Οι ενημερωτικές πληροφορίες που παρατίθενται είναι αντίστοιχες με εκείνες που η Αμερικάνικη Εταιρεία Χειρουργών Παχέος Εντέρου και Πρωκτού (American Society of Colon and Rectal Surgeons, ASCRS) έχει επιλέξει να βρίσκονται στη διάθεση των ασθενών. Σκοπό έχουν να ενημερώσουν το ευρύ κοινό για τις πιο κοινές παθολογίες (καλοήθεις και κακοήθεις) που αφορούν στο παχύ έντερο, το ορθό και τον πρωκτό. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε ασθενής που θα ανατρέξει σε αυτές και, ενδεχομένως, θα αναγνωρίσει κάποια από τα δικά του συμπτώματα, αυτομάτως είναι και σε θέση με μόνη την ανάγνωσή τους να προβεί σε αυτοδιάγνωση, ή ίσως, και αυτοθεραπεία. Σε καμία περίπτωση δεν ακυρώνεται η επιτακτική ανάγκη και υποχρέωση του ασθενούς να προστρέξει σε έναν εξειδικευμένο χειρουργό, αμέσως μόλις παρατηρήσει το παραμικρό σύμπτωμα.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΧΥ ΕΝΤΕΡΟ;
Το παχύ έντερο και ο πρωκτός αποτελούν τα τελευταία τμήματα του πεπτικού σωλήνα. Το παχύ έντερο, που μοιάζει με ένα μακρύ σωλήνα μήκους 1,5 μέτρων, διαιρείται στο κόλον που έχει σχήμα Π και το ορθό, το οποίο αποτελεί την αποθήκη των κοπράνων, πριν αυτά αποβληθούν από τον οργανισμό μέσα από τον πρωκτό. Υπολείμματα τροφής, που έχουν υποβληθεί στη διαδικασία της πέψης και της απορρόφησης θρεπτικών συστατικών από το λεπτό έντερο, εισέρχονται στο κόλον. Το κόλον απομακρύνει νερό και ηλεκτρολύτες από τα υπολείμματα της τροφής, τα οποία λαμβάνουν στερεά μορφή και αποβάλλονται από τον οργανισμό κατά την αφόδευση με την μορφή κοπράνων μέσα από το άνοιγμα του πρωκτού.
Το παχύ έντερο
(Τροποποιημένο από: https://www.fascrs.org)
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Ο καρκίνος ξεκινά από τα κύτταρα, τα οποία είναι οι δομικές μονάδες των ιστών, δηλαδή τα μικροσκοπικά στοιχεία από τα οποία αποτελείται το ανθρώπινο σώμα. Οι ιστοί συγκροτούν τα όργανα του ανθρώπινου σώματος. Τα κύτταρα φυσιολογικά διαιρούνται και πολλαπλασιάζονται, δημιουργώντας καινούρια κύτταρα, όποτε ο οργανισμός τα έχει ανάγκη. Όταν τα κύτταρα γεράσουν, πεθαίνουν και τα νέα κύτταρα που έχουν δημιουργηθεί παίρνουν τη θέση τους. Κάποιες φορές αυτή η διαδικασία δεν ολοκληρώνεται σωστά και έτσι δημιουργείται ο καρκίνος. Στους ασθενείς που προσβάλλονται από τον καρκίνο του παχέος εντέρου νέα κύτταρα δημιουργούνται και πολλαπλασιάζονται, ενώ ο οργανισμός δεν τα χρειάζεται, και τα γερασμένα κύτταρα δεν πεθαίνουν, όπως θα έπρεπε. Οι καρκίνοι του παχέος εντέρου αναπτύσσονται στην εσωτερική επένδυση του εντέρου, που ονομάζεται βλεννογόνος. Ο καρκίνος που ξεκινά από το κόλον ονομάζεται καρκίνος του κόλου και ο καρκίνος που προσβάλλει το ορθό είναι γνωστός ως καρκίνος του ορθού. Για αυτό ο καρκίνος του παχέος εντέρου αποκαλείται και ορθοκολικός καρκίνος.
Τα καρκινικά κύτταρα που ξεκινούν από το βλεννογόνο του παχέος εντέρου έχουν την ικανότητα να διηθούν το τοίχωμα του παχέος εντέρου και να διασπείρονται στους λεμφαδένες γύρω από το παχύ έντερο και σε άλλα όργανα. Αυτή η διαδικασία είναι γνωστή ως μετάσταση. Η χειρουργική θεραπεία είναι αποτελεσματική στην αφαίρεση του καρκίνου και των λεμφαδένων γύρω από το παχύ έντερο. Η θεραπεία με ειδικά φάρμακα, γνωστή ως χημειοθεραπεία, έχει πρόσθετο και βοηθητικό ρόλο, και στοχεύει στην καταστροφή των καρκινικών κυττάρων που έχουν ξεφύγει από την αρχική εστία του καρκίνου και μπορεί να δημιουργήσουν μεταστάσεις, δηλαδή νέες εστίες καρκίνου σε άλλα όργανα.
ΠΟΣΟ ΣΥΧΝΟΣ ΚΑΙ ΠΟΣΟ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι συχνός. Ο 1 στους 10 καρκίνους που προσβάλλει το ανθρώπινο είδος εντοπίζεται στο παχύ έντερο. Κάθε χρόνο αναφέρονται πλέον του 1.000.000 νέων περιστατικών καρκίνων του παχέος εντέρου. Οι θάνατοι που οφείλονται στον καρκίνο του παχέος εντέρου είναι περίπου 500.000. Οι άνδρες και οι γυναίκες προσβάλλονται από τον καρκίνο ες παρόμοια συχνότητα. Την υψηλότερη συχνότητα προσβολής, την οποία ονομάζουμε και επίπτωση, την παρατηρούμε στις χώρες του λεγόμενου Δυτικού κόσμου, όπως στις Η.Π.Α., στην Αυστραλία και στις Βορειοευρωπαϊκές χώρες. Κάθε χρόνο εμφανίζονται 300.000 νέοι καρκίνοι παχέος εντέρου μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο ένας στους 20 ενήλικες θα αναπτύξουν καρκίνο του παχέος εντέρου κατά τη διάρκεια της ζωής τους και 40% αυτών θα αποβιώσουν από τη νόσο αυτή. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου αποτελεί τον τρίτο σε σειρά συχνότητας καρκίνο και στα δύο φύλα και κατέχει επίσης την τρίτη θέση σε σειρά θανάτου από κάποιο τύπο καρκίνου.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου μπορεί να προληφθεί και, σήμερα, θεωρείται ιάσιμος, ιδιαίτερα αν ανιχνευθεί στα πρώτα στάδια. Η επιβίωση των ασθενών εξαρτάται άμεσα από το στάδιο του καρκίνου, δηλαδή από το πόσο προχωρημένος είναι. Το στάδιο του καρκίνου ορίζεται από την ιστολογική έκθεση μετά την βιοψία ολόκληρου του παρασκευάσματος που αφαιρείται κατά τη χειρουργική επέμβαση. Ο ειδικός ιατρός, που ονομάζεται παθολογοανατόμος εξετάζει τους ιστούς στο μικροσκόπιο και αξιολογεί το πόσο βαθιά έχει διηθήσει ο καρκίνος στο τοίχωμα του παχέος εντέρου και το ένα έχει διασπαρεί στους λεμφαδένες γύρω από το παχύ έντερο. Όσο νωρίτερα ανακαλύπτεται ο καρκίνος του παχέος εντέρου και όσο σε πιο πρώιμο στάδιο, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα επιβίωσης του ασθενούς, δηλαδή τόσο καλύτερη είναι η πρόγνωση. Η υποτροπή μετά το χειρουργείο, δηλαδή η επανεμφάνιση του καρκίνου είτε στο έντερο ή σε κάποιο άλλο όργανο, ως μετάσταση, αποτελεί το βασικό πρόβλημα για τον καρκίνο του παχέος εντέρου και, συχνά, είναι η τελική αιτία θανάτου του καρκινοπαθούς.
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Τα ακριβή αίτια του καρκίνου του παχέος εντέρου δεν είναι γνωστά, όπως εξάλλου συμβαίνει και με τους περισσότερους καρκίνους. Έτσι οι γιατροί συχνά δεν μπορούν να εξηγήσουν γιατί ένας ασθενής αναπτύσσει την ασθένεια αυτή και κάποιος άλλος όχι. Είναι όμως ξεκάθαρο ότι η βλάβη που οδηγεί στον καρκίνο βρίσκεται στο γενετικό υλικό των κυττάρων του ανθρώπου, δηλαδή στο γνωστό DNA. Tι ακριβώς, όμως, οδηγεί στη βλάβη του γενετικού υλικού, δηλαδή ποια είναι η ακριβής αιτία, δεν είναι απολύτως γνωστό. Ωστόσο, η κατανόηση των περίπλοκων γενετικών μηχανισμών και των αλλοιώσεων που υπάρχουν στο DNA των ανθρώπων με καρκίνο του παχέος εντέρου έχει επιτευχθεί σε σημαντικό βαθμό. Αυτό είναι αποτέλεσμα της ανάπτυξης των ειδικών τεχνικών της μοριακής βιολογίας και της γενετικής καθώς και της έντονης ενασχόλησης και της εντατικής έρευνας που διεξάγουν οι εξειδικευμένοι επιστήμονες.
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι πιο πιθανό να συμβεί καθώς με το πέρας της ηλικίας και περισσότερο από το 90% των ασθενών θα διαγνωσθεί μετά την ηλικία των 50 ετών. Άλλοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν ένα οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του παχέος εντέρου (ειδικά σε στενούς συγγενείς), και ένα ατομικό ιστορικό φλεγμονώδους νόσος του εντέρου (π.χ., ελκώδης κολίτιδα), πολυπόδων στο παχύ έντερο ή και καρκίνου σε άλλα όργανα.
Είναι ωστόσο ξεκάθαρο το ότι ο καρκίνος δεν είναι μεταδοτική νόσος. Κανένας δεν μπορεί να μολυνθεί από το καρκίνο του παχέος εντέρου που έχει ένας συνάνθρωπός του. Οι πολυετείς έρευνες που εστίασαν στην ανάλυση του καρκίνου του παχέος εντέρου έχουν καταλήξει ότι άνθρωποι με ορισμένους παράγοντες ή χαρακτηριστικά μπορεί να διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για νάπτυξη καρκίνου του παχέος εντέρου. Παράγοντας κινδύνου ορίζεται ως μία κατάσταση που αυξάνει την πιθανότητα προσβολής από καρκίνο.
Ηλικία άνω των 50 ετών: Ο καρκίνος είναι πιο πιθανό να συμβεί σε ανθρώπους που έχουν ξεπεράσει το 50ο έτος της ζωής τους. Περισσότερο από το 90% των ασθενών με καρκίνο παχέος εντέρου είναι πάνω από 50 ετών. Η μέση ηλικία διάγνωσης του καρκίνου είναι αυτή των 72 ετών.
Δίαιτα: Οι μελέτες που υπάρχουν υποδεικνύουν το ότι η υπερβολική κρεατοφαγία και οι δίαιτες που είναι πλούσιες σε ζωϊκό λίπος και οι δίαιτες που είναι χαμηλές σε ασβέστιο, φυλικό οξύ και φυτικές ίνες μπορεί να αυξάνουν τον κίνδυνο προσβολής από καρκίνο του παχέος εντέρου. Αν και, αρχικά, οι μελέτες υποστήριξαν ότι οι άνθρωποι που δεν καταναλώνουν αρκετά φρούτα και λαχανικά, δηλαδή τροφές που περιέχουν ίνες, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για καρκίνο του παχέος εντέρου, τελικά μεγαλύτερες και καλύτερα σχεδιασμένες μελέτες απέτυχαν να επαληθεύσουν τον προστατευτικό ρόλο των φυτικών ινών. Πάντως τα αποτελέσματα από τις μελέτες που αφορούν στις διάφορες διαιτολογικές συνήθειες δεν βρίσκονται σε συμφωνία μεταξύ τους και η αλήθεια είναι ότι χρειάζονται περισσότερες και μεγαλύτερες μελέτες για να αποδειχθεί ο πραγματικός ρόλος της δίαιτας, εάν και κατά πόσο αυτός υπάρχει, στην αιτιολογία του καρκίνου του παχέος εντέρου.
Ο προστατευτικός ρόλος των φυτικών ινών δεν έχει αποδειχθεί για τον καρκίνο του παχέος εντέρου
Πολύποδες παχέος εντέρου: Οι πολύποδες είναι νεοπλάσματα, με άλλα λόγια όγκοι που δημιουργούνται από αφύσικο πολλαπλασιασμό κυττάρων στην εσωτερική επιφάνεια, δηλαδή στο βλεννογόνο του παχέος εντέρου. Ο καρκίνος επίσης είναι όγκος που εμφανίζεται με ανάλογο τρόπο, όμως στον καρκίνο τα κύτταρα είναι πιο επιθετικά, έχουν διηθήσει το τοίχωμα του εντέρου πιο πέρα από το βλεννογόνο, αλλά και έχουν την ιδιότητα να δημιουργούν μεταστάσεις. Έτσι οι απλοί πολύποδες, επειδή έχουν καλύτερη βιολογική συμπεριφορά, ονομάζονται καλοήθη νεοπλάσματα, ενώ οι καρκίνοι είναι τα κακοήθη νεοπλάσματα του παχέος εντέρου. Η αλήθεια είναι ότι η πλειοψηφία των καρκίνων του παχέος εντέρου δημιουργούνται από πολύποδες. Βέβαια όλοι οι πολύποδες δεν αλλάζουν και γίνονται καρκίνοι. Επειδή όμως δεν γνωρίζουμε ποιοι πολύποδες θα γίνουν τελικά καρκίνοι, είναι καλό να τους ανιχνεύουμε όσο πιο νωρίς γίνεται και να τους αφαιρούμε πριν γίνουν καρκίνοι. Για να γίνει αυτό με επιτυχία, ο καλύτερος τρόπος είναι η κολονοσκόπηση, δηλαδή αυτή η ειδική εξέταση με την οποία εξετάζεται η εσωτερική επένδυση του παχέος εντέρου και εάν βρεθούν πολύποδες αφαιρούνται την ίδια στιγμή με τη βοήθεια ενός ειδικού εργαλείου, που λέγεται ενδοσκοπικός βρόγχος. Όπως και ο καρκίνος, οι πολύποδες του παχέος εντέρου εμφανίζονται κυρίως σε ανθρώπους ηλικίας άω των 50 ετών. Η πρώϊμη ανεύρεσή τους και η αφαίρεση τους, πριν μετατραπούν σε καρκίνο, με τη βοήθεια της κολονοσκόπησης στην οποία πρέπει να υποβάλλονται οι άνθρωποι στα 50 χρόνια της ζωής τους, είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος πρόληψης και ελάττωσης του κινδύνου προσβολής από καρκίνο παχέος εντέρου.
Η κολονοσκοπική αφαίρεση των πολυπόδων προλαμβάνει τον καρκίνο του παχέος εντέρου
Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου: Οι συγγενείς πρώτου βαθμού συγγένειας (γονείς, αδέρφια, απόγονοι)ενός ασθενούς που διαγνώστηκε με καρκίνο παχέος εντέρου αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο προσβολής από καρκίνο στη ζώή τους, ειδικά μάλιστα εάν ο ή οι συγγενείς του είχαν καρκίνο σε σχετικά μικρή ηλικία, δηλαδή κάτω των 50 ετών. Εάν μάλιστα περισσότεροι του ενός συγγενείς έχουν διαγνωσθεί με καρκίνο, ο κίνδυνος για το συγκεκριμένο άνθρωπο αυξάνει ακόμη περισσότερο.
Γενετικές μεταλλάξεις: Οι μεταλλάξεις είναι αλλοιώσεις στο γενετικό υλικό του ανθρώπου, δηλαδή στο DNA του. Αυτές ακριβώς είναι που οδηγούν στην αλλαγή της συμπεριφοράς των κυττάρων, τα οποία και πολλαπλασιάζονται υπερβολικά και έτσι δημιουργούνται τα νεοπλάσματα, δηλαδή οι πολύποδες στην αρχή και μετά οι καρκίνοι. Αυτές οι γενετικές μεταλλάξεις συμβαίνουν κάποια στιγμή στη ζωή των ανθρώπων που τελικά πάσχουν από καρκίνο, αλλά τι ακριβώς τις προκαλεί αυτές τις μεταλλάξεις είναι σε μεγάλο βαθμό ακόμα και σήμερα άγνωστο. Υπάρχουν όμως και ασθενείς που έχουν κληρονομήσει τέτοιες μεταλλάξεις από τον πατέρα ή τη μητέρα τους, διότι αυτές μπορούν να μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά όταν δημιουργείται το έμβρυο, στο οποίο έχει γίνει η σύζευξη του γενετικού υλικού, με όλα τα καλά και τα κακά του από τους δύο γονείς. Άνθρωποι που γεννιούνται με μεταλλάξεις που οδηγούν σε καρκίνο του παχέος εντέρου βρίσκονται στον υψηλότερο υπαρκτό κίνδυνο για την ανάπτυξη του καρκίνου αυτού και, μάλιστα, σε σχετικά νέα ηλικία στη ζωή τους.
Το σύνδρομο του κληρονομικού μη πολυποδισιακού ορθοκολικού καρκίνου (Hereditary nonpolyposis colon cancer, HNPCC), γνωστό και ως σύνδρομο Lynch, είναι η πιο συχνή μορφή κληρονομικού καρκίνου του παχέος εντέρου. Οφείλεται σε γενετικές μεταλλάξεις που ορίζουν τον τρόπο με τον οποίο επιδιορθώνονται τυχόν βλάβες στο DNA. Όταν αυτές δεν διορθώνονται το γενετικό υλικό απορυθμίζεται και το κύτταρο γίνεται καρκινικό. Το σύνδρομο Lynch αποτελεί το 5% των καρκίνων του παχέος εντέρου, Οι περισσότεροι ασθενείς με σύνδρομο Lynch καταλήγουν να προαβληθούν από τον καρκίνο του παχέος εντέρου και, μάλιστα, σε σχετικά μικρή ηλικία. Η μέση ηλικία εμφάνισης του καρκίνου στους ασθενείς αυτούς είναι τα 44 έτη.
Το σύνδρομο της οικογενούς αδενωματώδους πολυποδίασης (Familial adenomatous polyposis, FAP) είναι η άλλη, ευτυχώς σπάνια, μορφή του κληρονομικού καρκίνου του παχέος εντέρου. Συνήθως εκατοντάδες πολύποδες δημιουργούνται από νωρίς σε όλο το παχύ έντερο. Η FAP οφείλεται σε μία γενετική μετάλλαξη, δηλαδή σε μία συγκεκριμένη αλλαγή μίας θέσης του DNA, που ονομάζεται γονίδιο APC. Ένα δεν αντιμετωπιστεί με αφαίρεση όλου του παχέος εντέρου που είναι γεμάτο από πολύποδες, τότε ο καρκίνος σίγουρα θα εμφανιστεί το αργότερο στην ηλικία των 40 ετών. Ευτυχώς όμως η FAP δεν είναι τόσο συχνή και ευθύνεται μόνο για το 1% των καρκίνων του παχέος εντέρου.
Προσωπικό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου: Ο ασθενής που έχει ήδη προσβληθεί από καρκίνο παχέος εντέρου μπορεί να αναπτύξει καρκίνο στο παχύ έντερο και δεύτερη φορά. Είναι πολύ σημαντικό, μετά τη θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου, ο ασθενής να εισέρχεται σε ένα καθορισμένο πρόγραμμα μετεγχειρητικής χρόνιας και στενής παρακολούθησης για να διαγνωστεί έγκαιρα τυχόν ανάπτυξη δεύτερου καρκίνου, αλλά και πιθανές μεταστάσεις από τον καρκίνο. Επίσης, γυναίκες που έχουν ιστορικό καρκίνου ωοθηκών, μήτρας ή μαστού διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο προσβολής από καρκίνο παχέος εντέρου.
Ελκώδης κολίτιδα και νόσος Crohn: Οι ασθενείς που πάσχουν από αυτές τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, ιδιαίτερα για πολλά χρόνια, έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο προσβολής από καρκίνο του παχέος εντέρου.
ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΛΗΦΘΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΧΘΕΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΛΗΦΘΕΙ. Σχεδόν όλοι οι καρκίνοι του παχέος εντέρου οφείλονται σε πολύποδες, οι οποίοι είναι αρχικά καλοήθεις. Ο εντοπσμός και η αφαίρεση αυτών των πολυπόδων με κολονοσκόπηση μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου. Ο γιατρός σας μπορεί να παρέχει ακριβείς συστάσεις για τον προσυμπτωματικό έλεγχο του καρκίνου του παχέος εντέρου βάσει του ατομικού και οικογενειακού ιστορικού σας.
Ο προληπτικός έλεγχος με κολονοσκόπηση ξεκινά στην ηλικία των 50 ετών σε ασθενείς με μέσο κίνδυνο, ή σε μικρότερες ηλικίες σε ασθενείς που διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του παχέος εντέρου. Έτσι ασθενείς που έχουν οικογενειακό ιστορικό καρκίνου παχέος εντέρου, δηλαδή συγγενή ή συγγενείς πρώτου βαθμού με καρκίνο, πρέπει να ξεκινούν τον έλεγχο με κολονοσκόπηση στα 40 τους χρόνια ή σε ηλικία 10 ετών πριν από την ηλικία εμφάνισης του καρκίνου στο συγγενή. Για παράδειγμα, εάν ο πατέρας ενός ανθρώπου διαγνώστηκε με καρκίνο στα 45 του, τότε ο γιος πρέπει να ξεκινήσει τις τακτικές κολονοσκοπήσεις στην ηλικία των 35 ετών.
Η κολονοσκόπηση
Αν και η κολοσκόπηση αποτελεί το καλύτερο μέσο προληπτικού και προσυμπτωματικού ελέγχου για τον καρκίνο του παχέος εντέρου, υπάρχουν διαθέσιμες και άλλες λιγότερο ακριβείς εξετάσεις, όπως η ανίχνευση μικροσκοπικής απώλειας αίματος στα κόπρανα, η ανίχνευση DNA στα κόπρανα, η εύκαμπτη ορθοσιγμοειδοσκόπηση, ο βαριούχος υποκλυσμός και η πλέον σύγχρονη, αλλά όχι και πάντα διαθέσιμη σε πολλά συστήματα δημόσιας υγείας, αξονική κολονογραφία ή εικονική κολονοσκόπηση. Εάν σε κάποια από αυτές τις δοκιμασία βρεθεί κάτι ύποπτο, στον ασθενή πρέπει σαφώς να συσταθεί κολονοσκόπηση.
Συγγενείς ασθενών που έχουν κληρονομικές μορφές του καρκίνου του παχέος εντέρου ή αυτών των ασθενών που προσβλήθηκαν από τον καρκίνο σε σχετικά μικρή ηλικία, οπότε και η πιθανότητα κληρονομούμενου γενετικού παράγοντα είναι μάλλον μεγάλη, πρέπει να παραπέμπονται για γενετική συμβουλευτική από ειδικούς γενετιστές και να τους προτείνεται γενετικός έλεγχος του DNA τους για την ανεύρεση των παθολογικών γενετικών μεταλλάξεων.
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι η διατροφή μπορεί να παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην πρόληψη του ορθοκολικού καρκίνου. Αυτά τα στοιχεία υποδηλώνουν ότι μία δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε φυτικές ίνες και χαμηλή σε λιπαρά είναι ένα διατροφικό μέτρο που θα μπορούσε να βοηθήσει στην πρόληψη του ορθοκολικού καρκίνου.
Στις σχετικά πρόσφατες συστάσεις από τις Η.Π.Α. έχει προστεθεί και η προφυλακτική χορήγηση της ασπιρίνης, η οποία φαίνεται ότι, εκτός από την ελάττωση των καρδιαγγειακών επεισοδίων, ελαττώνει και την πιθανότητα προσβολής από καρκίνο κατά 40% (U.S. Preventive Services Task Force 2015,http://www.cancer.org/research/acsresearchupdates/cancerprevention/aspiri).
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι συχνά μία «σιωπηλή» ασθένεια, υπό την έννοια ότι μπορεί να αναπτύσσεται χωρίς συμπτώματα. Πολλοί καρκίνοι του παχέος εντέρου ανιχνεύονται κατά τη διάρκεια συνήθων εξετάσεων προληπτικού ελέγχου και ειδικά κατά την κολονοσκόπηση που γίνεται σε ασθενή χωρίς συμπτώματα. Παρά ταύτα τα πιο κοινά συμπτώματα του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι οι αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου, όπως η πρωτο εμφανιζόμενη δυσκοιλιότητα ή διάρροια και η παρουσία αίματος στα κόπρανα. Άλλα κοινά προβλήματα υγείας μπορούν να προκαλέσουν τα ίδια συμπτώματα. Οι αιμορροΐδες δεν προκαλούν καρκίνο του παχέος εντέρου, αλλά μπορούν να προκαλέσουν παρόμοια συμπτώματα. Όμως τα συμπτώματα αυτά δεν πρέπει ποτέ και με κανέναν τρόπο, ειδικά εάν εμφανίζονται σε ανθρώπους πάνα από 40 ετών να αποδίδονται σε απλές παθολογίες, όπως οι αιμορροΐδες. Κάθε ασθενής με τέτοια ύποπτα συμπτώματα πρέπει να επισκεφτεί το γιατρό, οποίος, μετά την πλήρη εκτίμηση της κατάστασης του ασθενούς, το καλό ιστορικό και τη λεπτομερή κλινική εξέταση, πρέπει να κατευθύνει τον ασθενή για την πλέον διαγνωστική εξέταση, δηλαδή την κολονοσκόπηση.
Τα συμπτώματα του καρκίνου του παχέος εντέρου περιλαμβάνουν:
- Αλλαγή στις συνήθειες του εντέρου (πρωτοεμφανιζόμενη δυσκοιλιότητα ή διάρροια, εναλλαγή διάρροιας με δυσκοιλιότητα ή αλλαγή στη σύσταση ή στο σχήμα των κοπράνων)
- Αποβολή αίματος από το ορθό ή αίμα αναμεμιγμένο στα κόπρανα
- Κοιλιακό άλγος, φούσκωμα, κράμπες
- Αίσθημα ότι το έντερο δεν έχει αδειάσει μετά την κένωση
- Αδυναμία, καταβολή
- Απώλεια όρεξης
- Ανεξήγητη απώλεια βάρους
- Ανεξήγητη αναιμία
ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Η υποψία για την ύπαρξη καρκίνου στο παχύ έντερο τίθεται από τα συμπτώματα του ασθενούς. Μετά την επίσκεψη του ασθενούς στο γιατρό, αυτός πρέπει να προβεί στη λήψη πλήρους ιστορικού και στη διενέργεια της απαραίτητης αντικειμενικής εξέτασης. Κατά την εξέταση του ασθενούς περιλαμβάνεται και η δακτυλική εξέταση του πρωκτού, κατά την οποία μπορεί να αποκαλυφθεί καρκίνος που προσβάλλει το τελικό τμήμα του παχέος εντέρου, δηλαδή το ορθό. Στη συνέχεια ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί σε κολονοσκόπηση, η οποία αποτελεί την πιο συχνή διαγνωστική εξέταση για την ανακάλυψη του καρκίνου του παχέος εντέρου. Άλλες εξετάσεις μπορεί να είναι ενδεικτικές ύπαρξης καρκίνου, αλλά η κολονοσκόπηση είναι η πλέον επιβεβαιωτική μέθοδος. Εάν κατά την κολονοσκόπηση αποκαλυφθεί κάποια ανώμαλη, μη φυσιολογική περιοχή ή αλλοίωση πάνω στο βλεννογόνο του παχέος εντέρου, όπως ένας πολύποδας, μία μάζα, ένα μόρφωμα ή ένας όγκος που προβάλλει από το έντερο μέσα στον αυλό του, τότε, εφόσον ο πολύποδας μπορεί να αφαιρεθεί με τον ειδικό ενδοσκοπικό βρόγχο, αυτός αφαιρείται εξολοκλήρου. Ειδάλλως λαμβάνεται ένα μικρό τμήμα του μορφώματος ή του όγκου με τη βοήθεια μιας λαβίδας βιοψίας. Τόσο ο πολύποδας όσο και το παθολογικό τμήμα πρέπει να σταλούν για βιοψία, δηλαδή πρέπει να γίνει μικροσκοπική εξέτασή τους για να αναζητηθούν καρκινικά κύτταρα. Εάν ο παθολογοανατόμος που εξετάζει τα παρασκευάσματα κάτω από το μικροσκόπιο βρει καρκινικά κύττρα, τότε τίθετια και η διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου.
Ένα άλλο κοινό σενάριο για τη διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι αυτό στο οποίο ένα άτομο κατά τα άλλα υγειές προσέρχεται για κολονοσκόπηση στα πλαίσια προσυμπτωματικού ελέγχου. Αν και τις περισσότερες φορές σε κολονοσκοπήσεις που γίνονται στα πλαίσια του προληπτικού ελέγχου αποκαλύπτονται μόνο καλοήθεις πολύποδες, δεν είναι απίθανο να βρεθεί και καρκίνος, ο οποίος συνήθως βρίσκεται σε σχετικά αρχικό στάδιο. Στον ασυμπτωματικό ασθενή που υποβάλλεται σε προληπτική κολονοσκόπηση είναι εφικτή η έγκαιρη και πρώϊμη διάγνωση του καρκίνου, γεγονός που κάνει και τη θεραπεία της νόσου αυτής πιο εύκολή αλλά και πιο επιτυχημένη και αποτελεσματική. Πάντως πρέπει να τονιστεί ότι δεν υπάρχει καμία εξέταση αίματος που να θέτει τη διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ ΤΥΠΟΙ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Ναι, αν και οι περισσότεροι από το 95% των κακοήθων νεοπλασμάτων που βρίσκονται στο παχύ έντερο είναι αδενοκαρκινώματα. Ονομάζονται έτσι γιατί προέρχονται από το βλεννογόνο του εντέρου, που αποτελείται από αδενικά κύτταρα. Γενικά όταν οι γιατροί μιλούν για καρκίνο του παχέος εντέρου, αναφέρονται σε αυτόν τον τύπο, δηλαδή το αδενοκαρκίνωμα. Άλλοι, λιγότερο συχνοί κακοήθεις όγκοι του παχέος εντέρου περιλαμβάνουν τα καρκινοειδή, τους στρωματικούς όγκους, τα λεμφώματα και τα σαρκώματα.
ΠΩΣ ΣΤΑΔΙΟΠΟΙΕΙΤΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Όταν γίνεται η διάγνωση του καρκίνου του παχέος εντέρου, πρέπει να γνωρίζουμε την έκταση του καρκίνου, δηλαδή το στάδιο της νόσου, το οποίο είναι σημαντικό τόσο για τη λήψη αποφάσεων σχετικά με τη θεραπεία όσο και για το συνολικό αποτέλεσμα μετά τη θεραπεία. Το στάδιο εξαρτάται αφενός από το εάν ο όγκος έχει «εισβάλει» σε κοντινούς ιστούς ή έχει διασπαρθεί σε λεμφαδένες και αφετέρου από το εάν ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί σε άλλα όργανα του σώματος, δηλαδή έχει δώσει μεταστάσεις. Όταν ο καρκίνος ξεφεύγει από την αρχική θέση του στο παχύ έντερο και εξαπλώνεται σε άλλα όργανα του σώματος, ο νέος καρκίνος που δημιουργείται στο διαφορετικό όργανο αποτελείται από τα ίδια κύτταρα με αυτά που συγκροτούν τον αρχικό καρκίνο στο παχύ έντερο. Για παράδειγμα, εάν ο καρκίνος του παχέος εντέρου δημιουργήσει μία μετάσταση στο συκώτι, τα καρκινικά κύτταρα στο συκώτι είναι καρκινικά κύτταρα παχέος εντέρου. Ο καρκίνος τότε είναι μεταστατικός καρκίνος παχέος εντέρου στο συκώτι και όχι καρκίνος του συκωτιού, ο οποίος και είναι ένας τελείως διαφορετικός καρκίνος.
Το ακριβές στάδιο συχνά δεν καθορίζεται παρά μετά την επέμβαση, αφού ο παθολογοανατόμος έχει εκτιμήσει με ακρίβεια και κάτω από το μικροσκόπιο το τμήμα του εντέρου που φέρει τον όγκο και τους λεμφαδένες που περιβάλλουν το παχύ έντερο.
Βασικοί σταθμοί για την αξιολόγηση του σταδίου πριν από τη χειρουργική επέμβαση είναι η κολονοσκόπηση με λήψη δείγματος για βιοψία, οι ακτινολογικές εξετάσεις, όπως η αξονική τομογραφία και η μαγνητική τομογραφία, ειδικά για τον καρκίνο του ορθού, και εξειδικευμένες εξετάσεις αίματος, όπως η μέτρηση ενός ειδικού καρκινικού δείκτη, που λέγεται καρκινοεμβρυϊκό αντιγόνο, γνωστό και ως CEA (Carcino-Embryonic Antigen). Πρέπει να τονιστεί ότι, παρά τα όσα έχουν ακουστεί για τους καρκινικούς δείκτες και παρά την ευκολία που παραγγέλνονται από τους γιατρούς και μετρούνται από τα διαγνωστικά εργαστήρια, αυξάνοντας τα οικονομικά βάρη του συστήματος υγείας, τουλάχιστον για τον καρκίνο του παχέος εντέρου είναι ο μοναδικός χρήσιμος δείκτης και δεν χρειάζεται να παραγγέλνεται κανένας άλλος.
Τα στάδια του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι τα εξής:
Στάδιο 0: Ο καρκίνος εντοπίζεται μόνο στο βλεννογόνο του παχέος εντέρου. Λέγεται και καρκίνος “in situ”.
- Στάδιο Ι: Ο καρκίνος έχει διηθήσει το τοίχωμα του παχέος εντέρου, αλλά δεν το έχει διαπεράσει.
- Στάδιο ΙΙ: Ο καρκίνος έχει διηθήσει πιο βαθιά το τοίχωμα του παχέος εντέρου ή και το έχει διαπεράσει, αλλά δεν έχει διασπαρθεί στους λεμφαδένες.
- Στάδιο ΙΙΙ: Ο καρκίνος έχει διασπαρθεί στους λεμφαδένες.
- Στάδιο ΙV: Ο καρκίνος έχει εξαπλωθεί σε άλλα όργανα του σώματος, όπως το συκώτι και οι πνεύμονες, δηλαδή έχει δώσει απομακρυσμένες μεταστάσεις.
ΠΩΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΕΤΑΙ Ο ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Για πλήρη ίαση, η χειρουργική επέμβαση είναι σχεδόν πάντα απαραίτητη. Κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης για καρκίνο του παχέος εντέρου, αφαιρείται ο όγκος, λεμφαδένες και μαζί ένα τμήμα του υγιούς/φυσιολογικού κόλου/παχέος εντέρου σε κάθε πλευρά του όγκου. Η δημιουργία κολοστομίας είναι απαραίτητη μόνο σε ένα πολύ μικρό αριθμό ασθενών. Οι εξειδικευμένοι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού έχουν εκπαιδευτεί και γι’ αυτό είναι ικανοί να χρησιμοποιούν ελάχιστα επεμβατικές χειρουργικές τεχνικές, ανάλογα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του εκάστοτε καρκίνου καλούνται να αντιμετωπίσουν. Ο εξειδικευμένος χειρουργός σας θα συζητήσει αυτά τα χαρακτηριστικά μαζί σας πριν το χειρουργείο. Πρόσθετες θεραπεία με χημειοθεραπεία μπορεί να προσφέρονται μετά τη χειρουργική επέμβαση Ανάλογα με το στάδιο του καρκίνου, είναι πιθανό ο ασθενής να υποβληθεί μετεγχειρητικά σε επιπλέον θεραπεία, δηλαδή σε χημειοθεραπεία . Σε αντίθεση με τον καρκίνο του ορθού, η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιείται σπάνια για τον κα
Η χειρουργική αφαίρεση του τμήματος του παχέος εντέρου που έχει προσβληθεί από τον καρκίνο μαζί με τους γειτονικούς λεμφαδένες αποτελεί τη βασική θεραπεία για τον καρκίνο του παχέος εντέρου. Για να επιτευχθεί ίαση η χειρουργική εκτομή είναι σχεδόν πάντα απαραίτητη. Καμία από τις υπάρχουσες θεραπείες με φαρμακευτικά ή άλλα μέσα, όπως με την ακτινοβολία, δεν μπορούν να επιτύχουν τα αποτελέσματα της χειρουργικής θεραπείας. Η χειρουργική θεραπεία, στις περισσότερες περιπτώσεις, θα καταφέρει να διατηρήσει τον ασθενή ελεύθερο νόσου για μεγάλο διάστημα, αποφεύγοντας, ειδικά στους καρκίνους που είναι σταδίου Ι και ΙΙ, την ανάγκη χορήγησης άλλων θεραπειών.
Δύο είναι οι βασικές προσπελάσεις για τη χειρουργική εκτομή του παχέος εντέρου, η οποία όταν αφορά το κόλον λέγεται κολεκτομή:
Λαπαροσκοπική προσπέλαση: Χρησιμοποιείται το λαπαροσκόπιο, το οποίο είναι ένας λεπτός ενδοσκοπικός σωλήνας, ο οποίος συνδέεται με μία πηγή φωτός και μία βίντεο-κάμερα. Ο χειρουργός βλέπει όλα τα όργανα της κοιλιάς με τη βοήθεια του λαπαροσκοπίου, χωρίς να χρειάζεται να «ανοίξει» την κοιλιά. Τρεις ή τέσσερις μικρές οπές γίνονται πάνω στην κοιλιά και μέσα από αυτές τοποθετούνται ειδικά, λεπτά χειρουργικά εργαλεία, τα οποία χρησιμοποιούνται για να απελευθερώσουν το παχύ έντερο από τις φυσικές προσφύσεις του και ταυτόχρονα για να αποκόψουν την αιμάτωσή του από τα τροφοφόρα αγγεία του και να καθαρίσουν τους λεμφαδένες που βρίσκονται στο λίπος που περιβάλει το παχύ έντερο. Το χειρουργικό παρασκεύασμα αφαιρείται μέσα από μία μικρή τομή που γίνεται στην κοιλιά. Έτσι ο ασθενής αποφεύγει το σημαντικό stress του «ανοικτού» χειρουργείου, νοιώθει καλύτερα μετά το χειρουργείο, αναρρώνει πιο γρήγορα, με λιγότερο πόνο και δυσφορία και επιστρέφει στο σπίτι του και στις καθημερινές ασχολίες του ταχύτερα.
Η λαπαροσκοπική προσπέλαση για τη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι ογκολογικά ισοδύναμη με την «ανοικτή» προσπέλαση
Πέρα όμως από την καλύτερη ανάρρωση που προσφέρει η λαπαροσκοπική χειρουργική, τα ογκολογικά αποτελέσματα δεν διαφέρουν από την «ανοικτή» χειρουργική, με άλλα λόγια, για να έχει ο ασθενής την πιο ανεπίπλεκτη και μακρότερη επιβίωση, αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι ο άρτιος, ριζικός χειρουργικός καθαρισμός που πρέπει να διενεργήσει ο ειδικός χειρουργός, ανεξαρτήτου της προσπέλασης, λαπαροσκοπικής ή «ανοικτής» που θα χρησιμοποιήσει. Για αυτό τα καλύτερα αποτελέσματα στη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου τα πετυχαίνουν οι εξειδικευμένοι χειρουργοί παχέος εντέρου, οι οποίοι εξάλλου έχουν εκπαιδευτεί στις ελάχιστα επεμβατικές χειρουργικές τεχνικές και χρησιμοποιούν ως επί το πλείστον τη λαπαροσκοπική προσπέλαση, και όχι οι χειρουργοί με εμπειρία γενικά στη λαπαροσκοπική χειρουργική, αλλά χωρίς εξεδίκευση και βαθιά γνώση της χειρουργικής του παχέος εντέρου.
«Ανοικτή» προσπέλαση: Ο χειρουργός εκτελεί μία μεγάλη τομή στην κοιλιά προκειμένου να αφαιρέσει το προσβεβλημένο από τον καρκίνο τμήμα του παχέος εντέρου μαζί με τους λεμφαδένες της περιοχής. Στο 20% των περιπτώσεων η επέμβαση για τον καρκίνο του παχέος εντέρου δεν μπορεί να ολοκληρωθεί λαπαροσκοπικά, οπότε ο χειρουργός πρέπει να «μετατρέψει» την επέμβαση σε «ανοικτή». Τόσο η λαπαροσκοπική όσο και η «ανοικτή» κολεκτομή διενεργούνται με γενική αναισθησία και ο ασθενής χρειάζεται νοσηλεία 4-7 ημερών, αναλόγως της περίπτωσης. Αρκετές μεγάλες διεθνείς μελέτες έχουν ήδη επιβεβαιώσει ότι τόσο η λαπαροσκοπική όσο και η «ανοικτή» προσπέλαση στη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου είναι ογκολογικά ισοδύναμες και προσφέρουν εφάμιλλα αποτελέσματα όσον αφορά την τελική μακροπρόθεσμη έκβαση των ασθενών, εφόσον εκτελούνται από εξειδικευμένους χειρουργούς παχέος εντέρου.
Ο χειρουργός σας είναι υποχρεωμένος να σας εξηγήσει με ακρίβεια και ειλικρίνεια τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της «ανοικτής» και της λαπαροσκοπικής κολεκτομής, ανεξαρτήτου των επαγγελματικών και οικονομικών οφελών που προσφέρει η εφαρμογή της σύγχρονης τεχνολογίας της λαπαροσκοπικής χειρουργικής.
Όταν ένα τμήμα του κόλου ή του ορθού αφαιρείται, ο χειρουργός συνήθως συνδέει τα υγιή τμήματα του εντέρου που απομένουν. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται αναστόμωση. Με τη συνένωση αυτή επιτυγχάνεται η αποκατάσταση της συνέχειας της πεπτικής οδού, έτσι ώστε το περιεχόμενο του εντέρου να προχωρά φυσιολογικά διά του παχέος εντέρου, όπως και πριν από το χειρουργείο.
Τύποι κοινών χειρουργικών επεμβάσεων για καρκίνο του παχέος εντέρου
Μερικές φορές αυτή η συνένωση δεν είναι εφικτή τεχνικά ή και δεν επιτρέπεται να γίνει αμέσως στο χειρουργείο. Σε τέτοιες περιπτώσεις ο χειρουργός είναι αναγκασμένος να δημιουργήσει ένα άλλο «μονοπάτι» μέσα από το οποίο θα βρίσκουν δρόμο για να εξέλθουν τα περιττώματα από τον οργανισμό. Έτσι δημιουργεί ένα άνοιγμα στο τοίχωμα της κοιλιάς και μέσα από αυτό βγάζει το κεντρικό τμήμα του υγιούς εντέρου έξω από την κοιλιά και το ράβει έτσι ώστε να καθηλωθεί πάνω στο κοιλιακό δέρμα. Δημιουργεί μία στομία, δηλαδή μία «παρά φύσιν» έδρα. Η στομία που δημιουργείται από το παχύ έντερο λέγεται κολοστομία, ενώ η στομία που δημιουργείται από το λεπτό έντερο λέγεται ειλεοστομία. Γύρω από τις στομίες εφαρμόζεται ένας ειδικός σάκκος για τη συλλογή των κοπράνων. Οι περισσότερες από αυτές τις στομίες μπορούν να αναστραφούν μετά από μερικούς μήνες και να αποκατασταθεί πάλι η συνέχεια του εντερικού σωλήνα.
Κολοστομία
Ο χρόνος που απαιτείται για την ανάρρωση μετά το χειρουργείο είναι διαφορετικός για τον κάθε ασθενή. Ο ασθενής κινητοποιείται από την πρώτη κιόλας ημέρα μετά το χειρουργείο. Τις πρώτες ημέρες νοιώθει μία αναμενόμενη δυσφορία και πόνο στην κοιλιά, κυρίως στη θέση των τομών, ο οποίος είναι σαφώς λιγότερος εάν η επέμβαση έχει ολοκληρωθεί λαπαροσκοπικά. Είναι σύνηθες οι ασθενείς να νοιώθουν κόπωση και αδυναμία για κάποιο χρονικό διάστημα. Εμφανίζονται συχνά κάποιες διαταραχές της λειτουργίας του εντέρου, όπως διάρροιες ή και δυσκοιλιότητα τις πρώτες εβδομάδες μετά το χειρουργείο, ως επί το πλείστον, όμως, η λειτουργία του εντέρου αποκαθίσταται τελικά στα προεγχειρητικά επίπεδα.
Μετά την έξοδο από το νοσοκομείο, συστήνεται η αποφυγή άρσης βάρους και έντονης άσκησης για 1 έως 2 μήνες, για να ελαττωθεί η πιθανότητα κήλης στη θέση της χειρουργικής τομής. Γενικά επιτρέπεται η ανάληψη της κανονικής διατροφής εκ μέρους του ασθενούς. Οι ασθενείς ενθαρρύνονται στην πρόσληψη πλούσιας ποσότητας υγρών.
ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΑΠΟ ΤΟ ΧΕΙΡΟΥΡΓΕΙΟ;
Για τα δεδομένα των χειρουργικών επεμβάσεων, οι επεμβάσεις για τον καρκίνο του παχέος εντέρου θεωρούνται γενικά ασφαλείς. Η θνητότητα, δηλαδή η πιθανότητα θανάτου από το χειρουργείο είναι κάτω του 5%. Οι επιπλοκές από το χειρουργείο θεωρούνται ατυχή συμβάματα, που, αν και πολλές φορές είναι απρόβλεπτα, πρέπει να θεωρούνται αναμενόμενα τόσο από το χειρουργό, ο οποίος πρέπει να είναι προετοιμασμένος και καλά εκπαιδευμένος να τα αντιμετωπίσει, όσο και από τον ασθενή, ο οποίος πρέπει να είναι ενημερωμένος για την πιθανότητα τέτοιων μετεγχειρητικών προβλημάτων. Τέτοια προβλήματα δεν είναι τόσο σπάνια μετά από τις εκτομές του παχέος εντέρου για καρκίνο και τουλάχιστον ο 1 στους 5 ασθενείς που θα υποβληθεί σε κάποιο από τους γνωστούς τύπους των ογκολογικών αυτών επεμβάσεων θα χρειαστεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τη δυσάρεστη εμπειρία μίας επιπλοκής. Εξάλλου οι επιπλοκές είναι σύμφυτες με τη χειρουργική πράξη, ειδικά δε στο παχύ έντερο, που από τη φύση του αποτελεί ένα μάλλον ρυπαρό όργανο συγκριτικά με τα άλλα του ανθρώπινου σώματος. Βέβαια υπάρχουν πολλές τακτικές, τόσο πριν, όσο και κατά τη διάρκεια και μετά το χειρουργείο, οι οποίες μπορούν να ελαχιστοποιήσουν την πιθανότητα των ατυχών συμβαμάτων ή των δυσμενών συνεπειών από το χειρουργείο. Ευτυχώς στις περισσότερες περιπτώσεις τα προβλήματα που μπορεί να επέλθουν από τη χειρουργική επέμβαση είναι μάλλον ήπια και εύκολα αντιμετωπίσιμα. Το πλέον συχνό πρόβλημα είναι η μόλυνση του χειρουργικού τραύματος, το οποίο αντιμετωπίζεται με τη διάνοιξη των επιφανειακών στιβάδων της τομής και με την τακτική περιποίηση από το χειρουργό ή και τον ίδιο τον ασθενή. Άλλες λοιμώξεις που μπορεί να συμβούν στη μετεγχειρητική περίοδο περιλαμβάνουν τα αποστήματα μέσα στην κοιλιά του ασθενούς, τις πνευμονίες και τις ουρολοιμώξεις.
Κακώσεις και τραυματισμοί σε άλλα όργανα της κοιλιάς μπορούν να συμβούν κατά τη διάρκεια του χειρουργείου, ειδικά όταν οι επεμβάσεις γίνονται σε επείγουσα βάση, όπως σε έδαφος περιτονίτιδας ή και απόφραξης από τον καρκίνο του παχέος εντέρου ή εάν η ανατομία του ασθενούς κρύβει απρόβλεπτες εκπλήξεις. Ο εξειδικευμένος χειρουργός έχει υποχρέωση να αναγνωρίζει, ει δυνατόν, άμεσα τέτοιους τραυματισμούς και να τους επισκευάζει μόλις τους αντιληφθεί. Σε μερικούς ασθενείς θα αναπτυχθούν θρόμβοι στις φλέβες των ποδιών τους, μία κατάσταση που είναι γνωστή ως εν τω βάθει φλεβοθρόμβωση. Αυτή είναι δυνητικά επικίνδυνη, αφού ο θρόμβος μπορεί να μεταναστεύσει στα αγγεία του πνεύμονα του ασθενούς και να προκαλέσει πνευμονική εμβολή. Σήμερα με τη βοήθεια των ενέσεων της ηπαρίνης που χορηγούνται στον ασθενή, ήδη από την προηγούμενη του χειρουργείου ημέρα, και με την πρώϊμη κινητοποίηση του ασθενούς, από την πρώτη κιόλας ημέρα, η πνευμονική εμβολή είναι σήμερα πολύ σπάνια. Ένας μικρός αριθμός ασθενών παρατηρεί αίμα στα κόπρανα του μετά το χειρουργείο για χρονικό διάστημα έως και τις δύο εβδομάδες. Αν και κάποιες φορές η ποσότητα του αίματος είναι σημαντική, η αιμορραγία αυτή, που προέρχεται συνηθέστατα από την αναστόμωση, περιορίζεται από μόνη της και δεν απαιτεί την επιστροφή του ασθενούς στο χειρουργείο.
Η επιπλοκή που προκαλεί ίσως το μεγαλύτερο φόβο σε γιατρούς και ασθενείς και μπορεί να επιπλέξει την πορεία του ασθενούς με μακρά νοσηλεία και πιθανά και επανεπεμβάσεις είναι αυτή που σχετίζεται με την κακή επούλωση της αναστόμωσης, δηλαδή η αποτυχία της ένωσης του εντέρου που απομένει μετά την απομάκρυνση του καρκίνου. Αυτό το σοβαρό πρόβλημα, που ονομάζεται αναστομωτική διαφυγή, συνήθως συμβαίνει μέσα στην πρώτη εβδομάδα, όταν ο ασθενής, συνήθως, ακόμη νοσηλεύεται. Η παρουσία μιας διαφυγής δεν συνεπάγεται πάντα την επιστροφή του ασθενούς στο χειρουργείο για να διορθωθεί το πρόβλημα. Σε κάποιες ήπιες περιπτώσεις μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντιβιοτικά και παρακέντηση της κοιλιάς, με τοποθέτηση σωλήνα παροχέτευσης, στην οποία βοηθά πολύ η σύγχρονη τεχνολογία του αξονικού τομογράφου. Σε σοβαρότερες περιπτώσεις ο ασθενής οδηγείται στο χειρουργείο, όπου δημιουργείται μία στομία για να εκτραπεί η δίοδος των κοπράνων από την περιοχή της προβληματικής ένωσης. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων η συνέχεια του εντέρου αποκαθίσταται μετά από το απαραίτητο χρονικό διάστημα.
ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΠΡΟΣΘΕΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΡΚΙΝΟ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Στους ασθενείς με καρκίνο παχέος εντέρου που έχει προσβάλλει και τους λεμφαδένες, δηλαδή είναι σταδίου ΙΙΙ, καθώς και στους ασθενείς που βρέθηκαν να έχουν και απομακρυσμένες μεταστάσεις σε άλλα όργανα, δηλαδή είναι σταδίου IV, συστήνεται να υποβληθούν σε χημειοθεραπεία μετά το χειρουργείο. Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιεί αντικαρκινικά φάρμακα που σκοτώνουν τα καρκινικά κύτταρα, τα οποία, όπως είναι φυσικό, δεν είναι εφικτό να απομακρυνθούν με το χειρουργείο, διότι κυκλοφορούν στο σώμα του καρκινοπαθούς αφότου έχουν ξεφύγει από την αρχική εστία στο παχύ έντερο και μπορούν ανά πάσα στιγμή να βρουν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης σε κάποιο από τα όργανα που προσβάλλονται από μεταστάσεις, όπως το συκώτι.
Προηγείται πάντα η εκτίμηση των ασθενών από τον ειδικό ογκολόγο, ο οποίος, πέρα από το σχεδιασμός και τον προγραμματισμό της θεραπείας, εκτιμά και την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ασθενείς γενικά, ώστε να αποφασίσει το κατά πόσο είναι ικανός να λάβει τα ισχυρά φάρμακα της χημειοθεραπείας, ποια από αυτά και σε ποιες δόσεις, ώστε να μην κινδυνεύει από την τοξικότητά τους. Οι μελέτες έχουν αποδείξει ότι η χημειοθεραπεία βελτιώνει την μακροπρόθεσμη επιβίωση των ασθενών με στάδιο ΙΙΙ. Ακόμη και αν ένας ασθενής με καρκίνο του παχέος εντέρου βρίσκεται στο στάδιο ΙΙ, μπορεί, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, να διατρέχει κι αυτός υψηλό κίνδυνο, οπότε μπορεί να ωφεληθεί από τη λήψη της χημειοθεραπείας.
Τα αντικαρκινικά φάρμακα χορηγούνται από τη φλέβα ή από το στόμα. Σήμερα συνήθως χρησιμοποιείται ο συνδυασμός που περιλαμβάνει μία ενδοφλέβια ένεση κάθε τρεις εβδομάδες και η υπόλοιπη χημειοθεραπείας γίνεται με φάρμακο από το στόμα, που χορηγείται ενδιάμεσα. Η χημειοθεραπεία στο στάδιο ΙΙΙ που γίνεται για προληπτικούς λόγους, δηλαδή για να ελαττώσει την πιθανότητα υποτροπής του καρκίνου, ονομάζεται επικουρική (βοηθητική) θεραπεία και διαρκεί συνήθως 6 μήνες. Εκτός από το να σκοτώνει τα καρκινικά κύτταρα, η χημειοθεραπεία μπορεί να βλάψει και τα φυσιολογικά, κανονικά πολλαπλασιαζόμενα κύτταρα του οργανισμού, κυρίως αυτά που πρέπει να διαιρούνται σε σχετικά σύντομα χρονικά διαστήματα για να αναπληρώνονται τακτικά, όπως τα κύτταρα του αίματος και του πεπτικού σωλήνα. Για αυτό η τοξικότητα και οι ανεπιθύμητες ενέργειες της χημειοθεραπείας περιλαμβάνουν συνήθως την αναιμία, την πτώση των λευκών αιμοσφαιρίων του αίματος, οπότε ο ασθενής είναι ευπαθής στις λοιμώξεις και τις διαταραχές από το γαστρεντερικό σύστημα, όπως τη ναυτία, τους εμέτους και τις διάρροιες. Το ενέσιμο φάρμακο της θεραπείας μπορεί να προκαλέσει μουδιάσματα και μυρμηγκιάσματα στα χέρια και στα πόδια, τα οποία όμως παρέρχονται μετά το πέρας της χημειοθεραπείας. Γενικά οι ανεπιθύμητες ενέργειες της χημειοθεραπείας είναι αναστρέψιμες.
ΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ;
Το αναμενόμενο αποτέλεσμα της θεραπείας σε ασθενείς με καρκίνο του παχέος εντέρου είναι άμεσα συνδεδεμένο με το στάδιο του καρκίνου κατά το χρόνο της διάγνωσης. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το γεγονός ότι ο καρκίνος που περιορίζεται στην επένδυση του παχέος εντέρου (και άρα δεν έχει διηθήσει παρακείμενες δομές) έχει τις καλύτερες πιθανότητες πλήρους ίασης. Για αυτό η πρόληψη και κατ’ επέκταση η έγκαιρη διάγνωση μέσω κυρίως της κολονοσκόπησης είναι ζωτικής σημασίας.
Παράμετροι όπως η διάτρηση του παχέος εντέρου από τον καρκίνο ή η απόφραξη από τον καρκίνο οδηγούν σε χειρότερα αποτελέσματα, όσον αφορά την επιβίωση των ασθενών. Μερικά χαρακτηριστικά του καρκίνου, όπως αυτά αναδεικνύονται στη μικροσκοπική εξέταση του παρασκευάσματος από τον παθολογοανατόμο συνδέονται με τη χειρότερη πρόγνωση του καρκίνου, δηλαδή με τη βραχύτερη επιβίωση του ασθενούς από τον καρκίνο.
ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΟΥ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΤΟΥ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ;
Η μετεγχειρητική παρακολούθηση του ασθενούς μετά την αντιμετώπιση του καρκίνου είναι ουσιώδους σημασίας. Ακόμη και μετά από τη χειρουργική αφαίρεση καρκίνου παχέος εντέρου σε αρχικά στάδια, που θεωρείται δυνητικά θεραπεύσιμος, και, παρά τη χορήγηση επικουρικών χημειοθεραπειών, ο καρκίνος μπορεί να επιστρέψει, με άλλα λόγια να υποτροπιάσει. Όσο πιο προχωρημένος είναι ο καρκίνος αρχικά, τόσο πιο μεγάλος είναι ο κίνδυνος υποτροπής. Ο τακτικός έλεγχος του ασθενούς στοχεύει στο να ανακαλύψει τυχόν υποτροπή του καρκίνου στο πρωϊμότερο δυνατόν στάδιο. Ο έλεγχος αυτός περιλαμβάνει πλήρη κλινική εξέταση και αιματολογική εξέταση για τη μέτρηση του καρκινικού δείκτη CEA κάθε 3-6 μήνες, κολονοσκόπηση και αξονικές τομογραφίες 6-12ψ μήνες μετά από την επέμβαση και ανά διαστήματα που καθορίζονται από το στάδιο της νόσου, έως ότου ο ασθενής συμπληρώσει το 5ο έτος από το χειρουργείο του.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΕΙΡΟΥΡΓΟΣ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ;
Οι χειρουργοί παχέος εντέρου και πρωκτού είναι ειδικοί στη χειρουργική και στη μη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού. Έχουν ολοκληρώσει ένα πλήρως δομημένο πρόγραμμα εξειδίκευσης και προηγμένης χειρουργικής εκπαίδευσης στη θεραπεία των ασθενειών αυτών, ενώ προηγουμένως έχουν πλήρως καταρτιστεί στη γενική χειρουργική και έχουν λάβει το σχετικό τίτλο ειδικότητας. Συνήθως έχουν πιστοποιηθεί ως ειδικοί χειρουργοί, έχοντας λάβει τίτλο εξειδίκευσης μετά την επιτυχή συμμετοχή τους σε σχετικές Ευρωπαϊκές ή Αμερικανικές εξετάσεις εξειδίκευσης. Είναι εξαιρετικά έμπειροι στην αντιμετώπιση τόσο των καλοήθων, όσο και των κακοήθων νόσων του παχέος εντέρου, του ορθού και του πρωκτού και είναι σε θέση να αξιολογήσουν διαγνωστικά, να οργανώσουν τον απαραίτητο έλεγχο των ασθενών, να προτείνουν την κατάλληλη θεραπευτική στρατηγική και να προβούν στην εξειδικευμένη χειρουργική θεραπεία των παθήσεων που άπτονται του ειδικότερου γνωστικού τους αντικειμένου.