠΟIΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΝΑΡΡΩΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ;

Ο πόνος μετά την επέμβαση αντιμετωπίζεται με κοινά, ήπια αναλγητικά, φυτικές ίνες και μαλακτικά των κοπράνων, που λαμβάνονται από το στόμα. Η αποφυγή της δυσκοιλιότητας με την κατανάλωση φυτικών ινών και ικανών ποσοτήτων υγρών καθώς και τα χλιαρά εδρόλουτρα είναι ιδιαίτερα υποβοηθητικά. Ο ασθενής πρέπει να έχει πλήρη ενημέρωση το χειρουργό πριν από το χειρουργείο τόσο για την ειδική φροντίδα και το χρόνο ανάρρωσης μακριά από την εργασία και τις διάφορες δραστηριότητες, προκειμένου να προετοιμαστεί κατάλληλα για τη μετεγχειρητική περίοδο που θα ακολουθήσει.

 

ΜΠΟΡΕΙ ΤΟ ΑΠΟΣΤΗΜΑ Ή ΤΟ ΣΥΡΙΓΓΙΟ ΝΑ ΕΠΑΝΕΜΦΑΝΙΣΤΟΥΝ;

Μέχρι το 50% των αποστημάτων μπορεί να παρουσιαστεί εκ νέου ως ένα άλλο απόστημα ή σαν ένα  συρίγγιο. Παρά την κατάλληλη θεραπεία και την εμφανώς πλήρη επούλωση, τα συρίγγια είναι πιθανό να επανεμφανιστούν, με τα ποσοστά υποτροπής  να εξαρτώνται από την εκάστοτε χειρουργική τεχνική που χρησιμοποιήθηκε. Εάν παρουσιαστούν παρόμοια συμπτώματα με εκείνα προ της αρχικής επέμβασης, γεγονός που υποδηλώνει υποτροπή, κρίνεται απαραίτητο για τον ασθενή να απευθυνεται εκ νέου σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό παχέος εντέρου και πρωκτού.


ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Οι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ειδικοί στη χειρουργική και στη μη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού. Έχουν ολοκληρώσει ένα πλήρως δομημένο πρόγραμμα εξειδίκευσης και προηγμένης χειρουργικής εκπαίδευσης στη θεραπεία των ασθενειών αυτών, ενώ προηγουμένως έχουν πλήρως καταρτιστεί στη γενική χειρουργική και έχουν λάβει το σχετικό τίτλο ειδικότητας. Συνήθως έχουν πιστοποιηθεί ως ειδικοί χειρουργοί, έχοντας λάβει τίτλο εξειδίκευσης μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε σχετικές Ευρωπαϊκές ή Αμερικανικές εξετάσεις εξειδίκευσης. Είναι εξαιρετικά έμπειροι στην αντιμετώπιση τόσο των καλοήθων, όσο και των κακοήθων νόσων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού και είναι σε θέση να αξιολογήσουν διαγνωστικά, να οργανώσουν τον απαραίτητο έλεγχο των ασθενών, να προτείνουν την κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική  και να προβούν στην εξειδικευμένη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων που άπτονται του ειδικότερου γνωστικού τους αντικειμένου.

Οι ενημερωτικές πληροφορίες που παρατίθενται είναι αντίστοιχες με εκείνες που η Αμερικάνικη Εταιρεία Χειρουργών Παχέος Εντέρου και Πρωκτού (American Society of Colon and Rectal Surgeons, ASCRS) έχει επιλέξει να βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών. Σκοπό έχουν να ενημερώσουν το ευρύ κοινό για τις πιο κοινές παθολογίες (καλοήθεις και κακοήθεις) που αφορούν στο παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε ασθενής που θα ανατρέξει σε αυτές και, ενδεχομένως, θα αναγνωρίσει κάποια από τα δικά του συμπτώματα, αυτομάτως είναι και σε θέση με μόνη την ανάγνωσή τους να προβεί σε αυτοδιάγνωση, ή ίσως, και αυτοθεραπεία. Σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνεται η επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση του ασθενούς να προστρέξει σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό, αμέσως μόλις παρατηρήσει το παραμικρό σύμπτωμα.

 

Πρωκτικό άλγος (πόνος στην περιοχή του πρωκτού) συνήθως εμφανίζεται κατά την διάρκεια ή μετά από μία κένωση των κοπράνων. Κυμαίνεται από έναν ήπιο πόνο που μπορεί με την πάροδο του χρόνου να χειροτερεύσει έως έναν πόνο τόσο έντονο που να περιορίζει τις καθημερινές δραστηριότητες του ασθενούς. Το πρωκτικό άλγος έχει πολλές αιτίες, οι περισσότερες εκ των οποίων είναι κοινές και θεραπεύσιμες. Ωστόσο, αν δεν υποχωρεί μέσα σε 24 έως 48 ώρες, είναι σημαντικό να επισκεφθείτε γιατρό σας. Αν ο πόνος συνοδεύεται από πυρετό, τότε χρειάζεται απαραιτήτως μία συνάντηση μαζί του.

 

 

Κοινές αιτίες του πρωκτικού άλγους:

1. Θρόμβωση Εξωτερικών Αιμορροΐδων

Σε αυτή την περίπτωση, ένας θρόμβος αίματος σχηματίζεται σε μία εξωτερική αιμορροΐδα στο πρωκτικό δέρμα. Εάν οι θρόμβοι είναι μεγάλοι, μπορούν να προκαλέσουν πόνο όταν περπατάτε, όταν κάθεστε, ή κατά τις κενώσεις σας. Ένας επώδυνος όζος, πουέχει βαθυκόκκινο ή μωβ χρώμα (λόγω του θρομβωμένου αίματος) μπορεί να εμφανιστεί ξαφνικά στο δέρμα του πρωκτικού ανοίγματος και να επιδεινωθεί κατά τη διάρκεια των πρώτων 48 ωρών. Ο πόνος γενικά μπορεί να μειωθεί κατά τη διάρκεια των προσεχών ημερών. Μπορεί να παρατηρήσετε αιμορραγία, αν το δέρμα πάνω από τον όζο «ανοίξει». Η μη χειρουργική, συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει μπάνια της περιοχής με ζεστό νερό (εδρόλουτρα), παυσίπονα, και μαλακτικά των κοπράνων σιρόπια. Οι περισσότεροι ειδικοί συστήνουν οι θρόμβοι του αίματος να αφαιρούνται χειρουργικά. Αυτή η μικρή χειρουργική επέμβαση συνήθως γίνεται σε εξωτερική βάση στα επείγοντα ιατρεία του νοσοκομείου με τοπική αναισθησία.

 

Θρομβωμένη εξωτερική αιμορροΐδα

Χειρουργική εκκένωση του θρόμβου σε θρομβωμένη αιμορροΐδα

 

2. Ραγάδα πρωκτού

Η ραγάδα του πρωκτού είναι μία μικρή, οβάλ σχήματος, επιμήκης σχισμή που εμφανίζεται ως μία πληγή που δεν επουλώνεται στο ευαίσθητο δέρμα του πρωκτικού αυλού. Οι ραγάδες συνήθως προκαλούν έντονο πόνο και αιμορραγία κατά την αφόδευση, δηλαδή την κένωση των κοπράνων. Αν και η παρουσία ραγάδων είναι κοινό φαινόμενο, εντούτοις συχνά συγχέεται με άλλες παθήσεις του πρωκτού, όπως για παράδειγμα τις αιμορροΐδες. Ο στόχος των μη χειρουργικών συντηρητικών θεραπειών είναι να κάνουν τα κόπρανα μαλακά και ογκώδη. Οι θεραπείες περιλαμβάνουν μία διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες και συμπληρώματα φυτικών ινών, μαλακτικά των κοπράνων, ζεστά εδρόλουτρα για 10 έως 20 λεπτά αρκετές φορές την ημέρα και διάφορα είδη φαρμάκων, κατά βάση αναλγητικών. Αν και τις περισσότερες φορές, μία ραγάδα πρωκτού δεν χρειάζεται χειρουργική επέμβαση, παρά ταύτα οι χρόνιες ραγάδες είναι πολύ πιο δύσκολο να θεραπευθούν συντηρητικά και το χειρουργείο φαντάζει να είναι η καλύτερη επιλογή. Ο στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι να βοηθήσει το σφιγκτήρα να χαλαρώσει, με τον τρόπο αυτό να μειωθούν ο πόνος και ο σπασμός του σφιγκτήρα και κατ’ επέκταση να επουλωθεί η ραγάδα.

 

Η ραγάδα του πρωκτού

 

3. Απόστημα και συρίγγιο πρωκτού

Ένα απόστημα είναι μία μολυσμένη κοιλότητα γεμάτη πύον κοντά στον πρωκτό ή στο ορθό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ένα απόστημα αντιμετωπίζεται χειρουργικά με παροχέτευση. Ένα περιπρωκτικό συρίγγιο είναι συχνά το αποτέλεσμα ενός προϋπάρχοντος ή εν ενεργεία αποστήματος. Αυτό παρατηρείται σε ποσοστό έως και 50% των ασθενών με αποστήματα. Σύμφωνα με την ανατομία της περιοχής, ακριβώς μέσα στον πρωκτό απαντώνται μικροί αδένες. Το συρίγγιο είναι η «σήραγγα» που σχηματίζεται κάτω από το δέρμα και συνδέει τους φραγμένους αυτούς και μολυσμένους αδένες με το απόστημα και με τον πρωκτικό αυλό. Η χειρουργική επέμβαση είναι συνήθως απαραίτητη για τη θεραπεία ενός περιπρωκτικού συρίγγιο. Μερικές φορές αυτές οι χειρουργικές επεμβάσεις είναι απλές. Ωστόσο, πιο δύσκολες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστούν πολλαπλές χειρουργικές επεμβάσεις για να αντιμετωπιστεί οριστικά το πρόβλημα.

 

4. Σεξουαλικώς Μεταδιδόμενα Νοσήματα

Ασθενείς με λοιμώξεις που προκαλούνται από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα (ΣΜΝ) ενδέχεται να παρουσιάζουν ήπιο έως σοβαρό πρωκτικό άλγος. Στα ΣΜΝ περιλαμβάνονται η γονόρροια, τα χλαμύδια, ο έρπης, η σύφιλη, ο ιός HPV, κ.λπ. Ο πόνος δεν συνδέεται πάντα με τις κενώσεις. Άλλα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν ήπια πρωκτική αιμορραγία, εκροή υγρού από τον πρωκτό ή φαγούρα. Η θεραπεία περιλαμβάνει τοπικά ή από του στόματος αντιβιοτικά και ειδικά φάρμακα.

 

5. Δερματίτιδες

Ασθένειες του δέρματος που προσβάλλουν και άλλα μέρη του σώματος (π.χ. ψωρίαση, κονδυλώματα) μπορεί επίσης να επηρεάσουν το δέρμα γύρω από τον πρωκτό. Κνησμός, αιμορραγία και πόνος στην περιοχή του πρωκτού μπορεί να έρχονται και να φεύγουν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, απαιτείται βιοψία του δέρματος. Η θεραπεία εξαρτάται από τα αποτελέσματα της βιοψίας δέρματος και από την εικόνα του πρωκτού στην κλινική εξέταση. Η έγκαιρη διάγνωση είναι το κλειδί, ώστε η θεραπεία να ξεκινήσει όσο το δυνατόν συντομότερα.

 

6. Καρκίνος του πρωκτού

Ενώ στο πλείστον των περιπτώσεων το πρωκτικό άλγος δεν συνδέεται με την παρουσία καρκίνου, κάποιοι όγκοι της περιοχής μπορεί να εμφανιστούν με αιμορραγία, με μία νεοεμφανιζόμενη μάζα, με αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου, καθώς και με πόνο που χειροτερεύει με το χρόνο. Αν έχετε πόνο ή πρωκτική αιμορραγία που επιμένει ή και χειροτερεύει, επισκεφθείτε το συντομότερο δυνατόν έναν εξειδικευμένο χειρουργό παχέος εντέρου και πρωκτού. Η πρώτη επίσκεψη περιλαμβάνει την κλινική εξέταση, την εξέταση του πρωκτικού καναλιού με ένα μικρό, άκαμπτο, φωτιζόμενο ενδοσκόπιο, που ονομάζεται πρωκτοσκόπιο, για να απεικονιστούν οι ανώμαλες περιοχές και για να γίνει η βιοψία της μάζας. Αν ο πόνος είναι έντονος, ο χειρουργός σας μπορεί να χρειαστεί να εκτελέσει μία εξέταση υπό αναισθησία στο χειρουργείο, για να κάνει τη σωστή διάγνωση. Η θεραπεία του καρκίνου του πρωκτού περιλαμβάνει χημειοθεραπεία, ακτινοβολία και / ή χειρουργική επέμβαση.

 

ΠΟΤΕ ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΕΥΘΥΝΘΩ ΣΕ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΟ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ/ΓΙΑΤΡΟ;

Θα πρέπει να δείτε ένα γιατρό εάν:
• Ο πόνος επανέρχεται ή δεν υποχωρεί.
• Υπάρχει αιμορραγία από το ορθό.
• Ψηλαφάτε ή βλέπετε ένα μόρφωμα στην περιοχή του πρωκτού

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Οι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ειδικοί στη χειρουργική και στη μη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού. Έχουν ολοκληρώσει ένα πλήρως δομημένο πρόγραμμα εξειδίκευσης και προηγμένης χειρουργικής εκπαίδευσης στη θεραπεία των ασθενειών αυτών, ενώ προηγουμένως έχουν πλήρως καταρτιστεί στη γενική χειρουργική και έχουν λάβει το σχετικό τίτλο ειδικότητας. Συνήθως έχουν πιστοποιηθεί ως ειδικοί χειρουργοί, έχοντας λάβει τίτλο εξειδίκευσης μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε σχετικές Ευρωπαϊκές ή Αμερικανικές εξετάσεις εξειδίκευσης. Είναι εξαιρετικά έμπειροι στην αντιμετώπιση τόσο των καλοήθων, όσο και των κακοήθων νόσων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού και είναι σε θέση να αξιολογήσουν διαγνωστικά, να οργανώσουν τον απαραίτητο έλεγχο των ασθενών, να προτείνουν την κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική και να προβούν στην εξειδικευμένη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων που άπτονται του ειδικότερου γνωστικού τους αντικειμένου.

Οι ενημερωτικές πληροφορίες που παρατίθενται είναι αντίστοιχες με εκείνες που η Αμερικάνικη Εταιρεία Χειρουργών Παχέος Εντέρου και Πρωκτού (American Society of Colon and Rectal Surgeons, ASCRS) έχει επιλέξει να βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών.  Σκοπό έχουν να ενημερώσουν το ευρύ κοινό για τις πιο κοινές παθολογίες (καλοήθεις και κακοήθεις) που αφορούν στο παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε ασθενής που θα ανατρέξει σε αυτές και, ενδεχομένως, θα αναγνωρίσει κάποια από τα δικά του συμπτώματα, αυτομάτως είναι και σε θέση με μόνη την ανάγνωσή τους να προβεί σε αυτοδιάγνωση, ή ίσως, και αυτοθεραπεία. Σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνεται η επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση του ασθενούς να προστρέξει σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό, αμέσως μόλις παρατηρήσει το παραμικρό σύμπτωμα.

 

 

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΡΑΓΑΔΑ TOY ΠΡΩΚΤΟΥ;

Η ραγάδα του πρωκτού είναι μία μικρή,  οβάλ σχήματος, επιμήκης σχισμή που εμφανίζεται ως μία πληγή που δεν επουλώνεται στο ευαίσθητο δέρμα του πρωκτικού αυλού. Οι ραγάδες  συνήθως προκαλούν έντονο πόνο και αιμορραγία κατά την αφόδευση, δηλαδή την κένωση των κοπράνων. Είναι αρκετά συχνές στο γενικό πληθυσμό και συχνά συγχέονται με άλλες αιτίες  πόνου και αιμορραγίας, όπως είναι οι αιμορροΐδες.

Μία ραγάδα μπορεί να εμφανισθεί σε οποιαδήποτε ηλικία ανεξαρτήτως φύλου. Τις περισσότερες φορές (85-90%) εμφανίζεται στην οπίσθια μέση γραμμή του πρωκτού (στο πίσω τμήμα του πρωκτικού ανοίγματος) και σε περίπου 10-15% εμφανίζεται  στην πρόσθια μέση γραμμή (μπροστά στο πρωκτικό άνοιγμα, προς τον κόλπο στις γυναίκες ή το όσχεο στους άνδρες). Ένας μικρός αριθμός ασθενών μπορεί να έχει ταυτόχρονα πρόσθιες και οπίσθιες ραγάδες. Ραγάδες που βρίσκονται σε άλλες θέσεις αντί για πίσω και μπροστά, εγείρουν την υποψία για άλλες ασθένειες (βλέπε παρακάτω) και θα πρέπει να εξεταστούν περαιτέρω.


ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΗΣ ΡΑΓΑΔΑΣ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Τα τυπικά συμπτώματα μιας πρωκτικής ραγάδας περιλαμβάνουν πόνο και αιμορραγία κατά τις κενώσεις του εντέρου. Ασθενείς παρουσιάζουν έντονο πόνο κατά την διάρκεια, και ειδικά μετά από την κένωση, ο οποίος μπορεί να διαρκέσει από μερικά λεπτά έως μερικές ώρες. Οι ασθενείς συχνά παρατηρούν «ζωηρό» κόκκινο αίμα από τον πρωκτό είτε κατά το σκούπισμα είτε πάνω στα κόπρανα. Στα μεσοδιάστηματα ανάμεσα στις κενώσεις, ασθενείς με ραγάδες συχνά δεν παρουσιάζουν κανένα  σύμπτωμα. Πολλοί ασθενείς «φοβούνται» να επισκεφθούν την τουαλέτα για τις κενώσεις τους και συχνά προσπαθούν να αποφύγουν την αφόδευση λόγω του συνεπακόλουθου πόνου.

 

ΤΙ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΡΑΓΑΔΑ ΣΤΟΝ ΠΡΩΚΤΟ;

Οι ραγάδες προκαλούνται συνήθως από τραύμα στο δέρμα του πρωκτικού αυλού, δηλαδή στα τελευταία 2 εκατοστά του πεπτικού σωλήνα. Μία κένωση με σκληρά κόπρανα είναι συνήθως υπεύθυνη, αλλά μαλακά κόπρανα και διάρροια μπορεί επίσης να οδηγήσουν σε ραγάδα, εφόσον άλλες συνθήκες συντρέχουν, όπως ο αυξημένος τόνος στο σφιγκτήρα. Το προκληθέν αυτό  τραύμα στον πρωκτό προκαλεί έντονο πόνο λόγω του σπασμού του σφιγκτήρα και της επακόλουθης αύξησης της πίεσης στην περιοχή, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε μείωση της ροής του αίματος στο σημείο του τραυματισμού, εμποδίζοντας έτσι την επούλωση του τραύματος. Οι κενώσεις που ακολουθούν οδηγούν σε μεγαλύτερο πόνο, εντονότερο σπασμό, μειωμένη ροή του αίματος στην περιοχή και ο κύκλος επαναλαμβάνεται. Οι θεραπευτικές μέθοδοι στοχεύουν στη διακοπή αυτού του κύκλου, ώστε να επιτευχθεί η επούλωση της ραγάδας.

Η ραγάδα μπορεί να είναι οξεία (εμφανίστηκε πρόσφατα) ή χρόνια (συνήθως όταν διαρκεί περισσότερο από 8-12 εβδομάδες). Η οξεία ραγάδα μπορεί απλά να εμφανίζεται ως μία πληγή στον πρωκτό, ενώ η χρόνια μπορεί να συνδυάζεται με οίδημα και ουλώδη ιστό στην πάσχουσα περιοχή. Οι χρόνιες ραγάδες μπορεί να είναι πιο δύσκολο να θεραπευθούν και συνήθως συνοδεύονται από μία εξωτερική δερματική υπερτροφία, που ονομάζεται συνοδό δερματικό ράκος της ραγάδας, καθώς και ένα εσωτερικό όζο της εσωτερικής επικάλυψης του πρωκτικού αυλού και μοιάζει με πολύποδα ή αιμορροΐδα, ο οποίος ονομάζεται υπερτροφική θηλή της ραγάδας.

 

 

Χρόνια ραγάδα

(Τροποποιημένο από: https://www.fascrs.org)


Αρκετά συχνά, οι ραγάδες του πρωκτού εσφαλμένα διαγιγνώσκονται ως αιμορροΐδες από τον ασθενή ή το γιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας και αυτό οφείλεται στο ότι και οι δύο καταστάσεις μπορεί να εμφανίζονται με παρόμοια συμπτώματα. Αυτή η καθυστέρηση στη διάγνωση μπορεί να καταστήσει μία οξεία ραγάδα χρόνια και ως εκ τούτου, πιο δύσκολο να θεραπευθεί. Η λανθασμένη διάγνωση μίας ραγάδας πρωκτού μπορεί επίσης να επιτρέψει σε άλλες παθολογικές καταστάσεις να μην εντοπιστούν και άρα να μην θεραπευθούν, όπως για παράδειγμα μπορεί να συμβεί με σοβαρές λοιμώξεις ή ακόμη και καρκίνο του πρωκτού. Αυτές οι λιγότερο συχνές αιτίες που οδηγούν στη δημιουργία εξελκώσεων, δηλαδή βαθειών και «άτυπων» ραγάδων είναι η νόσος του Crohn, η ελκώδης κολίτιδα, η σύφιλη, η φυματίωση, η λευχαιμία, ο ιός HIV / AIDS και ο καρκίνος του πρωκτού. Οι ασθένειες αυτές προκαλούν ασυμπτωματικές ραγάδες που δεν βρίσκονται στην τυπική θέση της μέσης γραμμής, όπως οι συνηθισμένες ραγάδες, είναι πολλαπλές, ανώδυνες και δεν επουλώνονται παρά τη χορήγηση θεραπείας.

 

ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ Η ΡΑΓΑΔΑ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Η πλειοψηφία των πρωκτικών ραγάδων δεν χρειάζεται χειρουργική επέμβαση. Η πιο συνηθισμένη θεραπεία για την οξεία ραγάδα συνίσταται στην προσπάθεια τροποποίησης της σύστασης των κοπράνων του ασθενούς σε πιο σχηματισμένα και ογκώδη. Για αυτό το σκοπό συστήνεται μία διατροφή πλούσια σε φυτικές ίνες, καθώς και η χρήση συμπληρωμάτων φυσικών ινών (συστήνεται συνολική κατανάλωση 25-35 γραμμαρίων φυτικών ινών / ημέρα). Η χρήση μαλακτικών των κοπράνων και η αύξηση της πρόσληψης νερού συνήθως  είναι απαραίτητη για την προώθηση πιο  απαλών κενώσεων από το παχύ έντερο και έτσι την ενίσχυση  της διαδικασίας της επούλωσης της ραγάδας. Τοπικά αναισθητικά, όπως η λιδοκαΐνη, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το πρωκτικό άλγος, ενώ το μπάνιο με ζεστό νερό για 10-20 λεπτά αρκετές φορές την ημέρα (ειδικά μετά τις αφοδεύσεις) είναι καταπραϋντικό καθώς χαλαρώνει τους μύες του πρωκτού (ειδικά τον έσω σφιγκτήρα) και βοηθά στην επούλωση. Ισχυρά αναλγητικά φάρμακα που περιέχουν οπιούχες ουσίες, όπως η κωδεΐνη, δεν συνιστώνται για τη ραγάδα του πρωκτού, δεδομένου ότι εντείνουν τη δυσκοιλιότητα. Αυτά τα μη επεμβατικά - συντηρητικά μέτρα θα βοηθήσουν στην αντιμετώπιση του πόνου και της αιμορραγίας και ενδεχομένως, θα θεραπεύσουν τις περισσότερες από τις μισές οξείες ραγάδες με σχεδόν καθόλου παρενέργειες.

Άλλα μυοχαλαρωτικά φάρμακα μπορούν να συνταγογραφηθούν, όταν ένας ασθενής έχει μια πιο χρόνιου τύπου ραγάδα. Ο χειρουργός σας θα εξετάσει ενδελεχώς  όλα τα οφέλη και τις παρενέργειες καθενός από τα σκευάσματα αυτά μαζί σας. Χρόνιες ραγάδες είναι γενικά πιο δύσκολο να θεραπευτούν και ο χειρουργός σας μπορεί να συστήσει χειρουργική θεραπεία είτε ως αρχική θεραπεία ή μετά από αποτυχημένες απόπειρες συντηρητικής αντιμετώπισης.

 

ΦΑΡΜΑΚΑ ΚΑΤΑΛΛΗΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΡΑΓΑΔΩΝ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ

Αλοιφή νιτρογλυκερίνης

Η νιτρογλυκερίνη είναι ένα συχνά συνταγογραφούμενο φάρμακο για τη θεραπεία οξέων και χρόνιων ραγάδων του πρωκτού. Η νιτρογλυκερίνη προκαλεί χαλάρωση του έσω σφιγκτήρα, η οποία μειώνει την πίεση του σφιγκτήρα και στη συνέχεια αυξάνει τη ροή του αίματος προς την περιοχή της κάκωσης, με αποτέλεσμα την επούλωση της ραγάδας. Σε συνδυασμό  με τα ανωτέρω αναφερθέντα μη επεμβατικά μέτρα, όπως η αύξηση πρόσληψης των φυτικών ινών και του νερού, η αποτελεσματικότητα της χρήσης της ανέρχεται σε ποσοστό τουλάχιστον  50% των χρόνιων ραγάδων. Η κύρια παρενέργεια της νιτρογλυκερίνης είναι ο πονοκέφαλος, ο οποίος αναφέρεται σε τουλάχιστον 20-30% των ασθενών. Οι ασθενείς πρέπει επίσης να προειδοποιούνται ότι μία πτώση της αρτηριακής τους πίεσης είναι αναμενόμενη, ειδικά αν λαμβάνουν άλλα αντιυπερτασικά φάρμακα. Η νιτρογλυκερίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί για ποικίλα χρονικά διαστήματα και μπορεί να χορηγηθεί εκ νέου, αν δεν επιτευχθεί μόνιμη επούλωση. Τα ποσοστά υποτροπής είναι υψηλότερα με τη νιτρογλυκερίνη σε σχέση με τη χειρουργική επέμβαση, αλλά οι παρενέργειες είναι λιγότερες.

Αναστολείς διαύλων ασβεστίου

Αυτά τα φάρμακα περιέχουν διλτιαζέμη και νιφεδιπίνη. Και τα δύο επιδρούν με ένα τρόπο παρόμοιο με την αλοιφή νιτρογλυκερίνης και έχουν συσχετιστεί με την επούλωση των χρόνιων πρωκτικών ραγάδων σε ποσοστό από 65% έως 95% των ασθενών. Οι παρενέργειες είναι παρόμοιες με εκείνες της νιτρογλυκερίνης σε ό,τι αφορά την πτώση της αρτηριακής πίεσης, αλλά οι πονοκέφαλοι αναφέρονται λιγότερο. Από του στόματος χορηγούμενα φάρμακα που περιέχουν αναστολείς διαύλων ασβεστίου είναι επίσης διαθέσιμα, αλλά αυτά συνήθως καταλήγουν σε μικρότερη επούλωση της ραγάδας  και περισσότερες παρενέργειες από την τοπική θεραπεία.

 

ΘΑ ΕΠΙΣΤΡΕΨΕΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ;

Οι ραγάδες μπορεί να επανεμφανιστούν και είναι αρκετά σύνηθες ακόμα και μία πλήρως επουλωθείσα ραγάδα να παρουσιαστεί εκ νέου μετά από μια δύσκολη κένωση ή άλλο τραυματισμό. Ακόμα και όταν ο πόνος και η αιμορραγία έχουν υποχωρήσει, είναι πολύ σημαντικό να συνεχιστεί η σωστή λειτουργία του εντέρου, με την προσπάθεια αποφυγής της δυσκοιλιότητας και  με μία διατροφή υψηλή σε φυτικές ίνες. Εάν το πρόβλημα επιστρέφει χωρίς προφανή αιτία,  μπορεί να δικαιολογηθεί περαιτέρω αξιολόγηση.

 

ΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΑΝ Η ΡΑΓΑΔΑ ΔΕΝ ΕΠΟΥΛΩΝΕΤΑΙ;

Μια ραγάδα που δεν ανταποκρίνεται καθόλου σε συντηρητικά μέτρα θα πρέπει να επανεξεταστεί. Επίμονες σκληρές ή χαλαρές κενώσεις, ουλές, ή σπασμός του έσω σφιγκτήρα του πρωκτού, όλα μπορεί να συμβάλλουν στην καθυστερημένη επούλωση. Άλλες νόσοι, όπως η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου (νόσος του Crohn), λοιμώξεις, ή όγκοι στον πρωκτό μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα παρόμοια με εκείνα της ραγάδας. Οι ασθενείς που πάσχουν από επίμονο πρωκτικό άλγος θα πρέπει να εξετάζονται για τον αποκλεισμό αυτών των ασθενειών. Αυτό μπορεί να απαιτεί κολονοσκόπηση και εξέταση υπό αναισθησία στο χειρουργείο για τη λήψη βιοψιών και καλλιέργειας  από τη ραγάδα.

 

ΤΙ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ Η ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΡΑΓΑΔΑ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Οι κύριες χειρουργικές επιλογές που εφαρμόζονται παγκοσμίως σήμερα για τη θεραπεία της ραγάδας πρωκτού περιλαμβάνουν την ένεση τοξίνης αλλαντίασης (Botox®) στο σφιγκτήρα και  τη χειρουργική διαίρεση ενός τμήματος του έσω σφιγκτήρα (πλάγια έσω σφιγκτηροτομή). Ο στόχος αυτών των χειρουργικών επιλογών είναι να επιφέρουν τη χαλάρωση του σφιγκτήρα, μειώνοντας έτσι το πρωκτικό άλγος και σπασμό, επιτρέποντας στη ραγάδα να επουλωθεί. Εάν συνυπάρχουν συνοδός δερματική πτυχή ή/και υπερτροφική θηλή, μπορεί να αφαιρεθούν για να επιταθεί η επούλωση της ραγάδας.

Όλες οι χειρουργικές επεμβάσεις φέρουν κάποιο κίνδυνο και οι δύο προαναφερθείσες σπάνια επηρεάζουν την ικανότητα του ασθενούς να ελέγχει τα αέρια και τα κόπρανα. Ο χειρουργός του παχέος εντέρου και του πρωκτού θα συζητήσει μαζί σας αυτούς τους κινδύνους, για να καθορίσει την κατάλληλη θεραπεία.

Ιδιαίτερη προσοχή δίδεται σε ασθενείς με εγκατεστημένη πρωκτική ακράτεια, γνωστό προγενέστερο τραυματισμό του σφιγκτήρα (όπως μετά από μαιευτική κάκωση) ή συχνές διάρροιες (όπως στη νόσο του Crohn). Σε αυτούς τους συγκεκριμένους ασθενείς το ενδεχόμενο χειρουργικής σφιγκτηροτομής πρέπει να εξεταστεί προσεκτικά. Μια διεξοδική συζήτηση με τον χειρουργό σας θα εντοπίσει οποιονδήποτε από αυτούς τους παράγοντες κινδύνου, ώστε να καταστρωθεί το πλέον ορθό θεραπευτικό πλάνο. Για πολλούς ασθενείς μπορεί να ενδείκνυται μια εναλλακτική χειρουργική επέμβαση που ονομάζεται πρωκτοπλαστική με προώθηση δερματικού κρημνού Ο χειρουργός σας θα συζητήσει μαζί σας την δυνατότητα ή μη  αυτής της επιλογής.

Η τοξίνη αλλαντίασης εγχέεται απευθείας στον έσω σφιγκτήρα με σκοπό τη χαλάρωσή του και ακολούθως την επούλωση της ραγάδας. Η ένεση αυτή οδηγεί σε πλήρη ίαση σε ποσοστό περίπου 50-80% των ασθενών. Οι ενέσεις πραγματοποιούνται σε εξωτερική βάση εντός του νοσοκομείου ή ακόμα και στο ιατρείο του εξειδικευμένου χειρουργού παχέος εντέρου και πρωκτού. Το βασικό μειονέκτημα της μεθόδου, εκτός του κόστους, είναι η υποτροπή, η οποία εκδηλώνεται σε ποσοστό έως και 40% των ασθενών, καθώς και η συνήθως παροδική ακράτεια, λόγω της παράλυσης του σφιγκτήρα, που προκαλεί.

 

Η πλάγια έσω σφιγκτηροτομή

(https://www.fascrs.org)

 

Η πλάγια έσω σφιγκτηροτομή είναι η ακριβής και ελεγχόμενη διαίρεση του έσω σφιγκτήρα και αποτελεί μία ιδιαίτερα αποτελεσματική και την πιο συχνά επιλεγείσα μέθοδο για τη θεραπεία της χρόνιας και ανθεκτικής στα συντηρητικά μέσα ραγάδας του πρωκτού. Τα ποσοστά επιτυχίας ξεπερνούν το 90%. Η πιθανότητα υποτροπής μετά από σφιγκτηροτομή είναι εξαιρετικά χαμηλή, όταν εκτελείται σωστά από έναν εξειδικευμένο και έμπειρο χειρουργό. Η επέμβαση χρειάζεται συνήθως μονοήμερη νοσηλεία στο νοσοκομείο. Ο κυριότερος κίνδυνος  της σφιγκτηροτομής είναι η ήπια ακράτεια για αέρια και υγρά κόπρανα (διαβροχή). Εάν αμέσως  μετά από τη χειρουργική επέμβαση, ο ασθενής παρατηρήσει κάποια ακράτεια ή «λέρωμα», το πρόβλημα αυτό επιλύεται συνήθως σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι ασθενείς που υποβάλλονται σε σφιγκτηροτομή βελτιώνουν κατά πολύ την ποιότητα της ζωής τους σε σύγκριση εκείνους που υποφέρουν από επίμονες ραγάδες στον πρωκτό. Ο εξειδικευμένος χειρουργός σας θα αναλύσει έναν προς έναν όλους τους πιθανούς κινδύνους και τα αντίστοιχα οφέλη της σφιγκτηροτομής και θα αποφασίσει εάν η μέθοδος αυτή είναι κατάλληλη για εσάς. Σε εξειδικευμένα χέρια υπάρχει η τάση να μειώνεται σε μήκος η σφιγκτηροτομή και, για τη διευκόλυνση της ταχύτερης επούλωσης της ραγάδας, αλλά και την αμεσότερη ανακούφιση του ασθενούς, να προστίθεται και η πρωκτοπλαστική με το δερματικό κρημνό. Ένα νησίδιο δέρματος φέρεται από γύρω τον πρωκτό και προωθείται έτσι ώστε να καλύψει τη χρόνια ραγάδα, η οποία και καταργείται δια παντώς. Η τεχνική είναι μία εξαιρετική επιλογή για γυναίκες που έχουν ή και δεν έχουν ακόμα κολπικούς τοκετούς στο ατομικό αναμνηστικό τους, αφού λόγω του «αδύναμου» γυναικείου σφιγκτήρα, η σφιγκτηροτομή μπορεί και να μην είναι η καλύτερη τακτική.

 

Ο δερματικός κρημνός

 

 

ΠΟΣΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΔΙΑΡΚΕΙ Η  ΑΝΑΡΡΩΣΗ;

Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η πλήρης επούλωση τόσο με τις συντηρητικές όσο και με τη χειρουργική θεραπεία μπορεί να διαρκέσει έως και περίπου 6-10 εβδομάδες. Ωστόσο, ο έντονος πόνος μετά την επέμβαση συχνά εξαφανίζεται μετά από μερικές ημέρες. Οι περισσότεροι ασθενείς θα είναι σε θέση να επιστρέψουν στην εργασία και να επανέλθουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες μέσα σε λίγες ημέρες μετά τη χειρουργική επέμβαση.

 

ΜΠΟΡΕΙ Η ΡΑΓΑΔΑ ΤΟΥ ΠΡΩΚΤΟΥ ΝΑ ΟΔΗΓΗΣΕΙ ΣΕ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;

Ξεκάθαρα ΟΧΙ!!! Επίμονα συμπτώματα, ωστόσο, απαιτούν  προσεκτική αξιολόγηση, δεδομένου ότι άλλες καταστάσεις, εκτός από τη ραγάδα, μπορεί να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα. Ο εξειδικευμένος χειρουργός παχέος εντέρου και πρωκτού μπορεί να ζητήσει πρόσθετες εξετάσεις, ακόμη και αν η ραγάδα σας έχει επουλωθεί επιτυχώς. Η κολονοσκόπηση μπορεί να ζητηθεί για να αποκλειστούν άλλες αιτίες αιμορραγίας από το ορθό.

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ;

Οι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ειδικοί στη χειρουργική και στη μη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού. Έχουν ολοκληρώσει  ένα πλήρως δομημένο πρόγραμμα εξειδίκευσης και προηγμένης χειρουργικής εκπαίδευσης στη θεραπεία των ασθενειών αυτών, ενώ προηγουμένως έχουν πλήρως καταρτιστεί στη γενική χειρουργική και έχουν λάβει το σχετικό τίτλο ειδικότητας. Συνήθως έχουν πιστοποιηθεί ως ειδικοί χειρουργοί, έχοντας λάβει τίτλο εξειδίκευσης μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε σχετικές Ευρωπαϊκές ή Αμερικανικές εξετάσεις εξειδίκευσης. Είναι εξαιρετικά έμπειροι στην αντιμετώπιση τόσο των καλοήθων, όσο και των κακοήθων νόσων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού και είναι σε θέση να αξιολογήσουν διαγνωστικά, να οργανώσουν τον απαραίτητο έλεγχο των ασθενών, να προτείνουν την κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική  και να προβούν στην εξειδικευμένη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων που άπτονται του ειδικότερου γνωστικού τους αντικειμένου.

 

 

Η νόσος Crohn και η ελκώδης κολίτιδα, που, μαζί, συνιστούν τις γνωστές φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου δεν είναι, στην πραγματικότητα, τόσο σπάνιες παθολογικές καταστάσεις. Προσβάλλουν τον ανθρώπινο πληθυσμό με παρόμοια συχνότητα αυτής του νεανικού τύπου σακχαρώδη διαβήτη και εκείνης της σχιζοφρένειας. Είναι χρόνιες και, κυρίως η νόσος Crohn, ανίατες και επιφέρουν αξιόλογο κοινωνικό φορτίο, ενώ η αντιμετώπισή τους συνοδεύεται από σημαντικές δαπάνες που επιβαρύνουν οικονομικά το σύστημα υγείας.

Η αντιμετώπιση της νόσου Crohn παρουσιάζει προκλήσεις, τόσο στη φαρμακευτική, όσο και στη χειρουργική θεραπεία της. Αν και η βασική θεραπευτική αντιμετώπισή της συνίσταται στη χορήγηση φαρμάκων που τροποποιούν το ανοσολογικό σύστημα του οργανισμού, η χειρουργική θεραπεία απαιτείται σε τουλάχιστον στους 2 από τους 3 ασθενείς που πάσχουν από τη νόσο σε κάποια φάση της ζωής τους. Οι «παραδοσιακές» ενδείξεις της εμπλοκής του ειδικού χειρουργού παχέος εντέρου στη θεραπευτική αντιμετώπιση της νόσου Crohn, συνήθως, περιορίζονται στις περιπτώσεις εκείνες που η φαρμακευτική αγωγή αποτυγχάνει να ελέγξει τις εκδηλώσεις της νόσου, όπως και όταν εμφανίζονται επιπλοκές της νόσου που δεν λύονται με άλλο τρόπο, παρά με τη χειρουργική παρέμβαση. Ωστόσο τα σύγχρονα δεδομένα ενισχύουν την άποψη ότι η έγκαιρη χειρουργική εκτομή του σοβαρά προσβεβλημένου από τη νόσο Crohn τμήματος του εντέρου μπορεί, υπό προϋποθέσεις να αποκαταστήσει την ποιότητα ζωής του ασθενούς και να τον απαλλάξει σύντομα από τα βασανιστικά συμπτώματά του. Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η χειρουργική θεραπεία δεν προσφέρει οριστική ίαση από την νόσο, όπως και είναι αλήθεια ότι ένα, όχι ευκαταφρόνητο, ποσοστό ασθενών θα χρειαστεί να υποβληθεί σε περισσότερες από μία επεμβάσεις κατά τα διάρκεια της ζωής του, διότι οι συμπτωματικές υποτροπές και οι επιπλοκές της νόσου μπορούν να επανεμφανιστούν οποιαδήποτε χρονική στιγμή. Παρόλα αυτά, πρέπει να τονιστεί ότι δεν είναι το χειρουργείο, στο οποίο υποβλήθηκε ο ασθενής κάποια στιγμή, αυτό που θα αυξήσει την πιθανότητα υποτροπής και, πιθανά, τις επανεπεμβάσεις, αλλά η ίδια η φύση της νόσου Crohn, που ορίζεται από χρονιότητα καθώς και η εγγενής ιδιότητά της για εξάρσεις και υποτροπές. Εάν εφαρμοστούν οι αρχές της σωστής χειρουργικής για τη νόσο Crohn, με βασικότερη τον περιορισμό της σε όσον δυνατόν συντηρητικότερες εκτομές, στις οποίες αφαιρείται μόνο το σοβαρά φλεγμαίνον και παθολογικό τμήμα του εντέρου, το οποίο για να οριοθετηθεί, πολλές φορές, απαιτεί την εμπειρία του ειδικού χειρουργού παχέος εντέρου, τότε η πιθανότητα εμφάνισης των δυσμενών συνεπειών ενός χειρουργείου ελαχιστοποιείται. Ο χειρουργός δεν «καθαρίζει» τον ασθενή από τη νόσο, όπως πρέπει να κάνει, φερειπείν, στον καρκίνο του παχέος εντέρου, αλλά αντιμετωπίζει το πρόβλημα που προκαλεί το σοβαρό σύμπτωμα του ασθενούς, αφαιρεί το τμήμα του εντέρου που έχει προκαλέσει την επιπλοκή και προσφέρει ταχεία αποκατάσταση του ασθενούς σε μία φυσιολογικότερη κατάσταση, στην οποία μπορεί να ανεχθεί τις σύγχρονες βιολογικές φαρμακευτικές θεραπείες, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα ελαττώσουν την πιθανότητα μιας νέας σοβαρής έξαρσης της νόσου.

Οι ασθενείς με νόσο Crohn μπορούν να θεωρηθούν ως οι ιδανικοί για την εφαρμογή ελάχιστα τραυματικών χειρουργικών τεχνικών, όπως η λαπαροσκοπική. Είναι συχνά νέοι ασθενείς, στους οποίους το αισθητικά ανώτερο κοσμητικό αποτέλεσμα της λαπαροσκοπικής χειρουργικής είναι ιδιαίτερα ελκυστικό για αυτούς. Επιθυμούν επίσης να παραμείνουν κοινωνικά και εργασιακά ανενεργοί και μέσα στο νοσοκομείο για το μικρότερο δυνατόν χρονικό διάστημα, οπότε η ταχεία ανάρρωση και η βραχύτερη νοσηλεία που προσφέρει γενικά η λαπαροσκοπική μέθοδος στη χειρουργική ενέχει ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Για το χειρουργό, μία λαπαροσκοπική επέμβαση για νόσο Crohn μπορεί να αποβεί πιο εύκολη, αφού αυτοί οι ασθενείς είναι ιδιαίτερα λεπτοί και με ελάχιστο ενδοκοιλιακό λίπος, λόγω της χρόνιας σχετικά κακής θρέψης τους από τη νόσο. Το πιο σημαντικό είναι ότι οι ελαττωμένες μετεγχειρητικές συμφύσεις και το μικρότερο χειρουργικό τραύμα που ακολουθούν τις λαπαροσκοπικές χειρουργικές επεμβάσεις θα διευκολύνουν την εκτέλεση μιας νέας επεμβάσεις στο μέλλον, αφού ο χειρουργός, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα έρθει αντιμέτωπος με ένα καλύτερο χειρουργικό περιβάλλον. Αλλά και ο ίδιος ο ασθενής διατρέχει μικρότερο κίνδυνο προσβολής από μετεγχειρητικούς ειλεούς λόγω συμφύσεων και εμφάνισης κήλης στη χειρουργική τομή του κοιλιακού τοιχώματος. Στον αντίποδα αυτών των πλεονεκτημάτων στέκονται τα ίδια τα χαρακτηριστικά της νόσου, τα οποία μπορεί να επιφέρουν ιδιαίτερες δυσκολίες στην ολοκλήρωση μιας επέμβασης λαπαροσκοπικά. Η έντονη φλεγμονή του τοιχώματος του εντέρου, που το καθιστά δυσκίνητο και δύσκολα διαχειρίσιμο σε χειρισμούς με τα λαπαροσκοπικά εργαλεία, το παχύ και εύθραυστο μεσεντερικό λίπος, που περιέχει και τα αγγεία του λεπτού εντέρου, τα οποία εύκολα μπορεί να τραυματιστούν διεγχειρητικά, το ευμέγεθες χειρουργικό παρασκεύασμα, το οποίο μπορεί να είναι σχεδόν αδύνατον να εξέλθει από τη «μικρή» τομή που γίνεται στο τέλος των λαπαροσκοπικών επεμβάσεων, συναποτελούν τα βασικά τεχνικά προβλήματα που μπορεί να δυσχεράνουν το έργο του χειρουργού και να τον αναγκάσουν σε μετατροπή της επέμβασης σε «ανοικτή». Ακόμη όμως και η ανάγκη να επεκτείνει την περιομφαλική χειρουργική τομή από την οποία θα εξαιρέσει το χειρουργικό παρασκεύασμα στο τέλος της επέμβασης, η δυνατότητα που παρέχεται στο να εκτελέσει τα περισσότερα από τα βήματα μιας τέτοιας επέμβασης λαπαροσκοπικά, εξακολουθεί να προσφέρει πλεονέκτημα στον ασθενή, αφού το φυσιολογικό «τραύμα» της όλη επέμβασης έχει ήδη ελαττωθεί και το κέρδος της λαπαροσκοπικής προπέλασης δεν έχει, έτσι, απολεσθεί. Πάντως για τις περιπτώσεις όπου η έντονη φλεγμονή, το παχύ μεσεντέριο, η παρουσία αποστημάτων και επιπεπλεγμένων συριγγίων καθιστούν την «κλασσική» λαπαροσκοπική ανέφικτη, προσφέρεται η εναλλακτική της «με το χέρι» υποβοηθούμενης λαπαροσκοπικής χειρουργικής (Hand- Assisted Laparoscopic Surgery, HALS), κατά την οποία χρησιμοποιείται ένα μεγάλο κανάλι εργασίας με προσαρτημένη μία ειδική αποσπώμενη μεμβράνη γέλης, μέσα από την οποία μπορεί να διέλθει και το χέρι του χειρουργού, το οποίο διευκολύνει τους χειρισμούς στο έντερο σαφώς αποτελεσματικότερα από ότι τα λαπαροσκοπικά εργαλεία που μπορεί να μειονεκτούν λόγω εργονομίας. Στην πραγματικότητα, μετά το 2000 και, με τη συσσώρευση της απαραίτητης εμπειρίας από τους ειδικούς χειρουργούς παχέος εντέρου στη λαπαρσκοπική αντιμετώπιση της νόσου Crohn, τα ποσοστά μετατροπής της λαπαροσκοπικής σε «ανοικτή» έπεσαν στο 7-11%, ποσοστά που είναι ευνοϊκά συγκρίσιμα με τα αντίστοιχα της λαπαροσκοπικής χειρουργικής για εκκολπωματίτιδα (19,2%) και αυτά για τον καρκίνο του παχέος εντέρου (11-29%).

 

Λαπαροσκοπικά υποβοηθούμενη χειρουργική για ειλεοτυφλική νόσο Crohn: θέσεις τοποθέτησης των καναλιών εργασίας για τα λαπαροσκοπικά εργαλεία, λαπαροσκοπική κινητοποίηση του εντέρου, διεκβολή του χειρουργικού παρασκευάσματος  από μικρή περιομφαλική τομή και διενέργεια εξωσωματικής αναστόμωσης

 

Η προσβολή του τελικού ειλεού είναι κοινό φαινόμενο στη νόσο Crohn (60% των ασθενών). Σοβαρές φλεγμονώδεις προσβολές της ειλεοτυφλικής περιοχής οδηγούν σε στενώσεις του τελικού ειλεού, οι οποίες και καταδικάζουν τους ασθενείς σε υποτροπιάζοντες αποφρακτικούς ειλεούς, πολλαπλές νοσηλείες, επεισόδια κοιλιακού πόνου με μετεωρισμό και δυσανεξία στη λήψη τροφής. Η ειλεοκολική εκτομή έχει ένδειξη στην αντιμετώπιση των ασθενών αυτών. Οι ασθενείς με χρόνια ινοστενωτική νόσο Crohn, ειδικά, μάλιστα, εάν αυτή η νόσος περιορίζεται στην ειλεοτυφλική περιοχή, αποτελούν τους ιδανικούς ασθενείς για την εφαρμογή της λαπαροσκοπικής προσέγγισης για την ειλεοκολεκτομή που θα χρειαστούν. Αυτή η σύσταση περιλαμβάνεται και στις επίσημες οδηγίες των κατευθυντήριων οδηγιών που έχουν συνταχτεί από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για τη νόσο Crohn και την ελκώδη κολίτιδα (European Crohn’s and Colitis Organization), τη γνωστή ECCO. Σύμφωνα με αυτές η λαπαροσκοπική είναι η προτιμητέα προσπέλαση για τις περιπτώσεις αυτές, εφόσον διατίθεται η απαραίτητη εμπειρία και εξειδικευμένη χειρουργική ομάδα. Δύο τυχαιοποιημένες προοπτικές μελέτες από έγκριτα κέντρα της Ευρώπης και της Αμερικής, καθώς και μία σειρά μετα-αναλύσεων, όπου συμπεριελήφθησαν και πολλαπλές συγκριτικές μελέτες της λαπαρσοκοπικής έναντι της «ανοικτής» χειρουργικής, έχουν επιβεβαιώσει τα σαφή πλεονεκτήματα της λαπαροσκοπικής προσπέλασης, τουλάχιστον όσον αφορά τις περιπτώσεις της μεμονωμένης στενωτικής ειλεοτυφλικής νόσου Crohn. Στη τυχαιοποίημένη μελέτη που διενεργήθηκε στην Cleveland Clinic των Η.Π.Α. (Milsom και συν, Diseases of Colon and Rectum 2001), αν και δεν αναδείχθηκαν σημαντικές διαφορές στη διάρκεια της νοσηλείας, στην ανάγκη για αναλγητικά και στην ταχύτητα επιστροφής της εντερικής λειτουργίας ανάμεσα στη λαπαροσκοπική και στην «ανοικτή» χειρουργική σε ασθενείς με στενωτική, κατά κύριο λόγο, νόσο Crohn, οι ασθενείς που υποβλήθηκαν σε λαπαροσκοπική επέμβαση εμφάνισαν σημαντικά λιγότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές, κυρίως ειλεούς και λοιμώξεις χειρουργικού τραύματος (p<0,05) και είχαν καλύτερη μετεγχειρητική αναπνευστική αποκατάσταση. Στην άλλη, μεταγενέστερη, τυχαιοποιημένη μελέτη που προέρχεται από το Ολλανδικό Amsterdam Academic Center, (Maartense και συν, Annals of Surgery 2006), αν και η διάρκεια του χειρουργείου για την ολοκλήρωση των λαπαροσκοπικών εκτομών ήταν σαφώς μεγαλύτερη έναντι των «ανοικτών», οι λαπροσκοπικές υπερτερούσαν όσον αφορά την παραμονή των ασθενών στο νοσοκομείο και στη μετεγχειρητική νοσηρότητα, αφού εμφάνισαν λιγότερες επιπλοκές (p<0,05). Πάντως στη μελέτη αυτή το κόστος του χειρουργείου ήταν μεγαλύτερο μετά από λαπαροσκοπικές επεμβάσεις. Το συνολικό κόστος, όμως, όπου ελήφθησαν υπόψιν και οι δαπάνες για τους ασθενείς στη διάρκεια των πρώτων 3 μηνών ήταν σημαντικά μεγαλύτερο μετά από τις «ανοικτές» εκτομές για τη νόσο Crohn, αφού οι ασθενείς αυτοί χρειάστηκαν είτε μεγαλύτερες είτε πολλαπλές νοσηλείες μετά το πρώτο χειρουργείο, παράμετροι που αυτόματα μεταφράζονται σε υψηλότερα κόστη για το σύστημα υγείας.

Για το συγκεκριμένο θέμα έχουν, έως τώρα, δημοσιευθεί 4 μετα-αναλύσεις, όπου έχουν συμπεριληφθεί όλες οι υπάρχουσες συγκριτικές μελέτες ανάμεσα στη λαπαρσοκοπική και στην «ανοικτή» προσπέλαση στη χειρουργική αντιμετώπιση της νόσου Crohn. Η τελευταία μετα-ανάλυση (Patel και συν, BMC Surgery 2013) συνηγορεί στο ότι η λαπαροσκοπική είναι καλύτερη στο όσον αφορά τη μικρότερη διάρκεια της νοσηλείας, την ελάττωση του φυσιολογικού μετεγχειρητικού ειλεού και, το πιο σημαντικό, τις λιγότερες μετεγχειρητικές επιπλοκές. Οι ελαττωμένες ελάσσονες και μείζονες μετεγχειρητικές επιπλοκές και η βραχύτερη νοσηλεία μετά από λαπαροσκοπικές επεμβάσεις για νόσο Crohn επιβεβαιώθηκαν και από την ανάλυση που έγινε από το παγκοσμίως γνωστό American College of Surgeons National Surgical Quality Improvement Program (NSQIP), το οποίο βασίστηκε σε καλά ενημερωμένη διατηρημένη βάση δεδομένων από 1917 ασθενείς που, από το 2005 έως το 2009, είχαν υποβληθεί σε ειλεοκολεκτομές, εκ των οποίων το 34% σε λαπαροσκοπικές εκτομές.

 


Άριστο μετεγχειρητικό αποτέλεσμα μετά από λαπαροσκοπικές ειλεοκολεκτομές και αφαίρεση των ευμεγέθων χειρουργικών παρασκευασμάτων επιπεπλεγμένης νόσου
Crohn

(Από το προσωπικό αρχείο του Γ. Θεοδωρόπουλου)

 

Σε βάθος χρόνου η λαπαροσκοπική επέμβαση δυστυχώς δεν προφυλάσσει από τις υποτροπές, οι οποίες, όμως, είναι, γνωστό και πλήρως αποδεκτό, ότι είναι σύμφυτες με την ιδιαίτερη αυτή χρόνια νόσο. Αυτό αποδείχθηκε από τη μακροχρόνια παρακολούθηση των ασθενών που είχαν συμπεριληφθεί στις δύο τυχαιοποιημένες μελέτες που αναφέρθηκαν παραπάνω. Τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα των μελετών αυτών προήλθαν από την παρακολούθηση ασθενών έως και 8,5 έτη (Stocchi και συν, Surgery 2008 και Eshuis και συν, Diseases of Colon and Rectum 2008). Το εύρημα, όμως, που είναι και το πλέον σημαντικό, και προήλθε κυρίως από την πρώτη μελέτη, αυτή της Αμερικής, ήταν το ότι, ενώ δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στα ποσοστά των χειρουργικών επιπλοκών ανάμεσα στη λαπαρσκοπική και στην «ανοικτή» προσπέλαση, οι αποφρακτικοί ειλεοί και η ανάγκη επανεισαγωγών και πολλαπλών επεμβάσεων ήταν σημαντικά πιο εμφανής μετά από τα «ανοικτά» χειρουργεία (p=0,006). Αυτή η σημαντική παρατήρηση ενισχύεται από τα αποτελέσματα μιας προηγούμενης συγκριτικής, αλλά μη τυχαιοποιημένης, μελέτης, που υποστήριξε ότι η συχνότητα των αποφρακτικών ειλεών κατά τη διάρκεια 5ετούς μετεγχειρητικής παρακολούθησης των ασθενών είναι πάνω από τριπλάσια μετά από «ανοικτή» συγκριτικά με τη λαπαροσκοπική προσέγγιση (35,4% έναντι 11,1%, p=0,02) (Berghamaschi και συν, Diseases of Colon and Rectum 2003). Αυτό βέβαια εξηγείται από το γεγονός ότι η λαπαροσκοπική προφυλάσσει σε σημαντικό βαθμό από τη δημιουργία ενδοκοιλιακών συμφύσεων, οι οποίες, με τη σειρά τους, πιθανά να οδηγήσουν σε αποφρακτικό ειλεό.

Αρκετές μελέτες από τη διεθνή βιβλιογραφία υποστηρίζουν ότι και, εκτός από την τυπικά στενωτική νόσο Crohn, όπου η λαπαροσκοπική προσπέλαση βρίσκει την άριστη εφαρμογή της, και σε ασθενείς με βαρειά, διατιτραίνουσα ή συριγγοποιό νόσο Crohn, όπου ανευρίσκονται φλεγμονώδεις μάζες, συνήθως με αποστήματα ανάμεσα στις έλικες του εντέρου, καθώς και συρίγγια του λεπτού εντέρου που επικοινωνούν με άλλα όργανα, όπως το παχύ έντερο ή την ουροδόχο κύστη, η λαπαροσκοπική μπορεί, πολλές φορές, να αποδειχθεί τεχνικά εφικτή και ασφαλής. Έτσι, μεταξύ άλλων, στην προοπτική Γαλλική μελέτη από τη γνωστή ομάδα του Panis, όπου από τους 124 ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν λαπαροσκοπικά, οι 54 είχαν επιπλεγμένη διατιτραίνουσα ή/και υποτροπιάζουσα νόσο Crohn, μπορεί να φάνηκε ότι η λαπαροσκοπική αντιμετώπιση της διατιτραίνουσας νόσου είναι πιο δύσκολη, απαιτεί μεγαλύτερο χειρουργικό χρόνο, καθώς και καταλήγει πιο συχνά στη δημιουργία εκτρέπουσας στομίας, ωστόσο δεν διαφέρει σημαντικά, όσον αφορά στη διάρκεια της νοσηλείας και στις μετεγχειρητικές επιπλοκές, από την αντιμετώπιση των στενωτικών, λιγότερο επιπλεγμένων μορφών της νόσου.

 

Η λαπαροσκοπική προσπέλαση μπορεί να εφαρμοστεί και σε διατιτραίνουσα ή συριγγοποιό νόσο Crohn

(Από το προσωπικό αρχείο του Γ. Θεοδωρόπουλου)

 

Οι πληροφορίες και τα επιστημονικά δεδομένα που αναφέρονται στο παραπάνω ενημερωτικό κείμενο έχουν παρουσιαστεί σε διαλέξεις και εισηγήσεις του Γ. Θεοδωρόπουλου, στα πλαίσια επιστημονικών συνεδρίων και ημερίδων, όπου συμμετείχε ως προσκεκλημένος ομιλητής:

 

Χειρουργική θεραπεία της δυσκοιλιότητας

Η χειρουργική θεραπεία αποτελεί το τελικό καταφύγιο για την αντιμετώπιση του ασθενούς με χρόνια δυσκοιλιότητα και μπορεί να αποτελέσει αποτελεσματικό ανακουφιστικό μέσο για αυστηρά επιλεγμένους ασθενείς. Η αναγνώριση του τύπου της δυσκοιλιότητας βασίζεται στα αποτελέσματα απεικονιστικών και λειτουργικών εξετάσεων, με πιο σημαντικές τη δοκιμασία διάβασης του παχέος εντέρου και την αφοδευσιογραφία, οι οποίες, αντίστοιχα, προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες για τη λειτουργική συμπεριφορά του παχέος εντέρου και των μυών του πυελικού εδάφους. Η χειρουργική αφαίρεση εκτεταμένου τμήματος του παχέος εντέρου ενδείκνυται στην πιστοποιημένη απεικονιστικά με τη σχετική δοκιμασία, δυσκοιλιότητα βραδείας διάβασης ή αδράνεια του παχέος εντέρου. Την τελευταία δεκαετία ένδειξη εφαρμογής της χειρουργικής στη θεραπεία της χρόνιας δυσκοιλιότητας έχει αποκτήσει η αποφρακτικού τύπου δυσκοιλιότητα ή σύνδρομο αποφρακτικής δυσχεσίας, το οποίο όμως δεν οφείλεται σε λειτουργικά αίτια, όπως ο πρωκτισμός, η κάθοδος του πυελικού εδάφους και η παράδοξη σύσπαση του ηβοορθικού μυός, τα οποία και αντιμετωπίζονται με συντηρητικά μέσα.

Αν και ο ρόλος της χειρουργικής αποκατάστασης της αποφρακτικής δυσκοιλιότητας παρέμενε μάλλον περιορισμένος, δύο συχνά συνυπάρχουσες ανατομικές βλάβες τοποθετούν την ασθενή στην ομάδα αυτών που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από τη χειρουργική διόρθωση τους:

- Η παρουσία εσωτερικής βλεννογονικής πρόπτωσης, δηλαδή ενός ορθοπρωκτικού εγκολεασμού με τη μερικού πάχους αναδίπλωση του ορθού να εισέρχεται εντός του πρωκτικού αυλού στην εξέταση της αφοδευσιογραφίας.

-  Η ανάδειξη ορθοκήλης, δηλαδή πρόπτωσης του ορθού διά του κόλπου κατά την αφόδευση, λόγω της εξασθένησης του ορθοκολπικού διαφράγματος με την αύξηση της ηλικίας και τις πολλαπλές κυήσεις.

Δεν είναι απόλυτα διευκρινισμένο εάν η εσωτερική πρόπτωση και η ορθοκήλη, ως διακριτές ανατομικές ανωμαλίες, είναι αυτές που οδηγούν στην εμφάνιση της αποφρακτικής δυσκοιλιότητας ή εάν μία υποκείμενη λειτουργική διαταραχή του πυελικού εδάφους οδηγεί στη δυσκοιλιότητα και, δευτερευόντως, λόγω των δυσλειτουργικών συμπτωμάτων της ασθενούς, όπως η χρόνια προσπάθεια στην αφόδευση, στην εμφάνιση της πρόπτωσης και της ορθοκήλης, οι οποίες επιτείνουν το λειτουργικό πρόβλημα δρώντας αποφρακτικά κατά την αφόδευση. Συνεπώς η ανατομική βλάβη μπορεί απλά να αποτελεί την «κορυφή του παγόβουνου» σε μια γενικότερη δυσλειτουργία του πυελικού εδάφους. Έτσι ή αλλιώς, η άρση του αποφρακτικού φαινομένου, είτε αυτό είναι το αίτιο είτε είναι το αποτέλεσμα της δυσκοιλιότητας, λογικά θα βοηθούσε την ομάδα αυτών των ασθενών. 

Το σύνδρομο της αποφρακτικής δυσκοιλιότητας (Obstructed Defecation Syndrome, ODS) χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένη συμπτωματολογία, που περιλαμβάνει την έντονη προσπάθεια στην αφόδευση τουλάχιστον στο 25% των κενώσεων, την ανάγκη για δακτυλικούς χειρισμούς από το ορθό ή τον κόλπο για τη διευκόλυνση της κένωσης, το αίσθημα της ατελούς κένωσης, την υπερκατανάλωση καθαρτικών και τη συχνή χρήση κλυσμάτων προκειμένου την επίτευξη της κένωσης του ορθού από τα κόπρανα. Το σύνδρομο αυτό συμπληρώνεται από την κλινική ανεύρεση ορθοκήλης και εσωτερικής πρόπτωσης κατά την ψηλάφηση και την πρωκτοσκόπηση της ασθενούς, ευρήματα τα οποία πρέπει να επιβεβαιώνονται και απεικονιστικά με την εξέταση της αφοδευσιογραφίας. Οι πρώτες και, παραδοσιακά, οι μοναδικές θεραπευτικές επιλογές συνίστανται στην αύξηση των φυτικών ινών στη δίαιτα, στη χορήγηση υπακτικών και στη βιοανάδραση. Από το 2004, οπότε και τα πρώτα θετικά αποτελέσματα από την εφαρμογή της μεθόδου δημοσιεύτηκαν, ξεκίνησε να διαδίδεται και να γίνεται δημοφιλής η τεχνική STARR (Stapled Transanal Resection of the Rectum), δηλαδή η εκτομή και επανασυρραφή του πλεονάζοντος προπίπτοντος τοιχώματος του ορθού με τη χρήση ειδικών κυκλικών συρραπτικών-αναστομωτήρων.

 

Η τεχνική STARR

Η τεχνική STARR βασίζεται στην τεχνική αιμορροϊδοπηξίας με το κυκλικό συρραπτικό-αναστομωτήρα (stapler), που περιγράφηκε από τον Longo και συντομογραφικά είναι γνωστή και ως τεχνική PPH (Procedure for Prolapsed Hemorrhoids, τεχνική για προπίπτουσες αιμορροΐδες). Στην «κλασσική» STARR χρησιμοποιούνται 2 συρραπτικά PPH 01 (Johnson & Johnson;  New Brunswick, New Jersey, USA) για την αφαίρεση της πρόσθιας και της οπίσθιας πρόπτωσης αντίστοιχα, προκειμένου να επιτευχθεί μία διαπρωκτική περιμετρική εκτομή του ορθού. Αυτή η διαδικασία καταργεί και τις συνυπάρχουσες ανατομικές αλλοιώσεις, δηλαδή την ορθοκήλη, τον ενδοπρωκτικό εγκολεασμό και τη βλεννογονική πρόπτωση. Πρόσφατα δημοσιεύθηκαν τα αποτελέσματα από την Ευρωπαϊκή τράπεζα καταγραφής (European Registry), που περιελάμβανε 1456 ασθενείς που αντιμετωπίστηκαν με την τεχνική STARR. Υπήρξε σημαντική βελτίωση της ποιότητας ζωής και ύφεση των συμπτωμάτων των ασθενών. Παρατηρήθηκαν, ωστόσο, επιλοκές, αλλά και υποτροπές από την εφαρμογή της μεθόδου. Οι πιο συχνές μετεγχειρητικές επιπλοκές ήταν το απρόσμενο μετεγχειρητικό πρωκτικό άλγος (8%), η επίσχεση ούρων (7%), η αιμορραγία (4,5%), επιπλοκές από τη γραμμή της αναστόμωσης (3,2%) και η πυελική σήψη (1,4%). Επίσης, κάποιοι από τους ασθενείς παρέμειναν με την ορθοκήλη ή είχαν υπολειπόμενη πρόπτωση και μετά την εφαρμογή της STARR. Πρόσφατα η STARR τροποποιήθηκε με την ανάπτυξη ενός επαναφορτιζόμενου εγκαρσίου συρραπτικού τύπου Contour (TranStar; Johnson & Johnson, New Brunswick, New Jersey, USA), με στόχο την εκτομή του προπίπτοντος βλεννογόνου σε μεγαλύτερο εύρος, εφόσον αυτό απαιτείται.

 

Η τεχνική TST-STARR

Οι βασικές αδυναμίες της STARR σχετίζονται με τη συχνότητα των υποτροπών μετά την εφαρμογή της και με κάποιες, μερικές φορές σοβαρές επιπλοκές. Με το σκεπτικό ότι μία μεγαλύτερου εύρους εκτομή και μία βελτιωμένη τεχνολογία του κυκλικού συρραπτικού θα βοηθούσε στην ελάττωση των επιπλοκών και των υποτροπών, η ανάγκη για την εξέλιξη του εξοπλισμού που χρησιμοποιείται φάνηκε να καθίσταται απαραίτητη. Η τεχνολογική πρόοδος οδήγησε στη δημιουργία ενός εξειδικευμένου κυκλικού συρραπτικού για την εκτέλεση μιας τροποποιημένης STARR, του TST STARR Plus stapler (Touchstone International Medical Science Co., Ltd, Suzhou, China). Η τροποποιημένη τεχνική STARR φέρεται με το όνομα TST(Tissue Selecting Technique)-STARR, διότι επιτρέπει τη ρυθμιζόμενη, ανάλογα με το πάχος του προπίπτοντος βλεννογόνου, «εξατομικευμένη» διαπρωκτική εκτομή του ορθού. Η δυνατότητα που προσφέρει για τον έλεγχο και την προσαρμογή υπό άμεση όραση της ποσότητας του προπίπτοντος ορθικού βλεννογόνου, την οποία υποδέχεται και εγκλωβίζει εντός του κυτίου του το εργαλείο, αυξάνει σημαντικά την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα της μεθόδου TST-STARR. Στην κατασκευή του εργαλείου αυτού, όπως και στα πιο μοντέρνα συρραπτικά σύγχρονης τεχνολογίας, έχουν ληφθεί υπόψη οι σημαντικές παράμετροι που καθιστούν το συρραπτικό απόλυτα ασφαλές και ικανό να ελαχιστοποιήσει τις τυχόν επιπλοκές μετά την πυροδότησή του: το πάχος του ιστού που εγκλωβίζει, το βαθμό της συμπίεσης που ασκεί και το μέγεθος και το σχήμα των αγκτήρων (staples) που διαθέτει (τα staples πρέπει να έχουν μετά το κλείσιμό τους «πραγματικό σχήμα» Β). Αυτά τα «τεχνολογικά πλεονεκτήματα» προφυλάσσουν από τις μετεγχειρητικές αιμορραγίες από τη γραμμή των staples, ενώ η αντικατάσταση της «τυφλής» σύγκλεισης του εργαλείου στην «κλασσική» STARR, από την, υπό άμεση όραση, ελεγχόμενη, προσαρμοζόμενη αναλόγως του πάχους του ιστού, σύγκλειση του στην TST-STARR οδηγεί στην πρόληψη της αναστομωτικής «αποτυχίας»  και των επαγόμενων από αυτή σηπτικών πυελικών επιπλοκών. Επίσης, η κυκλοτερής εφ’ άπαξ εκτομή του προπίπτοντα βλεννογόνου προσφέρει τεχνική ανωτερότητα και αξιοπιστία σε σχέση με την ανάγκη 2 πυροδοτήσεων στην «κλασσική» STARR.

 

Tα τεχνικά βήματα της TST-STARR (Από το προσωπικό αρχείο του Γ. Θεοδωρόπουλου)

Βίντεο της τεχνικής περιλαμβάνεται στην ενότητα "Βίντεο" της ιστοσελίδας

 

Με τον ασθενή σε γυναικολογική θέση και μετά την εφαρμογή περιπρωκτικού block με Xylocaine, εισάγεται ο ειδικός, διάφανος κυκλοτερής πρωκτοδιαστολέας

 

 

Τοποθετούνται 8 τριπλές ραφές έλξης προσθίως, οπισθίως και πλαγίως συλλαμβάνοντας περιμετρικά το προπίπτον τμήμα του ορθού

 

 

Ο ειδικά σχεδιασμένος κυκλικός αναστομωτήρας ΤSΤ-36 φέρει ευρύ χώρο υποδοχής για τον προπίπτοντα ιστό, ο οποίος και εγκλωβίζεται εντός του μετά τη συμπλησίαση του στυλεού με την κεφαλή του αναστομωτήρα

 

 

Μετά την πυροδότηση του, ο προπίπτον βλεννογόνος του ορθού αφαιρείται και ελέγχεται η κυκλοτερής γραμμή συρραφής για εύκολα ελεγχόμενες με απορροφήσιμα ράμματα αιμορραγίες

   

 H τεχνική παρουσιάστηκε στο 30ο Πανελλήνιο Χειρουργικό Συνέδριο και Χειρουργικό Φόρουμ (Θεσσαλονίκη 9-12/11/2016)

 

Από τη ριζική στην τοπική χειρουργική εκτομή του καρκίνου του ορθού

Στη σύγχρονη αρένα της καθιέρωσης των «ελάχιστα επεμβατικών» μεθόδων, ή αλλοιώς, των χειρουργικών τεχνικών που διεξάγονται με το μικρότερο δυνατό τραύμα, και της συνεχούς προσφοράς μοντέρνων χειρουργικών επιλογών που απορρέουν από την τεχνολογική εξέλιξη, παρατηρείται σημαντική πρόοδος, αλλά και αλλαγή καθιερωμένων τακτικών στον τρόπο που αντιμετωπίζεται χειρουργικά ένα νεόπλασμα του ορθού. Αμετάβλητη, ωστόσο, παραμένει η βασική χειρουργική αρχή της αναγκαιότητας εκρίζωσης της πρωτοπαθούς αλλοίωσης στο ορθό, είτε πρόκειται για έναν καλοήθη πολύποδα είτε για έναν κακοήθη όγκο. Αν και οι «ανοικτές» ή λαπαροσκοπικές διακοιλιακές ριζικές επεμβάσεις, που πρέπει να περιλαμβάνουν υποχρεωτικά την ολική αφαίρεση του μεσοορθού γύρω από το ορθό για τη βέλτιστη ογκολογική κάθαρση αποτελούν την πλέον ενδεδειγμένη χειρουργική τακτική, οι «ορθοσωστικές» τοπικές εκτομές νεοπλασμάτων με διαπρωκτική προσπέλαση και, χωρίς την ανάγκη εισόδου στην κοιλιά, έχουν γίνει ιδιαίτερα δημοφιλείς, λόγω της χαμηλής νοσηρότητας τους, της διατήρησης ως επί το πλείστον αναλλοίωτης της ποιότητας ζωής των ασθενών και της προστασίας που προσφέρουν στην αποφυγή των λειτουργικών διαταραχών της αφόδευσης και της ουρογεννετήσιας λειτουργίας, που μπορεί να συνοδεύουν τις ριζικές επεμβάσεις της χαμηλής πρόσθιας και της κοιλιοπερινεϊκής εκτομής για τον καρκίνο του ορθού. Η επιλογή της τοπικής εκτομής από τον ειδικό χειρουργό, πρέπει να ακολουθεί την προσεκτική αξιολόγηση του ασθενούς, την επιλογή των κακοήθων νεοπλασμάτων με «ευνοϊκά» ιστολογικά χαρακτηριστικά (μέσης ή καλής διαφοροποίησης, με διήθηση έως τον υποβλεννογόνιο χιτώνα- σταδίου Τ1, χωρίς λεμφαγγειακή ή αγγειακή διηθηση), ώστε να είναι υποψήφια για μη ριζική τοπική εκτομή και την πλήρη και λεπτομερή ενημέρωση του ασθενούς που επιθυμεί μία τέτοια προσπέλαση, η οποία αν και ελκυστική, δεν παύει να έχει σημαντικές ογκολογικές ανεπάρκειες, αφού δεν συνοδεύεται με τον «παραδοσιακό» λεμφαδενικό καθαρισμό.

Μέσα στα τελευταία 30 χρόνια, παρατηρήθηκε μία σταθερή εξέλιξη στις δαιπρωκτικές τοπικές εκτομές των νεοπλασμάτων του ορθού. Ξεκίνησε με την παραδοσιακή «συμβατική» διαπρωκτική τοπική εκτομή του Parks, τη δεκαετία του 1970 και συνέχισε με την επαναστατική εισαγωγή της πλέον εξελιγμένης, αλλά σύμπλοκης και τεχνικά δυσχερούς διαπρωκτικής ενδοσκοπικής μικροχειρουργικής (Transanal Endoscopic Microsurgery, TEM). Η διαπρωκτική ελάχιστα επεμβατική χειρουργική (Transanal Minimally Invasive Surgery, TAMIS) πρόσφατα προσαρτήθηκε στη χειρουργική καλοήθων και αρχόμενων κακοήθων νεοπλασμάτων του μέσου και κατώτερου ορθού και έγινε αμέσως αποδεκτή, ως πιο προσβάσιμη και πλέον διαχειρίσιμη από τους ειδικούς χειρουργούς παχέος εντέρου και πρωκτού. Αποτελεί εξέλιξη της λαπαροσκοπικών τεχνικών δια μιας οπής (single-port), της παραδοσιακής συμβατικής διαπρωκτικής τοπικής εκτομής και της για πολλά χρόνια δοκιμασμένης, αλλά ποτέ, ευρέως διαδεδομένης, ΤΕΜ.

 

Ανεπάρκειες των διαπρωκτικών τοπικών εκτομών πριν την TAMIS

Η παραδοσιακή διαπρωκτική εκτομή υπό άμεση όραση, αν και επαρκής στην αντιμετώπιση καλοήθων νεοπλασμάτων του κατώτερου ορθού, όπως των λαχνωτών αδενωμάτων του κατώτερου ορθού, παρουσιάζει περιορισμούς στην επάρκειά της σε νεοπλάσματα που βρίσκονται υψηλότερα από τα τελευταία εκατοστά του ορθού, λόγω της δυσκολίας διαπρωκτικής προσέγγισής τους μέσα από το στενό ορθοπρωκτικό κανάλι, πολύ δε περισσότερο στην αντιμετώπιση των πρώϊμων καρκίνων του ορθού. Η οπτική στο χειρουργικό πεδίο που προσφέρει η διαπρωκτική εκτομή και η ακρίβεια στη χειρουργική παρασκευή κάθε άλλο παρά ιδεώδεις θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν και αυτό μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα της ογκολογικής εκτομής. Τα ποσοστά θετικών ιστολογικών ορίων ξεπερνούσε το 10% ακόμη και σε έμπειρα χέρια ενώ η πιθανότητα κατάτμησης του παρασκευάσματος ήταν υψηλή. Το αποτέλεσμα ήταν η διαπρωκτική να εμφάνιζε μεγαλύτερα ποσοστά τοπικής υποτροπής και χειρότερα ογκολογικά αποτελέσματα σε σύγκριση με τη διαοιλιακή ολική μεσοορθική εκτομή.

Με σκοπό να διευθετήσει τους τεχνικούς περιορισμούς της διαπρωκτικής τοπικής εκτομής και να βελτιώσει την ογκολογική επάρκεια της, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο G. Buess εισήγαγε την ΤΕΜ, η οποία ήταν μία προηγμένη βιντεο-ενδοσκοπική ελάχιστα επεμβατική μέθοδος για διαπρωκτική εκτομή. Η ΤΕΜ βασίζεται στη χρήση τροποποιημένων ενδοσκοπικών εργαλείων, ενός ευρέος αυλού, 4 εκατοστών σε διάμετρο, άκαμπτου πρωκτοσκοπίου και εξειδικευμένου, «αφοσιωμένου» για χρήση μόνο στην ΤΕΜ, εξοπλισμού και προσφέρει τη δυνατότητα πρόσβασης ψηλά στο ορθό, έως και την ανώτερη μοίρα του. Αρκετές μελέτες εστίασαν στη σύγκριση της ΤΕΜ με την κλασσική διαπρωκτική εκτομή και η ΤΕΜ αποδείχθηκε σαφώς καταλληλότερη και ογκολογικά ασφαλέστερη, αφού πέτυχε υψηλότερα ποσοστά αρνητικών ιστολογικών ορίων στα αφαιρεθέντα με ΤΕΜ παρασκευάσματα και σχετίστηκε με μικρότερη πιθανότητα κατάτμησης του παρασκευάσματος και υποτροπής των νεοπλασματικών αλλοιώσεων. Αυτή η ανωτερότητα της ΤΕΜ οφείλεται στην καλύτερη όραση που προσφέρει, αφού η εκτομή του όγκου γίνεται υπό ενδοσκοπική όραση στο ευρύ πεδίο που διαμορφώνεται από την εμφύσηση διοξειδίου του άνθρακα εντός του ορθού («πνευμοορθό»), γεγονός που διευκολύνει τους ακριβείς χειρισμούς των εργαλείων, όπως, εξάλλου συμβαίνει και με τη δημιουργία πνευμοπεριτοναίου στη λαπαροσκοπική χειρουργική. Ένας σημαντικός περιορισμός της ΤΕΜ αναγνωρίζεται στο ότι το πρωκτοσκόπιο έχει σχεδιαστεί έτσι ώστε να «λειτουργεί» από «πάνω προς τα κάτω». Έτσι η βλάβη του ορθού που πρέπει να αφαιρεθεί πρέπει να «προσανατολίζεται» προς το πάτωμα, με συνέπεια η τοποθέτηση του ασθενούς να χρειάζεται να τροποποιείται αναλόγως της εντόπισης του νεοπλάσματος. Αυτό απαιτεί και χειρουργικά τραπέζια τα οποία έχουν προδιαγραφές για την υποδοχή συγκεκριμένων θέσεων του ασθενούς, όπως για παράδειγμα η πρόσθια εντόπιση του όγκου απαιτεί τον ασθενή σε πρηνή θέση με τα πόδια ανοιχτά, ή ιδιαίτερα στηρίγματα και πολύ χρόνο προετοιμασίας τους ασθενούς στην πλάγια τοποθέτησή του. Άλλοι περιορισμοί της ΤΕΜ σχετίζονται με το όχι ευκαταφρόνητο κόστος του ειδικού εξοπλισμού, αλλά κυρίως με την οξεία και μακρά καμπύλη εκμάθησης της μεθόδου, στοιχεία που παρεμπόδισαν την ευρεία και ταχεία αποδοχή της, ακόμη και από εξειδικευμένες ομάδες χειρουργών παχέος εντέρου και πρωκτού.

 

Τα πλεονεκτήματα της ΤΑΜΙS

Προκειμένου να ανταπεξέλθουν των περιορισμών που για χρόνια συνόδευε τη χρήση της ΤΕΜ, το 2009, οι Atallah, Albert και Larach από τη Florida, USA,ανέπτυξαν μία νέα υβριδική μεταξύ της ΤΕΜ και των λαπαροσκοπικών τεχνικών «δια μίας οπής» (“single-port”) μέθοδο, την TAMIS. Στην TAMIS χρησιμοποιείται ένα, σχετικά απλό στο σχεδιασμό του, μίας χρήσης, εύκαμπτο διαπρωκτικό κανάλι εργασίας, το οποίο μπορεί να υποδεχθεί άλλα μικρότερα κανάλια, μέσα από τα οποία χρησιμοποιούνται συμβατικά λαπαροσκοπικά εργαλεία, ενώ η δημιουργία πνευμοορθού επιτυγχάνεται με τη χρήση ενός κοινού εμφυσητή διοξειδίου του άνθρακα, που χρησιμοπιείται σε οποιαδήποτε λαπαροσκοπική επέμβαση. Αν και τα βήματα της ΤΑΜΙS δεν διαφέρουν από την ΤΕΜ, η TAMIS προσφέρει τη σημαντική δυνατότητα στο χειρουργό να λειτουργήσει σε όλα τα τεταρτημόρια του ορθού, χωρίς περιορισμούς, έχοντας τον ασθενή σε απλή θέση λιθοτομής. Αμέσως μετά την εισαγωγή της πυροδοτήθηκε έντονο ενδιαφέρον από τους ειδικούς χειρουργούς, οι οποίοι παγκοσμίως υιοθέτησαν την εφαρμογή της TAMIS, λόγω της εργονομικά ανώτερης, εύκαμπτης πλατφόρμας της TAMIS, της μη ανάγκης χρήσης των ειδικά σχεδιασμένων εργαλείων της ΤΕΜ, της ευκολίας εκμάθησης της συγκριτικά με την ΤΕΜ και του σαφώς χαμηλότερου κόστους της TAMIS, που δεν απαιτεί την επένδυση αγοράς του ακριβού εξοπλισμού της ΤΕΜ. Το κανάλι εργασίας της TAMIS έχει μικρότερο μήκος από την ΤΕΜ και αυτό, πέρα από το καθιστά καταλληλότερο για την αφαίρεση όγκων που βρίσκονται χαμηλά στο ορθό, προσφέρει και αυξημένη «γωνία εργασίας», αποφεύγοντας τη «σύγκρουση» των εργαλείων της ΤΕΜ. Επιπρόσθετα η TAMIS μπορεί να είναι λιγότερο τραυματική για το σφιγκτήρα, λόγω της μαλακής και ελαστικής σύστασης του καναλιού εργασίας της, συγκριτικά με το άκαμπτο, «τραυματικό» πρωκτοσκόπιο της ΤΕΜ. Τέλος, λόγω της διενέργειας της TAMIS γενικά με τον ασθενή σε θέση λιθοτομής, δηλαδή ύπτια γυναικολογική θέση, είναι εύκολη η μετατροπή της σε μία «ανοικτή» διακοιλιακή επέμβαση εάν παραστεί η ανάγκη κατά τη διάρκεια του χειρουργείου.

 

Το κανάλι πρόσβασης της GelPOINT® Path TRANSANAL ACCESS PLATFORM (Applied Medical)
(
www.appliedmedical.com)

H εμπειρία από την εφαρμογή της TAMIS έχει σταδιακά συσσωρευτεί και σε μία πρόσφατη ανασκόπηση 35 μελετών οι   Martin-Perez και συν ανέφεραν ότι συνολικά η θετικότητα των ιστολογικών ορίων ήταν 4,36% και η συχνότητα κατάτμησης του παρασκευάσματος 4,1%. Ο μέσος χρόνος του χειρουργείου ήταν 76 λεπτά και η απώλεια αίματος ελάχιστη. Μόνο το 2,3% των εκτομών δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί με TAMIS και χρειάστηκε τη μετατροπή της σε κλασσική διαπρωκτική εκτομή ή διακοιλιακή λαπαροσκοπική επέμβαση.    

 

Περιγραφή της τεχνικής

Με το ασθενή σε γυναικολογική θέση λιθοτομής και τους μηρούς σε κάμψη >900, εισάγεται διαπρωκτικά και συγκρατείται ύπερθεν του ανελκτήρα το κανάλι πρόσβασης της GelPOINT® Path TRANSANAL ACCESS PLATFORM (Applied Medical). Τρία μικρά trocars 10mm εισάγονται στο πώμα γέλης που προσαρτάται στο κανάλι πρόσβασης. Ακολουθεί εμφύσηση πνευμοορθού 15-20mmHg. Tα όρια εκτομής σημειώνονται στον ορθικό βλεννογόνο πέριξ της βλάβης με μονοπολική διαθερμία. Η εκτομή ξεκινά από το άπω όριο σε όλο το πάχος έως και το μεσοορθικό λίπος και διευκολύνεται από τη χρήση ενέργειας διατομής-αιμοσυγκόλλησης για ελαχιστοποίηση της αιμορραγίας από τον υποβλεννογόνιο. Το παρασκεύασμα συλλαμβάνεται και ανασηκώνεται. Ολοκληρώνεται η κινητοποίηση από τα πλάγια και αφαιρείται μετά την τελική διατομή του κατά το εγγύς όριο. Η αφαίρεση είναι ολικού πάχους και συναφαιρείται τμήμα του μεσοορθικού λίπους. Το έλλειμμα που απομένει μετά την απομάκρυνση του παρασκευάσματος συγκλείεται με συνεχές ράμμα τύπου V-lock.

 

Η τεχνική της TAMIS

(Aπό το προσωπικό αρχείο του Γ. Θεοδωρόπουλου)

 

Βίντεο της τεχνικής περιλαμβάνεται στην ενότητα "Βίντεο" της ιστοσελίδας

 

H τεχνική παρουσιάστηκε στο 35ο Πανελλήνιο Συνέδριο Γαστρεντερολογίας (Καλαμάτα, 8-11/10/2015, στο International Congress of the European Association for Endoscopic Surgery (E.A.E.S.) msterdam, The Netherlands, 15 – 18/6/2016) και στο 30ο Πανελλήνιο Χειρουργικό Συνέδριο και Χειρουργικό Φόρουμ (Θεσσαλονίκη 9-12/11/2016)

 



 

Σελίδα 7 από 12

Ιατρείο

  • Διεύθυνση: Πινδάρου 3, 10671 Αθήνα
  • Email : info@theodoropoulos-surgery.gr
  • Τηλέφωνο : +30 694 5463 593

Μέλος του

ACSRS