Στόχος της αντιμετώπισης της αιμορροϊδοπάθειας: Η παθογένεια της νόσου και όχι αποκλειστικά το οικονομικό όφελος από τη χρήση ακριβών τεχνολογιών

 

Η αιμορροϊδική νόσος είναι κοινή παθολογία που προσβάλλει το 4% του γενικού πληθυσμού παγκοσμίως. Αν και στους περισσότερους ασθενείς, η συντηρητική θεραπεία μπορεί να απαλύνει τα συμπτώματα της αιμορροϊδοπάθειας, τελικά, κάποια μορφή χειρουργικής ή, έστω, επεμβατικής θεραπείας θα απαιτηθεί στο 10% αυτών.

Οι ιδανικές θεραπείες πρέπει να στοχεύουν στην παθογένεια της αιμορροϊδοπάθειας Ο αιμορροϊδικός ιστός αποτελεί φυσιολογικό στοιχείο της ανατομίας του πρωκτικού αυλού. Αν και η «ανοικτή» και η «κλειστή» αιμορροϊδεκτομή αποτέλεσαν για δεκαετίες και, ίσως, ακόμη και σήμερα, συνεχίζουν να  συνιστούν τη «χρυσή σταθερά» χειρουργικής θεραπείας και την τεχνική επιλογής για την εκρίζωση των αιμορροΐδων, είναι τεχνικές «αφαιρετικές», που εστιάζουν στην «εκτομή» ενός ιστού, που, κατά τα άλλα δεν είναι, τουλάχιστον σε όλη την έκτασή της αφαίρεσής του παθολογικός, αλλά, μάλλον περισσότερο δυσλειτουργικός. Οι επικρατούσες θεωρίες για την παθογένεια της αιμορροϊδοπάθειες είναι η «μηχανική», σύμφωνα με την οποία ο μυϊκός ινοελαστικός στηρικτικός ιστός του αιμορροϊδικού πλέγματος, ο οποίος συνίσταται από το σύνδεσμο του Parks και τις λείες μυϊκές ίνες του Tietz εκφυλίζεται με την πάροδο της ηλικίας, γεγονός που οδηγεί σε αύξηση της  κινητικότητας και διόγκωση των αγγείων του πλέγματος και η «αγγειακή», σύμφωνα με την οποία τοπικός ερεθισμός οδηγεί σε διάνοιξη αρτηριοφλεβικών επικοινωνιών, αύξηση της αγγειακής πίεσης και διαστολή του αιμορροϊδικού πλέγματος. Εάν ληφθούν υπόψη οι θεωρίες της παθογένεσης της αιμορροϊδοπάθειας, η εκτομή των αιμορροΐδων, ως χειρουργική τεχνική, σε μικρό βαθμό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μέθοδος που «κατευθύνεται» στη διόρθωση της παθοφυσιολογικής δυσλειτουργίας ή της επαγόμενης από αυτήν ανατομικής ανωμαλίας της περιοχής. Απλά η αιμορροϊδεκτομή «εκριζώνει» το πρόβλημα. Δεν ήταν, ωστόσο, αυτή η  έλλειψη επαρκούς παθοφυσιολογικής βάσης της αιμορροϊδεκτομής που την έκανε μάλλον ανεπιθύμητη στους ασθενείς με αιμορροΐδες, αλλά ο μετεγχειρητικός πόνος, που σε, άλλοτε άλλο βαθμό και για διάφορο χρονικό διάστημα ακολουθούσε την επέμβαση. Ο πόνος αυτός ήταν το κύριο συστατικό που οδήγησε στη «δυσφήμηση» των τεχνικών εκτομής, τουλάχιστον στο μυαλό των ασθενών, οι οποίο, ακόμη και σήμερα αναβάλλουν την οριστική θεραπεία τους επί μακρόν.

Εκτός της παράτασης της φθοράς της καθημερινής ποιότητας ζωής τους, οι ασθενείς, που ακολουθούν την αναβλητική αυτή τακτική, διατρέχουν τους εξής κινδύνους:

- τη διαιώνιση επικίνδυνων συμπτωμάτων της αιμορροϊδοπάθειας, βασικά της αιμορραγίας

- την αύξηση του βαθμού, του μεγέθους και της περιμέτρου προσβολής του πρωκτού από τους προβάλλοντες αιμορροϊδικούς όζους, κατάσταση που κάνει τη χειρουργική θεραπεία πιο δύσκολη τεχνικά, πιο επιπλεγμένη και, σαφώς πιο επώδυνη για τον ασθενή, ενώ θα μπορούσε να του στερήσει την ευκαιρία να εκμεταλλευτεί μία από τις ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους, οι οποίες, μπορούν μεν να εφαρμοστούν σε μεγάλου βαθμού αιμορροϊδοπάθεια, η αποτελεσματικότητά τους, ωστόσο, αμβλύνεται αναλογικά με το μέγεθος των αιμορροΐδων

- την αναζήτηση βοήθειας από «μη χειρουργικές» μεθόδους, που υπόσχονται ανώδυνη θεραπεία, αν και έχουν απαξιωθεί, παγκοσμίως, από την κοινότητα των χειρουργών παχέος εντέρου και πρωκτού. Παράδειγμα τέτοιο είναι οι «επικίνδυνες» διαστολές του πρωκτού, που αν και λόγω της χάλασης του σφιγκτήρα, οδηγούν σε συμπτωματική ανακούφιση, έχουν επιπλοκές και, σαφώς, δεν προσφέρουν μακροπρόθεσμα απαλλαγή από την πάθηση. Διεθνώς, στις συστάσεις που προέρχονται από τις χειρουργικές εταιρείες παχέος εντέρου και πρωκτού, οι διαστολές δεν θεωρούνται έγκριτη τακτική για την αντιμετώπιση αιμορροϊδοπάθειας. Εκτός αυτού, ασθενείς, παρασυρόμενοι από τις «εμπορικές» τάσεις και τη διαφημιζόμενη «βαρύγδουπη» τεχνολογία, που όμως δεν έχει διέλθει του απαραίτητου κλινικού ελέγχου επαρκώς, πολύ δε περισσότερο αφορά σε πολλά υποσχόμενες ακριβές μεθόδους, καταλήγουν να «χειρουργηθούν» για τις αιμορροΐδες τους με αμφίβολα, σε βάθος χρόνου, αποτελέσματα.

 

 

Είναι αλήθεια ότι, αν και ουσιαστικά ακίνδυνες για τη ζωή των ασθενών και παρά την καλοήθη φύση τους, η παρουσία των αιμορροΐδων έχουν, πολλές φορές, δυσβάσταχτη αρνητική επίπτωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Το στοιχείο αυτό σε συνδυασμό με το ότι οι επεμβάσεις για αιμορροΐδες συγκαταλέγονται στις πλέον «εμπορικές» της Ιατρικής «αγοράς», που συνήθως απαιτούν μονοήμερη νοσηλεία, μία νοσηλεία που είναι οικονομικά διαχειρίσιμη από ικανό μέρος του πληθυσμού, έχουν οδηγήσει, για αρκετά χρόνια τώρα, στην έγερση έντονου ενδιαφέροντος από την Ιατρική «βιομηχανία» για την εισαγωγή τεχνολογιών, των οποίων η αποτελεσματικότητα δεν δοκιμάστηκε επαρκώς μέσω των ενδεδειγμένων τακτικών της χειρουργικής επιστήμης. Επειδή υπόσχονταν εύκολο κέρδος, αποτέλεσαν πόλο έλξης για πολλούς χειρουργούς, που, δυστυχώς, προηγουμένως, είχαν μικρή ή και καθόλου ενασχόληση με τη χειρουργική του πρωκτού. Μάλιστα αφορούν πάντα μία ομάδα ασθενών με μία ιδιαιτέρα συχνή παθολογία, που στα μάτια πολλών «μη ειδικών» χειρουργών, θα μπορούσε, μέσα από μία επιδερμική θεώρηση, να κριθεί και εύκολη. Βέβαια, το ίδιο δεν συνέβη στα Ιδρύματα που έχουν μακρά παράδοση και εξειδικευμένες ομάδες με αποκλειστική ενασχόληση τη χειρουργική του παχέος εντέρου και του πρωκτού. Η εισαγωγή των νέων τεχνολογιών έγινε σταδιακά και μετά την αξιολόγηση τους με τις απαραίτητες κλινικές μελέτες. Έτσι, αν και η αντιμετώπιση μιας καλοήθους νόσου, όπως οι αιμορροϊδες, θα έχει πάντα επαγγελματικό ενδιαφέρον για τους χειρουργούς, αρκετές τουλάχιστον Ακαδημαϊκές και Ειδικές χειρουργικές ομάδες που δεν έχουν ως πρωταρχικό στόχο το οικονομικό κέρδος από την εφαρμογή μιας «καινοτόμας» και «επαναστατικής» τεχνολογίας στην αντιμετώπιση της αιμορροϊδοπάθειας, εστίασαν στη παθοφυσιολογική «χρησιμότητα» των νέων τεχνικών, αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίο, διορθώνοντας την ανατομική βλάβη και όχι, απαραίτητα, αφαιρώντας τη βλάβη εξολοκλήρου, προσφέρεται λύση στο πρόβλημα της αιμορροϊδικής νόσου.

H πίεση της Ιατρικής «βιομηχανίας» για την ενσωμάτωση ακριβών τεχνολογιών επεκτάθηκε εξαρχής και στον τρόπο με τον οποίο διενεργείται η απλή αιμορροϊδεκτομή. Πέραν του κλασσικού χειρουργικού νυστεριού και του ψαλιδιού που παραδοσιακά χρησιμοποιείται στην εκτομή εφαρμόστηκαν και πιο εξελιγμένες τεχνολογικά μέθοδοι κοπής και καυτηριασμού των αιμορροϊδικών όζων, όπως η πιο φθηνή διαθερμία, αλλά και ιδιαιτέρως πιο ακριβές πηγές ενέργειας, όπως το ψαλίδι υπερήχων, η ηλεκτροθερμοπηξία και το laser. Ειδικά για το τελευταίο, που ήταν η ενέργεια του συρμού στη δεκαετία του 1990, όχι μόνο δεν αποδείχθηκαν πλεονεκτήματα από τη χρήση του, αλλά λόγω της ιστικής καταστροφής που προκαλούσε, ενοχοποιήθηκε και για πρωκτικές στενώσεις. Τουλάχιστον ως εργαλείο κοπής και αιμόστασης στις αιμορροϊδες δεν συστήνεται από τις σοβαρές εταιρείες της χειρουργικής παχέος εντέρου και πρωκτού. Όσον αφορά τις μοντέρνες μορφές ενέργειας, δεν αποδείχθηκε κάποιο όφελος, συγκριτικά με την παραδοσιακή αιμορροδεκτομή με το ψαλίδι,, στις διάφορες κλινικές μελέτες που έγιναν και στις μετα-αναλύσεις που προήλθαν από αυτές. Λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο παρατηρήθηκε μόνο από την αιμορροϊδεκτομή με Ligasure, με τίμημα, ωστόσο, το υψηλότερο κόστος. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνονται στην ενημέρωση των ασθενών, οι οποίοι, πολλές φορές, προσέρχονται με το πρόβλημα των αιμορροΐδων, αρκετά αγχωμένοι και σε σύγχυση, αφού τη βασική πληροφόρησή τους την έχουν λάβει μόνο από ενημερωτικές έντυπες και ηλεκτρονικές «εμπορικές» πηγές, χωρίς, αρκετές φορές, σαφή επιστημονική βάση. Πολλές φορές, είναι ήδη πεισμένοι ότι το νυστέρι στην αιμορροϊδεκτομή είναι αυτό που προκαλεί τον πόνο μετεγχειρητικά και εναγωνίως ζητούν την αποφυγή του. Πρέπει να τους τονιστεί ότι η τεχνική, η οποία και πρέπει να περιλαμβάνει τη μικρότερη δυνατή εκτομή και το μέγιστο δυνατο σεβασμό στο ευαίσθητο πρωκτόδερμα, είναι αυτή που σε σημαντικό βαθμό καθορίζει το πόνο και όχι το «ακριβό» μέσο - εργαλείο που τους έχει διαφημιστεί.      

Οι δύο πλέον «διαφημισμένες» μοντέρνες ελάχιστα τραυματικές, «μη αφαιρετικές» τεχνικές, που, τουλάχιστον στη βασική τους εφαρμογή δεν απαιτούν αιμορροίδεκτομή, είναι η αιμορροϊδοπηξία με συρραπτικό (stapled hemorrhoidopexy, procedure for prolapsed hemorrhoids, PPH), γνωστή και ως τεχνική Longo από τον εμπνευστή της, και η υπερηχογραφικά καθοδηγούμενη απολίνωση των αιμορροϊδικών αγγείων (Doppler-guided hemorrhoidal artery ligation, DG-HAL) ή διαπρωκτική αιμορροϊδική απαγγείωση (Transanal Hemorrhoidal Dearterialization, THD) η οποία συνδυάζεται με ή χωρίς αιμορροϊδοπηξία με συνεχή ραφή ανάρτησης των αιμορροϊδικών όζων. Παθοφυσιολογικά μπορεί να θεωρηθεί ότι τουλάχιστον στοχεύουν στη διόρθωση των γενεσιουργών υποκείμενων μηχανισμών, που οδηγούν στη γένεση της αιμορροϊδοπάθειας. Η τεχνική PPH προσπαθεί να διορθώσει το «μηχανικό» πρόβλημα με την εξάλειψη της ορθοπρωκτικής βλεννογονικής διολίσθησης μέσω της περιμετρικής ανάρτησης των υποστηριγμάτων των αιμορροϊδων, δηλαδή του χαλαρού υποβλεννογονίου συνδετικού και λείου μυϊκού ιστού.  Η HAL/THD, από μόνη της στοχεύει στο «αγγειακό» σκέλος της παθογένειας, με την ελάττωση της αρτηριακής άρδευσης στο υπερδιογκωμένο αιμορροϊδικό πλέγμα, η οποία επιτυγχάνεται με τον ακριβή, υπερηχογραφικά καθοδηγούμενο, εντοπισμό και την, εν συνεχεία, απολίνωση των τελικών κλάδων της άνω αιμορροϊδικής αρτηρίας, βασικού τροφοδοτικού αγγείου του κατώτερου ορθού, από όπου εξορμάται ο αιμορροϊδικός ιστός. Όταν η HAL/THD συνδυάζεται με την αιμορροϊδοπηξία, τότε, τουλάχιστον στα σημεία της μέγιστης πρόπτωσης των αιμορροΐδων, αποκαθίσταται η επανατοποθέτησή τους στην εγγύτερη περισσότερο «φυσιολογική» θέση τους, ενώ ο υποβλεννογόνιος ιστός ισχυροποιείται μέσω της ίνωσης που δημιουργείται από τη συνεχόμενη καθηλωτική ραφή της αιμορροϊδοπηξίας – βλεννογονοπηξίας.

 

Υπερηχογραφικά καθοδηγούμενη απολίνωση αιμορροϊδικών αγγείων και αιμορροϊδοπηξία (διαγραμματική αναπαράσταση)

 

Βέβαια η αιμορροϊδοπηξία – βλεννογονοπηξία για την αντιμετώπιση της αιμορροϊδικής νόσου, συστατικό στοιχείο και των δύο μοντέρνων μεθόδων δεν αποτελεί σύγχρονη επινόηση. Η τεχνική αυτή στη βάση της διόρθωσης του χαλαρού, στηρικτικού του αιμορροϊδικού πλέγματος, υποβλεννογονίου ιστού περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Fournier και παρουσιάστηκε στο υψηλής απήχησης και ισχυρής επιστημονικής εμβέλειας χειρουργικό περιοδικό Annals of Surgery το 1949! Αυτήν ακριβώς την αιμορροϊδοπηξία, η οποία, εξάλλου μπορεί να γίνει και υπό άμεση όραση, με έναν απλό πρωκτοδιαστολέα και χωρίς απαραιτήτως με την αποκλειστική χρήση του εξοπλισμού που προσφέρουν οι εταιρείες, «αντιγράφουν» οι σύγχρονες τεχνικές. Το πρόβλημα με την τεχνική PPH ξεκινά από τη στιγμή που αποσκοπεί στην «περιμετρική» ανάρτηση του αιμορροϊδικού ιστού και, μάλιστα, με τη χρήση ενός συρραπτικού που απελευθερώνει μεταλλικούς αγκτήρες, οι οποίοι τοποθετούνται αμετακλήτως και μόνιμα επί του βλεννογόνου του κατώτερου ορθού, τμήμα του οποίου έχει προηγουμένως εκταμεί και επανασυρραφεί. Αντιθέτως στην τεχνική  HAL/THD χρησιμοποιείται συνεχές απορροφήσιμο «μη μόνιμο» ράμμα, το οποίο τοποθετείται μόνο στις θέσεις πρόπτωσης των αιμορροϊδικών όζων και όχι σε όλη την περίμετρο του κατώτερου ορθού. Αυτό προσφέρει θεωρητικό πλεονέκτημα στην HAL/THD, αφού το όποιο λειτουργικό πρόβλημα και η όποια ανατομική επιπλοκή δυνητικά προέρχεται από την εφαρμογή της τεχνικής είναι αναστρέψιμα και  λύονται μετά την απορρόφηση των ραμμάτων, ενώ οι τυχόν επιπλοκές της μπορεί να είναι σοβαρές και δυσεπίλυτες, αφού οι αγκτήρες του συρραπτικού παραμένουν μόνιμα.

Δύο μετα-αναλύσεις που δημοσιεύθηκαν το 2009 (Giordano et, Arch Surg 2009 & Burch et al, Colorectal Dis 2009) επιβεβαίωσαν ότι, αν και ο μετεγχειρητικός πόνος είναι λιγότερος και η επαναφορά στις καθημερινές δραστηριότητες είναι ταχύτερη μετά την εφαρμογή της τεχνικής PPH σε σύγκριση με τη συμβατική αιμορροϊδεκτομή, οι υποτροπές της αιμορροϊδοπάθειας και οι επανεπεμβάσεις για αιμορροΐδες είναι σε στατιστικά σημαντικό βαθμό συχνότερες μετά την PPH. Οι μελετητές που ασχολήθηκαν με την ανάλυση αυτών των αποτελεσμάτων δικαίως συστήνουν ότι οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται ότι τελικώς είναι δική τους επιλογή ένα θέλουν να δεχθούν την υψηλή πιθανότητα υποτροπής και την πιθανή επανεπέμβαση, στην οποία πιθανά να χρειαστεί να υποβληθούν μελλοντικά, επωφελούμενοι όμως από τα βραχυπρόθεσμα πλεονεκτήματα της τεχνικής PPH, δηλαδή το λιγότερο πόνο. Ένα σημαντικότερο πρόβλημα, όμως, και από αυτό των συχνών υποτροπών είναι ο σχετικά υψηλός αριθμός των σοβαρών και δυσεπίλυτων επιπλοκών που έχουν αναφερθεί μετά την εφαρμογή της τεχνικής PPH. Επιπλοκές, όπως διάτρηση του ορθού κατά την εφαρμογή του συρραπτικού, πυελική σήψη από την επιμόλυνση των περιορθικών ιστών λόγω διαφυγής της αναστομωτικής γραμμής που αναπόφευκτα διενεργείται για την μηχανική περιμετρική  αιμορροϊδοπηξία, ορθοκολπικά συρίγγια, αιμορραγίες, βαριά περιπρωκτική σήψη, που οδήγησε σε γάγγραινα Fournier, κολοστομία ή και θάνατο, δημιούργησαν έντονο σκεπτικισμό στις εξειδικευμένες ομάδες που ασχολούνται χειρουργικά με την περιοχή και ελάττωσε τον αρχικό ενθουσιασμό για την ανακάλυψη της «ανώδυνης» μεθόδου για τις αιμορροΐδες. Ακόμα και ειδικό σύνδρομο περιγράφηκε για τις λειτουργικές διοαταραχές που περιστασιακά ακολουθούν την τεχνική PPH, το μετά-PPH σύνδρομο. Χαρακτηρίζεται από έντονο πόνο και δυσάρεστο αίσθημα συχνής έπειξης για αφόδευση και μπορεί να επιμένει επί μακρόν, έως και 15 μήνες μετά το χειρουργείο. Αν και έχει ενοχοποιηθεί η απειρία των χειρουργών για πολλά από αυτά τα δυσάρεστα συμβάματα καθώς και η ανεπαρκής εκπαίδευσή τους στην τεχνική, δύο βασικοί παράμετροι πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη για την, αν όχι αποτυχία, πάντως για τη μη κατάληψη της υψηλής θέσης, την οποία φιλοδοξούσε να καταλάβει στις προτιμήσεις πολλών σοβαρών χειρουργικών ομάδων παχέος και πρωκτού. Η πρώτη παράμετρος αφορά στο ότι, λόγω του έντονου εμπορικού ενδιαφέροντος, πολλοί μη χειρουργοί πρωκτού ενεπλάκησαν και επέδειξαν ενδιαφέρον για μία τεχνική που, αν και τη διευκολύνει σημαντικά η τεχνολογία, δεν είναι καθόλου απλή και έχει τεχνικές λεπτομέρειες, τις οποίες μπορεί να μη συνειδητοποιεί κάποιος που δεν έχει ως πρωταρχική ενασχόλησή του την περιοχή του πρωκτού. Η δεύτερη παράμετρος αφορά εγγενή μειονεκτήματα της μεθόδου, από την άποψη ότι γίνεται με ένα πρωτυποποιημένο τρόπο, ακολουθώντας τα ίδια τεχνικά βήματα για όλους τους ασθενείς, και δεν λαμβάνει υπόψη την εκ των πραγμάτων διαφορετικότητα στην ανατομία της μίας ορθοπρωκτικής χώρας από την άλλη. Λαμβανομένων υπόψη της συχνότητας των υποτροπών, τις πιθανές σοβαρές επιπλοκές, αλλά και το κόστος του εργαλείου που χρησιμοποιείται, η τεχνική PPH σήμερα φαίνεται ότι πρέπει να διαφυλάσσεται μόνο για ασθενείς με περιμετρικώς προπίπτουσες, υψηλού βαθμού αιμορροΐδες, οι οποίες και επεκτείνονται πέραν των κλασσικών 3 θέσεων που ανατομικά συνήθως ανευρίσκονται.   

Η «πτώση» της PPH έδωσε περαιτέρω ώθηση και στροφή ενδιαφέροντος στην άλλη ελάχιστα επεμβατική «μη αφαιρετική» τεχνική της τελευταίας δεκαετίας της HAL/THD. Aν και αυτή δεν αποτέλεσε την πανάκεια για την «ανώδυνη» αντιμετώπιση της αιμορροϊδικής νόσου, αφού, τουλάχιστον στα πρώτα χρόνια της εφαρμογής της στόχευε μόνο στην απολίνωση των αγγείων και την απαγγείωση του αιμορροϊδικού πλέγματος, οπότε και δεν ήταν επαρκής μέθοδος για τις προπίπτουσες 3ου και 4ου αιμορροΐδες, βελτιώθηκε σημαντικά όταν συνδυάστηκε με την αιμορροϊδοπηξία με συνεχή ραφή. Αυτή η προσθήκη ήταν κοινή τακτική σε πολλές χειρουργικές ομάδες που εφάρμοζαν τη μέθοδο εξ’ αρχής και γινόταν με το συμβατικό τρόπο, αλλά επεκτάθηκε με τις ειδικές τροποποιήσεις που έγιναν στον εξοπλισμό που διατέθηκε από τις συναφείς εταιρείες κατασκευής των ειδικών πρωκτοσκοπίων της HAL και της THD. Αν και οι υποτροπές δεν είναι άγνωστες, ειδικά εάν δεν συμπεριληφθεί και μία «ελάχιστη εκτομή» και δεν είναι μέθοδος πάντα «ανώδυνη» (βλέπε περισσότερα στην ενότητα «Ειδικές τεχνικές» στο θέμα «Η μέθοδος της απολίνωσης των αιμορροϊδικών αγγείων και οι παραλλαγές της στην αντιμετώπιση της αιμορροϊδοπάθειας») στις συγκριτικές μελέτες της HAL/THD με την PPH, η τεχνική HAL/THD ακολουθείτο από λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο, είχε ταχύτερη ανάρρωση, σχετιζόταν με λιγότερες επιπλοκές και ήταν λιγότερο κοστοβόρα τεχνική από την PPH. Η τεχνική PPH, ωστόσο, υπερτερούσε όσον αφορά τις υποτροπές, που, αν και υπαρκτές, ήταν λιγότερες.

Οι ασθενείς πρέπει να ενημερώνονται για όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των μεθόδων που προσφέρουν ίαση από την αιμορροϊδική νόσο. Οι «μύθοι» περί ολοκληρωτικά ανώδυνων, οριστικά απαλλακτικών, ανεπίπλεκτων και μακροπρόθεσμα αποτελεσματικών θεραπειών  δεν αρμόζουν σε απόλυτο βαθμό στις «ελάχιστα τραυματικές» τεχνικές για την αιμορροϊδική νόσο. Οι επεμβάσεις που είναι «ελάχιστα τραυματικές» δεν είναι πάντα «ανώδυνες», πολύ δε περισσότερο δεν εξασφαλίζουν απόλυτα τη μη επανεμφάνιση αιμορροϊδικών όζων σε βάθος χρόνου. Η μεγαλύτερη ίσως συνεισφορά των «ελάχιστα τραυματικών» μεθόδων ήταν η επαναξιολόγηση της παθογένειας της αιμορροϊδικής νόσου και η καλύτερη κατανόηση των ανατομικών ανωμαλιών που υπόκεινται και πρέπει να διορθωθούν. Η παραδοχή, τέλος, ότι η εκριζωτική τακτική, αν και απολύτως αποτελεσματική, πρέπει να αμβλυνθεί και να κατευθυνθούμε σε τροποποιημένες τεχνικές που σέβονται το πρωκτόδερμα και το φυσιολογικό βλεννογόνο και στοχεύουν στο καθαρά παθολογικό στοιχείο της αιμορροΐδας. Το εάν αυτό θα επιτευχθεί αποκλειστικά με τη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας, το εάν αυτή δεν είναι απαραίτητη καθόλου ή το εάν τελικά θα ενσωματωθεί ως επιβοηθητική τροποποιημένων «ελάχιστα αφαιρετικών» τεχνικών ή ακόμα και στα πλαίσια μιας πλατφόρμας, όπου η τεχνική θα εξατομικεύεται αναλόγως του ασθενή, στα χέρια πάντα των εξειδικευμένων χχειρουργών παχέος εντέρου και πρωκτού, θα το δείξουν τα αποτελέσματα της εμπειρίας που σταδιακά συσσωρεύεται, αλλά κυρίως οι καλά σχεδιασμένες μελέτες από τις χειρουργικές ομάδες κύρους.   

Ιατρείο

  • Διεύθυνση: Πινδάρου 3, 10671 Αθήνα
  • Email : info@theodoropoulos-surgery.gr
  • Τηλέφωνο : +30 694 5463 593

Μέλος του

ACSRS